13.11.13

Αθέατος Κόσμος






Κανένας δεν του ΄ χε  πει πως πρέπει να προσέχει
ταξίδια στην γη των Λαιστρυγόνων σαν σχεδίαζε
Τα άναστρα βράδια ταραγμένα βήματα
τον οδηγούσαν στον σταθμό των τραίνων
Εκεί πίσω από τα παρατημένα ξύλινα βαγόνια
είχαν σπάσει τις λάμπες με πέτρες τα παιδιά
σκοποβολή σαν παίζανε τα θλιμμένα πρωινά
κι είχε τόσο σκοτάδι που το παράπονο τον έπιανε
Ξεχύθηκαν τα σωθικά του ‘ θλιμμένο μοιρολόι
για κάποια Ιθάκη  που δεν θα βρισκε ποτέ
Δίπλωσε με βιάση τα λερωμένα του φτερά
προτού στην υπόγεια κάμαρη επιστρέψει
σ ένα στρώμα φτιαγμένο από πεταμένα όνειρα
το κορμί παρέδωσε ανάμεσα
στων μελλοθάνατων τα μεθυσμένα χνώτα



                                                              Levina  (αδέσποτα λόγια)





                                                                            








7.11.13

Μονόλογος Προμελετημένης Ζωής






Ένας απ΄ τους ανέμους σου είμαι
με βιάση καταπίνω τον χρόνο
ξηλώνω τα κλαριά απ΄ τα δέντρα
μεταμορφώνομαι
ποταμός ξεχειλισμένος κι ομίχλη
τις αδιάβατες στράτες να στοιχειώνω
Δεν ωφελεί πια να μιλώ – είμαι νεκρή
Πέθανα λένε
Πεθαίνω λεν

Ασάλευτη σε μια βουβή μονοτονία
καταπίνω τους κόκκους της άμμου
σε πάλλευκη παραλία κείτομαι
με γυάλινο βλέμμα ασάλευτο παρατηρώ

Μέσα στην νύχτα ταξιδεύω απάνω
των κυμάτων τους κούφιους παφλασμούς
Βίαια τραυματίζουν τις άκριες των πλευρών μου
με λάγνες κινήσεις τα νερά το αίμα μου  γλύφουν

Θωρώ το γαλάζιο τ΄ ουρανού με βλέμμα γυάλινο αναμένω
την ανυπαρξία της αβύσσου να μ΄ αρπάξει
Ένα κοπάδι  πεινασμένων γλάρων κρώζοντας
έρχεται στην σκιά μου να σταθεί
τα κρόσσια της σάρκας μου τσιμπολογά


Μα τόσο που πονάω λέω πως νεκρή δεν είμαι
Ελαχιστοποίησα τις ανάγκες των χεριών μου
π΄  αγκαλιά τον κόσμο να κρατούνε θένε
Δυο σύννεφα κι έναν ήλιο αγόρασα για μένα
σε τιμή ευκαιρίας από έναν έμπορο περαστικό
κι ύστερα κάθισα σχέδια για τα μελλούμενα να κάνω

Μα σκέψεις πικρές όλο σε παρελθόντα χρόνο με γυρνάνε
σα γελαστό παιδί να υπήρξα τάχα
μα εγώ το ξέρω πως παιδί δεν ήμουνα ποτέ
και γέλιο δεν έφτασε στις άκριες των χειλιών μου

Μεγάλη μπορεί να γεννήθηκα μα
την σοφία των χρόνων μου δεν είχα ‘
ξεφύτρωναν στον κήπο της ψυχής τα λάθη
απανωτά με βιάση δίχως ανάσα
να μπορώ να πάρω ‘ έτσι δα να πνίγομαι

Και τώρα που αρχαία νοιώθω σαν γέρικη βελανιδιά
ρίζωσα σε τούτης της γης την άκρια
Τις ρίζες μου έμπλεξα βαθιά στους βράχους
και τα κλαριά μου ύψωσα προς κάθε του ορίζοντα σημείο
φωλιές να πλέξουν μέσα μου
οι αθώες της ζωής μου οι ψυχές
σπουργίτες και κοκκινολαίμηδες,
γλυκόλαλα αηδόνια ‘  έτσι να ζω,
φύλλα να βγάζω, να γελώ

Τους ήλιους συλλέγω  στην καρδιά μου
κι αυτοί να παίζουν σαν παιδιά κρυφτό ανάμεσά μου
να καθρεφτίζονται στο ρυάκι που ποτίζει τα σωθικά μου
Μέρες και νύχτες και χρόνους ατέλευτους
με τα φεγγάρια στίχους νυχτερινούς να λέμε
για έρωτες ανεκπλήρωτους γι΄ αγάπες ξεχασμένες
κι η σελήνη καταμεσής στον ουρανό να μένει αρόδο
μαγεμένη απ΄ την  γλυκόλαλη φωνή που για ζωή μιλάει

Ριζώνω στην άκρια των γκρεμνών
στο μετερίζι μου οι ανέμοι με χτυπάνε
Εούτος εδώ ο ουρανός  ειν΄  ο ουρανός μου
τους χρόνους της θλίψης μου θα προσμετρά
ασάλευτη σκέπη της ψυχής
μαζί μου θα δακρύζει


Levina






4.11.13

Mεγαλώνοντας








Μεγαλώνω κι αυτή η βροχή δεν λέει να κοπάσει
κυλά στους τσίγκους ο χρόνος ‘ επιστήθιος φίλος
στην αλλαγή της κάθε μέρας με παρασέρνει
κάθε μέρα ο χρόνος επιστήθιος φίλος με παρασέρνει
και τα ζιζάνια μεγαλώνουν ανάμεσα στα γυμνά μου δάχτυλα
Συρρικνώνω το Εγώ μου κάθε μέρα όλο και περισσότερο
Φεύγω γνωρίζοντας πως δεν έμαθες  τ΄ όνομά μου
βάζω την απόσταση ανάμεσα στο ‘Εμείς’
και γίνομαι ‘Εγώ’ κι ΄Εσύ΄ και ξεχνάω μετά
πως ήταν το σώμα σου κάτω από το δικό μου
τις αναμνήσεις θολώνουν οι άνεμοι που σταλάζουν κόκκινο
οι θύλακες της γλώσσας μου χάνουν το άρωμά σου
Καταστολή της σκέψης κι η ανάσα τρελαμένη αρνείται
την καρδιά σε απάνεμα ταξίδια ν ακολουθήσει
Σε μια γωνιά του κόσμου σου θα παραμείνω κι ας
με πνίγει ετούτη η βροχή ‘  ξέρω πως χρόνια μετά
μια αόριστη κηλίδα θα έχω απομείνει στην γη
Αγαπημένε μου την απουσία δεν  θα την έχεις καταλάβει.



                                                                            Levina


photography

INDRA KURNIAWAN 



Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...