29.6.12

παράξενη μέρα





Δεν είναι αρκετά χρυσός ο ήλιος σήμερα
κι ο ορίζοντας  μοιάζει να πλέει αδέξια στην θάλασσα
Τα πουλιά αυτή την μέρα απρόθυμα πετάνε
ανακατώνοντας έναν γκρίζο ουρανό
Δυο γλάροι τινάζουν τις φτερούγες τους
αφήνουν σημάδια απ΄ το πέταγμα τους
ανάμεσα στα άγρια γκρίζα σύννεφα
σαν σαΐτες διαγράφουν τόξα ‘  βουτάνε
στα κύματα να πιάσουν ασημόχρυσα
ψάρια που σπαρταράνε καταπίνοντας
τον πηχτό σαν πολτό αέρα


Διαμαρτύρεται η σκέψη μου , το φτωχό μυαλό μου
δεν θέλει τίποτα απ΄ όλα αυτά, ανικανοποίητο
ζητά παραπάνω απ΄ ότι υπάρχει σε μια
παράλληλη διάσταση ζητά να ζήσει !
Έναν ήλιο ολόχρυσο ζητά σε έναν γαλάζιο ουρανό
πουλιά να κελαηδάνε στα κλαριά των δέντρων
μια θάλασσα ακυμάτιστη κι ένα φεγγάρι ασημένιο
να καθρεφτίζεται στου πελάγου τον βυθό
Μιαν αγάπη ασυννέφιαστη ζητά απ΄ αυτές που
μόνο στα παραμύθια  υπάρχουν κι ένα σπίτι
σ΄ ένα λιβάδι από λεβάντες κι αιωνόβια πεύκα
και μυρωδιές να ζαλίζουν την καρδιά από ρετσίνια
και χώμα κι αγριολούλουδα και τριαντάφυλλα εκατόφυλλα
να σκορπίζουν ρόδινα πέταλα στα τραπέζια
στα σεντόνια, στα χέρια σου, στην ζωή μας

Ανικανοποίητη  η σκέψη
καημένο μυαλό
πόσο άδικο γίνεσαι 
πόσο μάταια όλα
να ξεφύγεις δεν μπορείς!


Levina






28.6.12

για μια ανάσα








Ανελέητα να πυρώνει η λάβα του Ήλιου τα βουνά της ερημιάς,
 απέραντοι ορίζοντες να σιγοτρέμουν στην άχλη του ονείρου,
 φλόγες χορεύουνε στα μάτια Τα λόγια τους ακίδες με χαράζουν


Λόγια κομμάτια σπασμένου γυαλιού , εισχωρούν στα σωθικά ,
τα κόβουν, τα ξεσκίζουν, πληγές σαν κρόσια  ν'  ανεμίζουν '
όταν με  την γλώσσα  το αίμα μου μαζεύω απ΄ την άμμο


 Γεμίζει το στόμα μου χώμα στεγνό, μπουκώνει η ανάσα
διψάω , με βλέμμα θολό παραπατάω κι αυτά να στέκωνται εκεί
γκρίζες σκιές στο λιοπύρι ν΄ αγκαλιάζουν τα πληγωμένα χέρια μου
το ρημαγμένο μου κορμί , για μια σταγόνα νερό , για ένα δάκρυ


Οι γύπες μου σ΄  αναμονή για ένα κομμάτι πεθαμένης σάρκας ,
ράμφη που σάλιο στάζουν, νύχια ακονισμένα, αργοσαλεύουν
δίπλα μου η ελπίδα θάνατος  Και τα δυο Σου χέρια θάλασσα
νερό γαλάζιο , απέραντο, μέσα Σου να κυλιέμαι , να ζω, να ανασαίνω
και να ΄σαι Εσύ αυτός που οι εφτά ψυχές μου για πάντα θα γυρεύουν



Levina




25.6.12

σε περιμένει ο Ροσινάντε







Θα είναι μακρινό το ταξίδι αυτό
υπόσχεση με σταυρωμένα δάχτυλα σου δίνω
πίσω δεν θα ζητήσω να γυρίσουμε
αν νικητές δεν βγούμε , τον στόχο μας δεν βρούμε

Κοίτα σου έχω γυαλίσει την στολή
πως λάμπει κάτω από το φως της μέρας
ασήμι σκέτο που πάνω του  καθρεφτίζεται
το γαλάζιο τ΄ ουρανού, τα σύννεφα, ο ήλιος

Μου είπες να χαμογελάω εχθές
μα εγώ το έκανα ακόμα καλύτερο
γελάω και χορεύω κι ας πληγώνω
τα πόδια μου στις κοφτερές του δρόμου πέτρες
Το ντέφι μου το έντυσα μ΄ αστραφτερές κορδέλες
με κέφι κρατάω τον ρυθμό κι έτσι θα βγούμε μαζί στους δρόμους ,
εσύ μπροστά πάνω στο άτι το περήφανο
κοίτα  ...  σε περιμένει ο Ροσινάντε
κι εγώ ξωπίσω σου χοροπηδώντας θα τρέχω
ακόλουθος δικός σου, μάγισσα, γελωτοποιός,
τρελός σου υπηρέτης

Τι κι αν
δεν φοράνε πια στολές από πλουμιστά ασήμια
τι κι αν
τ΄  άλογο που βρήκα είναι πεινασμένο
τι κι αν
κι εγώ  μια τρελή  ονειροφαντασμένη είμαι
τι κι αν
μαζί μας θα γελάνε και  κάλπικα νομίσματα στο διάβα μας πετάνε
τι κι αν
παιδιά γελώντας θα μας ακολουθούν και πέτρες θα πετάνε
τι κι αν
κι οι γέροι με νόημα το κεφάλι θα κουνάνε ανόητους μας λένε
τι κι αν
στα μάτια τους  παράταιροι θα μοιάζουμε
έξω απ΄ τους κανόνες και τα όρια τ΄ ανθρώπινα

Γύρες θα φέρνουμε στην γη,  σε πόλεις, σε φαράγγια
πόλεμο θα κάνουμε στις σκιές, στους φοβισμένους ‘
Θα ξετρυπώσουμε όσους κρύβονται κι όσους λαγοκοιμούνται
με φωνές θα τους ξυπνήσουμε,
με κονταριές τους πέντε ανέμους θα σκίζουμε στα δυό
κι αν το θέλει η μοίρα μας
πίσω ξανά να ΄ρθούμε  λάφυρα του εχθρού θα φέρουμε
λευκές σημαίες παράδοσης που σήκωσαν στο διάβα μας
κι ας  είν΄  αυτές φτερά από τους ανεμόμυλους
που χρόνια και χρόνια γενναία πολεμούμε


Levina





αφιερωμένο σε αυτούς που ακόμα ονειρεύονται
έναν κόσμο όμορφο, γεμάτο ελπίδα
σε αυτούς που κόντρα σε ανεμόμυλους παλεύουν






22.6.12

Αφασίας μονόλογος

 





Στον ύπνο μου ήταν που έψαχνα να βρω
πως θα ξεφύγω από τους δρόμους
που καταπίεζαν αβάσταχτα το Εγώ μου

Να μείνω μόνη μου ήθελα

να κρυφτώ από αδηφάγα βλέμματα
που με κυνηγούσαν
Καταγγελία  η εξουσία τους έκανε ...
Για τα ζωντανά χέρια μου που άγγιζαν,
Για το μυαλό μου  που ακόμα δούλευε

με τα γρανάζια του  ν΄ ακούγονται επάνω από 
τον θόρυβο που έκαναν  τα  απορριματοφόρα
τις ζεστές βραδιές  του  Καλοκαιριού
Για τα μάτια μου που μέσα τους γυάλιζε
ο πυρετός του αύριο και μια προσμονή
που με την σιωπή της ενοχλούσε

Όταν ξύπνησα ιδρωμένη στο λευκό κρεββάτι μου
απόρησα γιατί δεν μπορούσα να κουνήσω
τα χέρια μου, τα πόδια μου, ακόμα και το
βλέμμα μου καρφωμένο ήταν ψηλά στο ταβάνι
δεν μπορούσα να κοιτάξω εκείνους που μιλούσαν
πλάι στο προσκεφάλι μου , άγνωστες φωνές.
Νεκρή βολεύτηκα ανάμεσα σε φάλτσους ήχους
ανάμεσα σε ψεύτικα λόγια και κάλπικα νομίσματα.
Ένα κενό ο κόσμος μου και η ψυχή μου.


Σιωπή.

Όταν με σκέπασε το σεντόνι δεν μπόρεσα να
κουνήσω τα χέρια μου να το διώξω από πάνω μου
Όταν όλα σκοτείνιασαν δεν άνοιγε το στόμα μου
για να φωνάξω πως ήμουν ζωντανή '    Ήθελα φως
Όταν άκουσα το ρυθμικό πλοπ πλοπ πλοπ
ήταν ο ήχος από το χώμα και
δεν φοβήθηκα ... έπεσα για ύπνο.

Σε τρία χρόνια ....
τότε θα τους πω πως έκαναν  λάθος οι ανόητοι!!


 Levina



  

21.6.12

γάτες ... γάτες ... γάτες ....

το πήρες το χάπι σου?



Το ομολογώ
Λατρεύω τις γάτες ,
από μικρό παιδί είχαν κάτι μαγικό για τα μάτια μου ,
κάτι το άπιαστο  κι  όταν  τα κατάφερα να αποκτήσω
την πρώτη καταδική μου γάτα ένοιωσα τόσο ευτυχισμένη
όσο λίγες φορές στην ζωή μου. 
Από τότε μπήκε πολύ νερό στ΄ αυλάκι ….
Τον πρώτο μου γατούλι ακολούθησε  μια ακόμα γατούλα
που με υιοθέτησε, που γέννησε τα μωρά της  στο σπίτι μας,
 ήρθαν κι άλλα μωρά … κι άλλες γατούλες που είχαν
την ανάγκη μου , άρρωστες, πληγωμένες, όλες όμως
έβρισκαν ένα καταφύγιο στην αγάπη που τους έχω
και αντίθετα με ότι πιστεύουν όσοι δεν τις γνωρίζουν,
μου ανταπέδωσαν αυτή την αγάπη στο πολλαπλάσιο.
Σκέφτηκα λοιπόν αυτή την φορά
να μη σας δείξω τα δικά μου καμάρια αλλά … μερικά
στιγμιότυπα από τις εφτά ζωές που έχει μια γάτα …
Απολαύστε τις…


τι εννοείς δεν είναι δικό μου το σπίτι?


τι είναι η ζωή! τι είναι η αγάπη! τι είναι ο κόσμος! Υπαρξιακά διλήμματα ...


πάλι θα έρθει η μάνα σου με τον σκύλο?

καμουφλάζ


βολικά δεν είναι?

μαχητές του δρόμου!

κάπου τον ξέρω αυτόν τον τύπο!



ποιός είναι πρώτος?



όλα δικά σου αγάπη μου !


τι ?  δεν το έκανα εγώ !


αρχίζει ο αγώνας ...μπύρες ποιός θα φέρει?

στο δωματιό σου ΑΜΕΣΩΣ !!

Ω Ρωμαίο Ρωμαίο !!!




νίντζα !



κολατσιό ...



Γειάάά... όλα καλά εδώ?



yingyang



έτσι σε βλέπω καλύτερα ...


πλένουμε τα χεράκια πριν το γεύμα



ενοχλώ?


καημενούλι μου :))



η ωραία της ημέρας ...  φταίει ο φονιάς?


                                                                                                                  Levina




20.6.12

Aνεμοδαρμένες σκέψεις




Η γυναίκα άνοιξε διάπλατα τα μάτια της μέσα στο μισοσκόταδο
έψαξε να βρει από που είχε έρθει αυτός ο ήχος που την ξύπνησε.
Σηκώθηκε μισοζαλισμένη από τον ύπνο ακόμα από το κρεβάτι,
ένα κουβάρι τα σεντόνια πεταμένα στο πλάι, το ιδρωμένο κορμί της
να γυαλίζει στο πορτοκαλί φως από την κολόνα του δρόμου,που
έμπαινε ορμητικά μέσα από τις σιφόν κουρτίνες.
Κάποτε την ενοχλούσε αυτό το δυνατό φως που χιμούσε με αναίδεια
μέσα στην κρεβατοκάμαρα, φώτιζε την κάθε γωνιά ακόμα και τα
όνειρά της τα έβαφε πορτοκαλιά ... μετά το συνήθισε, όπως συνήθισε
τα κορναρίσματα, τις φωνές από τα διπλανά διαμερίσματα, την
βρώμα από τα σκουπίδια που είχαν μαζευτεί βουνό στην γωνία
με τους ξέχειλους κάδους κάτω από το μπαλκόνι της.
Ένας μπλεγμένος θάμνος ήταν τα κόκκινα μαλλιά της, ανοιγόκλεινε
τα μάτια της για να καθαρίσει το βλέμμα της, τα στήθη της έτρεμαν
από την ένταση, φορώντας μόνο ένα μικροσκοπικό εσώρουχο και
με τα πόδια γυμνά , χωρίς ν΄ ανάψει κανένα φως έψαχνε στα άδεια
δωμάτια να βρει τι ήταν αυτό που την είχε ξυπνήσει.
Για καλό και για κακό πήρε στα χέρια της ένα χοντρό βιβλίο
με σκληρό εξώφυλλο, λες κι ότι αυτό θα μπορούσε να την προστατέψει
αν είχε μπει κλέφτης στο σπίτι της!
Εκείνη την ώρα το μυαλό της δούλευε κουτά, αν και τις υπόλοιπες
ώρες θα έλεγε κανείς πως το ίδιο δούλευε....
Ένα αμυδρό φως της φάνηκε πως ερχόταν από την κουζίνα,
αθόρυβα προχώρησε προς τα εκεί και έριξε μια κρυφή ματιά.
Εκείνος ήταν όρθιος μπροστά στο ανοιχτό ψυγείο και έπινε νερό
απευθείας από το πλαστικό μπουκάλι, ενώ κομμάτια ψωμιού ήταν
πεταμένα γύρω από τα γυμνά του πόδια. Πάλι έτρωγε μπροστά
στο ψυγείο , βουτώντας ψωμί μέσα στα κρύα τάπερ με το φαγητό.
Πόσες φορές του είχε πει πως σιχαινόταν να τον βλέπει να το
κάνει αυτό?
Οι τρίχες στο στήθος του γυάλιζαν από τον ιδρώτα, ένοιωθε την
μυρωδιά του κορμιού του να γεμίζει το κεφάλι της, να μπουκώνει
τα ρουθούνια της,με το ένα του χέρι χάιδευε αυτάρεσκα την κοιλιά του
λες και μόλις είχε φάει ένα βόδι και περίμενε να το χωνέψει απόλυτα προσηλωμένος στο μπουκάλι με το νερό που κρατούσε στα χέρια του.
Εκείνη κανε μεταβολή και γύρισε στο κρεβάτι, άναψε το πορτατίφ
δίπλα στο κομοδίνο της κι έριξε μια ματιά στο βιβλίο που κρατούσε
ακόμα... '' Ανεμοδαρμένα ύψη ΄΄ να με τι θα χτύπαγε τον
υποτιθέμενο κλέφτη!
Ο Χίθκλιφ μέσα από τις πυκνογραμμένες σελίδες θα έριχνε αναίσθητο
με ένα χτύπημα τον οποιοδήποτε!
Τώρα άκουγε τους θορύβους από το μπάνιο... σίγουρα δεν θα σήκωσε
κι αυτή την φορά το καπάκι σκέφτηκε και χαμογέλασε ειρωνικά στον
εαυτό της... άραγε η Κάθριν τι θα έκανε η σε μια τέτοια περίπτωση?
Είχαν καπάκια οι λεκάνες τότε ? Άκουγαν οι ηρωίδες της Μπροντέ
τους αγαπημένους τους να κατουράνε ?
Εκείνος ήρθε με βαρύ βήμα και ξάπλωσε πάλι δίπλα της.
Ήθελε να τον ρωτήσει γιατί τουλάχιστον δεν τράβηξε το καζανάκι,
αλλά έκανε πολύ ζέστη και βαριόταν ακόμα και να του μιλήσει.
Τον άφησε να της πάρει το βιβλίο από τα χέρια και να κολλήσει
τα υγρά χείλη του στον λαιμό της. Όταν παραμέρισε το εσώρουχό της
και ανέβηκε επάνω της δεν έκανε καμία κίνηση να τον εμποδίσει,
ούτε καν προφασίστηκε πως έχει πονοκέφαλο κι ας είχε πραγματικά
αυτή τη φορά από τον καύσωνα , από τα φώτα, από την βρώμα
των δρόμων που γέμιζε το μυαλό της.

Άραγε ο Χίθκληφ θα ήταν ευγενικός εραστής όταν κρατούσε
στα χέρια του το αντικείμενο του πόθου του ή ... ?
Πως θα βγάλω αυτό το πορτοκαλί φως έξω από το δωμάτιό μου?
Αυτό σκεφτόταν μέχρι το πρωί.

Levina













18.6.12

αφού με πίκρανες

για μια ακόμα φορά



μέσα στα  χρόνια που  σε αφήνω να ζεις μαζί μου
δεν ξέρω αν πρέπει να σε συγχωρήσω ή να
δώσω μια στο κορμί μου και να σε πετάξω κάτω.
Τόσα και τόσα χρόνια παίρνεις από μένα τα καλύτερά μου
την δροσιά μου,  την ομορφιά μου,  τα νιάτα μου
κι αν μου έδωσες και εσύ κάτι ... ένα όνομα, μια ιστορία,
μια αγκαλιά, αν με αγάπησες  όσο ήμασταν μαζί
φρόντιζες κάθε τόσο να με πληγώνεις, να μου δίνεις
χαστούκια, να με κοροϊδεύεις  με λόγια και μετά
να κάνεις του κεφαλιού σου και να με πετάς στην άκρη.
Πάντα σου άρεσαν οι ξένοι, εκείνους τους άκουγες,
λες κι ότι εκείνοι θα σε φρόντιζαν όταν ήσουν άρρωστος
όταν είχες ανάγκη από ένα χάδι , ένα φιλί και σε εμένα
γύριζες όταν εκείνοι σε έδιωχναν ή σε κορόιδευαν
και δεν είχες που να κρυφτείς, πάντα σε μένα να σε
παρηγορήσω .


Άρπαξες το κορμί μου, το λεηλάτησες, στο χάρισα με
τόση αγάπη και εσύ ακόμα κι αυτό δεν το κράτησες δικό σου!
Tο μοίρασες για να δείξεις πόσο καλόβολος, πόσο υπέροχος
σύζυγος είσαι και πόσο ήταν το καμάρι σου όταν οι άλλοι
μιλούσαν για τα κάλλη μου ενώ εγώ το μόνο που ήθελα ήταν
να τους φτύσω από πάνω μου, που  με λέρωναν
με τα βρώμικα χέρια τους, με τα μιαρά χάδια τους  ,
με τον ιδρώτα τους που βρωμοκοπούσε,
αλλά δεν έκανα τίποτα γιατί ήξερα πως για να σε έχω
έπρεπε  να σου δίνω ότι μου ζητούσες.
Ήξερα πως για να με έχεις ήθελες χρήματα και όσο εγώ δινόμουν
σε ξένες αγκαλιές εσύ είχες τα χρήματα που ζητούσες.
Τόση απέραντη ήταν η αγάπη μου για σένα!


Και τώρα?
Τι θα κάνουμε τώρα έτσι όπως τα έκανες?
Νομίζεις πως μπορώ να σε ανέχομαι ακόμα?
Σκέψου το σοβαρά, εχθές με πλήγωσες για μια ακόμα φορά
κι αυτή  ήταν  από τις χειρότερες.
Πίστευα πως μετά την τελευταία μας συζήτηση θα είχες
βάλει μυαλό, θα έκανες κάτι για εμάς, για το μέλλον μας,
για τα παιδιά μας, αλλά ούτε αυτά τα υπολόγισες, μόνο
το τομάρι σου σε νοιάζει και πάλι
αλλά εγώ δεν θα σε ακολουθήσω στην κατηφόρα σου.


Τα παιδιά μας φεύγουν, θα πάνε να ζήσουν μακριά μας,
μας βαρέθηκαν και εσένα και εμένα που σε ανέχομαι τόσα
χρόνια και εγώ έφτασα στα όρια μου.
Τελειώσαμε και δεν θα σου συμπαρασταθώ άλλο πια,
είσαι μόνος σου και κάνε ότι καταλαβαίνεις, από εμένα
δεν θα πάρεις ούτε την συμπαράστασή μου ούτε να έρθεις
να κρυφτείς στο κατεστραμμένο κορμί μου.
Παράτα με ήσυχη , άχρηστε ...
Θέλω  Διαζύγιο.


Χωρίς Τιμή και Υπόληψη για Σένα

η Γυναίκα Σου που δεν σε αγαπά Πια


Ελλάδα_





Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΕΔΩ
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΑΛΑ ΘΑ ΚΑΝΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΑΦΗΣΟΥΝ ΣΤΗΝ ΗΣΥΧΙΑ ΤΗΣ
ΚΑΙ ΝΑ ΜΗ  ΔΙΑΚΟΡΕΥΟΥΝ ΑΛΛΟ  ΤΗΝ ΥΠΟΛΗΨΗ ΤΗΣ.

                                                                                                                        στο βάθος το Σούνιο




Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...