25.4.12

σαν ξημερώσει

έχω την ελπίδα
πως


θα ανοίξω τα μάτια μου και γύρω μου
θα υπάρχει αρμονία
θα είναι τα όνειρά μου ζωντανά
σ΄ αέναο φτερούγισμα οι σκέψεις
θα πετάνε
σε τόπο μαγικό
τραγούδια θα ακούω δίπλα σε ένα παράθυρο
στον ήλιο ανοιχτό
του χρόνου το μέτρημα θα έχω χάσει
δεν θα γνωρίζω που να ψάξω εμένα να βρω
μα για σένα

για όλα όσα ζήτησες
για όλα όσα ευχήθηκες
εγώ θα είμαι εδώ



 Levina

24.4.12

Πρώτα Εσύ



Μη περιμένεις να χάσεις δέκα κιλά , για ν΄ αλλάξεις
Μη περιμένεις να φορέσεις το καλό σου ρούχο , για να αναδειχτείς
Μη περιμένεις να βάλεις μάσκαρα και μέικαπ , για να φανείς όμορφη
Μη περιμένεις να βρεις την νέα σχέση , για να επιβεβαιωθείς
Μη περιμένεις να σε αγαπήσει κανένας , για να νοιώσεις καλά
Μη  περιμένεις να σου πουν το σ΄ αγαπώ , για να νοιώσεις γυναίκα

Είσαι Γυναίκα
Με την παλιά σου φόρμα
Με τις παλιές σου κάλτσες
Με το αναμαλλιασμένο κεφάλι
Με τα άβαφα μάτια
Με την μοναξιά σου

Είσαι Γυναίκα

Πρώτα να αγαπήσεις ΕΣΥ τον εαυτό σου




23.4.12

μια μέρα ακόμα Καλημέρα !



Καινούργια μέρα,  πλημμυρίζει χρώματα, τα πράσινα της Άνοιξης στον λόφο,
μια κουτσουπιά σπάει την μονοτονία με τα μαβιά της λουλούδια,
τα σχοίνα γέμισαν κίτρινο, μυρίζουν σαν ακριβό σπάνιο άρωμα , από αυτά
που δεν μπορείς να τα κλείσεις στο μπουκάλι !
Κανένας δεν μπορεί να κλείσει την γη σε ένα κρυστάλλινο μπουκάλι,
κανένας δεν μπορεί να φυλακίσει την ματιά ενός ανθρώπου,
να πιάσει τα χέρια του και να τα δέσει
με χοντρό σκοινί, να σκλαβώσει μια ψυχή
Μυστικά και ψέματα, βρώμικα χέρια
που απλώνουν άπληστα δάχτυλα
σε αυτό που λέγεται ζωή, σε ένα αύριο
που στο λυκόφωτο χάνεται αργά
πίσω από τον ορίζοντα χωρίς να ξημερώνει
σε κάποιο άλλο σημείο της γης
… απλά βουτάει και φεύγει …
αφήνει στο μισοσκόταδο ένα φυτιλάκι από καντήλι να μισοκαίει τρεμάμενο
και αυτό το λένε ελπίδα
Είναι ένα υγρό βλέμμα  που ζωγραφίζεται
επάνω στον καμβά, με το δάκρυ να στέκεται εκεί στην γωνία του ματιού
και δεν τολμά να κυλήσει,
είναι αδυναμία να κλαις.
Είναι τα χέρια που τρέμουν την ώρα
που μετράνε τα τελευταία
μεταλλικά ψήγματα ζωής και τα βρίσκουν λειψά ,
είναι αδυναμία η ανημποριά.
Είναι τα κορμιά που δεν έχουν ανάσα
να φωνάξουν και ας είναι εκκωφαντικά
τα ουρλιαχτά απόγνωσης
που στέλνει η απουσία τους ,
είναι αδυναμία να πεθαίνεις.
Αυτοκτόνησε !!
«Πως τόλμησε ?Κόψτε του το κεφάλι» θα έλεγε η Βασίλισσα των τραπουλόχαρτων
στο παραμύθι της Αλίκης.
Υπάρχει άραγε τιμωρία για την βαρβαρότητα του λόγου που κρίνει ?
Υπάρχει τιμωρία για την απαξίωση της ζωής σου ?
Είμαστε σίγουρα άνθρωποι ακόμα?


Levina

20.4.12

scuba diving ή αλλιώς ... Καθημερινές καταστάσεις! No.2

εδώ θα βρείτε το 1ο μέρος :
http://levina-imagination.blogspot.com/2012/04/scuba-diving.html




Όχι δεν μου άρεσε καθόλου!
Θα προτιμούσα να ήταν μαζί μας και οι άλλοι δυο, αλλά ήξερα πως
ποτέ δεν εγκατέλειπαν όλοι μαζί το πλοιάριο στις καταδύσεις τους,
πάντα κάποιος παρέμενε επάνω για περίπτωση κινδύνου όσο οι δυο ψαχούλευαν στον βυθό.
Μόνο που αυτή την φορά ο ένας από τους δυο ήμουν εγώ και τώρα
δεν με ενθουσίαζε αυτή η προοπτική!
Ο Λούκας γύρισε και μου έκανε νόημα να τον ακολουθήσω.
Η αλήθεια είναι πως δεν είμαι κλειστοφοβική, αλλά η προοπτική να
βρεθώ σε μια ολοσκότεινη σήραγγα που οδηγούσε στο άγνωστο δεν
με έκανε να πετάξω και από την χαρά μου. Αν ήταν στο χέρι μου θα έκανα μεταβολή και θα άρχιζα μόνη μου την άνοδο αλλά ο καλός μου θα μου το χτύπαγε για μέρες πως τα έκανα επάνω μου χωρίς εμφανή λόγο και έτσι μπήκα και εγώ πίσω του στο άνοιγμα.
Ήταν πραγματικά τόσο στενό που μόλις και μετά βίας μας χώραγε,
κάποιες στιγμές ένοιωθα τις δίδυμες μπουκάλες μου να γρατζουνίζονται
με έναν ανατριχιαστικό ήχο στις προεξοχές των βράχων και κάποια άλλη στιγμή πρέπει να χτύπησα και τον αγκώνα μου γιατί ένοιωσα ένα φρικτό
πόνο να τσουρουφλίζει το χέρι μου.
Δεν μπορούσα όμως να κάνω αναστροφή και να γυρίσω πίσω, δεν
με χώραγε το άνοιγμα και έτσι συνέχισα να κολυμπάω πίσω από
τον Λούκας. Γύρω στα οχτώ μέτρα μετά πεταχτήκαμε ξαφνικά έξω
από την σήραγγα, μάλλον πεταχτήκαμε από το απόλυτο σκοτάδι στο φως!
Πριν από εκατομμύρια χρόνια όταν κάποτε αυτός ο βυθός δεν ήταν
βυθός αλλά στεριά η σήραγγα που μόλις περάσαμε ήταν στην επιφάνεια
και οδηγούσε στην τεράστια αίθουσα μιας σχεδόν οριζόντιας σπηλιάς
βαθιά στα έγκατα της γης.
Τα νερά της βροχής που κυλούσαν για χιλιάδες χρόνια ανάμεσα από
τις ρωγμές των ασβεστολιθικών πετρωμάτων είχαν αποθέσει τον ασβεστίτη που έπεφτε σταγόνα σταγόνα δημιουργώντας με τα αποθέματα συνθέσεις που για τα δικά μου μάτια φάνταζαν μοναδικές! Κουρτίνες από πετρώματα που τα είχαν σκεπάσει τα φύκια και τα κοράλλια, σταλαγμίτες που έμοιαζαν
με τεράστιους κίονες που στήριζαν κομμάτια της οροφής μιας φανταστικής αίθουσας … γιατί ποιος γνωρίζει σε ποια χρονολογική περίοδο κάποιος ισχυρός σεισμός που μετακίνησε τις τεκτονικές πλάκες των Ηπείρων
γκρέμισε κομμάτια από την οροφή της σπηλιάς και αργότερα που την σκέπασαν τα νερά του ωκεανού κοράλλια αγκάλιασαν τα ανοίγματα ,
όστρακα και φύκια πιάστηκαν στα ασβεστολιθικά πετρώματα και τα
σκέπασαν με χρώματα και σχήματα.

Μαγεμένη στάθηκα ξεχνώντας ακόμα και να ανασάνω για να χαζεύω
με δέος αυτό το ξεχωριστό θέαμα ενώ ο Λούκας προσπαθούσε να
πάρει τις καλύτερες λήψεις με την κάμερα .
Το φως από τις αχτίνες του ήλιου που τις διαθλούσε το νερό έμπαινε
ορμητικά μέσα από τα ανοίγματα και δημιουργούσε την εντύπωση πως έπλεες μέσα σε ένα καταγάλανο σύννεφο ενώ γύρω σου οργίαζαν όλες
οι αποχρώσεις του μπλε, του πράσινου, με κόκκινες , κίτρινες, πορτοκαλί πινελιές, με αστραφτερά λευκοκίτρινα όστρακα που ανοιγόκλειναν τα
οστέινα ανοίγματα τους προσπαθώντας να τσακώσουν οτιδήποτε πλησίαζε, με πορτοκαλόχρωμα αραχνοειδή φύκια και μια ατελείωτη ποικιλία από
ψάρια που δεν έμοιαζαν να εντυπωσιάζονται από την παρουσία μας
και πλησίαζαν τόσο κοντά μας που μπορούσαμε να χαϊδέψουμε τις
λευκές κοιλιές τους .
Ήταν εκείνος που μου έκανε νόημα να σταματήσω να χαζεύω γύρω μου
στην σπηλιά και να κοιτάξω καλύτερα σε ένα συγκεκριμένο μέρος και
τότε… τα είδα! Τα κοράλλια και τα φύκια τα είχαν καλύψει καλά όλα αυτά
τα χρόνια που βρισκόταν θαμμένα στην αγκαλιά τους, όμως κάτι στο σχήμα φαινόταν πως δεν ήταν έργο της φύσης ….Μάλλον σαν σκουπίδια
πεταμένα σε μια γωνιά έμοιαζαν αλλά και πάλι …
Σεντούκια? Ξύλινα κιβώτια ένα ήταν μεγάλο όσο μια ντουλάπα δυο
τρία μικρότερα, πεταμένα άτακτα στον πάτο της σπηλιάς!
Πως στο καλό είχαν βρεθεί εκεί?
Ο Λούκας κινηματογραφούσε την κάθε μας κίνηση πλέον, πλησιάσαμε
να δούμε από κοντά. Τα ξύλα είχαν σχεδόν σαπίσει από την χρόνια παραμονή τους μέσα σε αυτά τα νερά και μόνο τα κοράλλια που τα συγκρατούσαν και είχαν πάρει το σχήμα τους κρατούσαν το
περιεχόμενο τους και δεν είχε σκορπιστεί .
Μια άχλη από θολό νερό σηκώθηκε όταν ακούμπησα το χέρι μου και
αυτό που κατάφερα να πιάσω ήταν ένα κομμάτι από κάτι λευκό … ένα κομμάτι πιάτου από λευκή πορσελάνη με χρυσή μπορντούρα και μικροσκοπικά ρόδινα λουλουδάκια … ένα δεύτερο κομμάτι λίγο
μεγαλύτερο έδειχνε να δένει η χρυσή διακόσμηση με ένα οικόσημο …
ένα λιοντάρι αγκάλιαζε μια σημαία με τρία αστέρια και ένα διαγώνιο σπαθί, επάνω από το κεφάλι του τρεις κρίνοι ενωμένοι σχημάτιζαν μια κορώνα!
Ήταν ένα πανέμορφο σχέδιο που θα μπορούσα να το χαζεύω ώρες!
Σκεφτόμουν πως αυτό το όμορφο σερβίτσιο βρισκόταν χρόνια θαμμένο
εδώ κάτω, ίσως και αιώνες και για πρώτη φορά το έβλεπε κάποιος
ξανά και αυτός ο κάποιος ήμουν εγώ !
Ο Λούκας μου έδειξε δυο μπουκάλια που είχε ξεθάψει λίγο παραδίπλα ανάμεσα από τα κοράλλια και μου έκανε νόημα να τα βάλω στο μικρό
δίχτυ που είχε φέρει μαζί του, μαζί με τα κομμάτια πορσελάνης που
κρατούσα και μετά τα κρέμασε όλα στην μέση του.
Ήθελα τόσο πολύ να ψάξω ανάμεσα στα μισοσαπισμένα ξύλα, σίγουρα
θα υπήρχε και ένας θησαυρός ανάμεσα στα πιατικά και τα μπουκάλια,
πάντα υπήρχε θησαυρός με χρυσά κοσμήματα, νομίσματα, μαργαριτάρια
και πολύτιμα πετράδια …
Είχαν βρει ένα ναυάγιο, γι αυτό αυτή η έξαψη και ο ενθουσιασμός τους
και σίγουρα αυτό το ναυάγιο δεν θα είχε μόνο κουζινικά μέσα, εκεί μέσα
θα υπήρχαν και πολύ πιο πολύτιμα πράγματα να βρούμε!
Κοίτα να δεις που σκεφτόμουν σαν γέρος χρυσοθήρας, λες και εγώ το
είχα βρει και είχα και δικαίωμα στην μοιρασιά του θησαυρού!
Ψαχούλευα ανάμεσα στα φύκια σηκώνοντας την λάσπη του βυθού μέχρι
που δεν έβλεπα τίποτα και μόνο όταν με έπιασε από το χέρι και με τράβηξε μακριά ο αγαπημένος μου δείχνοντας μου ταυτόχρονα το ρολόι κατάλαβα πως ήταν ώρα να βγούμε από εκεί .
Μόλις θα ανεβαίναμε στην παντόφλα θα είχε να μου δώσει πολλές
εξηγήσεις για όλα αυτά!
Αυτή την φορά ευτυχώς δεν θα περνούσαμε μέσα από το πηγάδι,
ο Λούκας κατευθύνθηκε προς τα ανοίγματα στην οροφή της σπηλιάς ,
δεν υπήρχε πια λόγος να με εντυπωσιάσει περνώντας με μέσα από το
πηγάδι που ήρθαμε, τώρα απλά θα βγαίναμε στην επιφάνεια και θα
μας μάζευαν από το πλοιάριο οι άλλοι δυο.
Μόνο που … περισσότερο τον ένοιωσα τον κίνδυνο πριν τον δω …
Ήταν μια σκιά που πέρασε επάνω από τα ανοίγματα, αργά σαν
να κυλούσε ένα σύννεφο στον ουρανό!
Μα δεν ήταν σύννεφο, ήταν αυτό που φοβάται πως θα συναντήσει
κάθε δύτης που σέβεται τον εαυτό του στον ανοιχτό ωκεανό, ήταν ένα τεράστιο τέρας, τουλάχιστον δεκαπέντε πόδια μακρύ από το κεφάλι
μέχρι την άκρη της μυτερής ουράς του που έφερνε γύρες επάνω μας!
Κανένας δεν θα μπορούσε να μη ξέρει αυτό το χοντρό βαρελίσιο σχήμα
με το όρθιο ραχιαίο πτερύγιο και στην απόληξη της μεγάλης ουράς του
τον υπερβολικά μεγάλο άνω λοβό που του δίνει την δυνατότητα να σκίζει
με ευελιξία χορεύτριας τα νερά.
Ένας καρχαρίας τίγρης ! Ώστε αντικρίσαμε τελικά τον υπέροχο Τζόνυ
που μάλλον ενοχλήθηκε από την απρόσκλητη επίσκεψή μας στο πηγάδι του και αποφάσισε να λύσει αυτοπροσώπως την δυσαρέσκειά του μαζί μας .
Ώρα να συστηθούμε κάτι που δεν θα το ήθελα καθόλου!
Το πρώτο που σκέφτηκα είναι πως δεν θα έφτανα ποτέ στην επιφάνεια, τουλάχιστον όχι ολόκληρη…. Μάλλον δεν θα έφτανα καθόλου με αυτό το τέρας να κόβει βόλτες γύρω μας και μετά σκέφτηκα πως δεν ήθελα να πεθάνω , δεν ήμουν έτοιμη να πεθάνω ακόμα!
Φαίνεται πως ο φόβος μου έμοιαζε με φωτεινή επιγραφή νέον επάνω μου γιατί ο αγαπημένος μου με άρπαξε από τον αγκώνα και με έσπρωξε
πίσω στην σπηλιά , κάνοντας μου νόημα να παραμείνω ακίνητη εκεί
που βρισκόμουν και πως εκείνος θα ανέβαινε στο σκάφος και θα
ερχόταν να με πάρει .
Δεν ήξερα ποιο ήταν το χειρότερο!
Να μείνω ολομόναχη παρεούλα με το τέρας ή να τον ακολουθήσω
στην ανοιχτή θάλασσα πάλι παρεούλα με το τέρας?
Αν μπορούσα θα έβαζα τα κλάματα ή ακόμα καλύτερα θα έβαζα μια
προπέλα στα πόδια μου και θα γινόμουν πύραυλος για να ανέβω στην επιφάνεια, όμως του είχα εμπιστοσύνη.
Εκείνος ήξερε τι να κάνει και σίγουρα φορτωμένος με μια κάμερα για
μοναδικό του όπλο και με μια φοβισμένη γυναίκα δεν θα μπορούσε
να ανέβει τα μέτρα που μας χώριζαν από το σκάφος.
Χώθηκα κάτω από μια προεξοχή καθώς τον έβλεπα να φεύγει και να ανεβαίνει αργά στην επιφάνεια ενώ το τεράστιο ψάρι έφερνε νωχελικά βόλτες, φτάνοντας μέχρι εκεί που μπορούσα να διακρίνω να γίνεται μια μοναχική θολή φιγούρα και γυρνώντας ξανά πίσω, παρακολουθώντας τον αγαπημένο μου που στριφογύριζε καθώς ανέβαινε αργά ώστε να έχει μόνιμα οπτική επαφή μαζί του.
Κάποια στιγμή δεν έβλεπα πλέον τίποτα, το μεγάλο ψάρι συνέχιζε να
φέρνει γύρες επάνω από το κεφάλι μου οπότε ήμουν απόλυτα σίγουρη
πως ο Λούκας τα κατάφερε να φτάσει επάνω στο σκάφος αν και αυτό
που άρχισε πια να με ανησυχεί ήταν πως ο αέρας στις μπουκάλες μου
ήδη βρισκόταν στο τέλος του, δεν θα είχα περισσότερα από 3΄ λεπτά
ανάσας και μετά?
Θα μπορούσα να κρατήσω την αναπνοή μου για 2΄ τουλάχιστον, σύνολο
ένα πεντάλεπτο για να επιστρέψει ο Λούκας κοντά μου και να με ανεβάσει στην επιφάνεια…
Κανονικά θα έπρεπε να πανικοβληθώ αλλά αυτή την φορά δεν άφησα
τον εαυτό μου να χάσει την ανάσα του, ήταν πολύτιμος ο αέρας μου
για να τον σπαταλήσω σε διπλή ανάσα .
Χαλάρωσα και σκέφτηκα πως όταν θα ξέφευγα από αυτή την κατάσταση
θα είχα όλη την ευκαιρία να του σπάσω το κεφάλι για την όμορφη ιδέα του
να με κατεβάσει εδώ … μα και πάλι… ήταν τόσο όμορφα όλα αυτά,
αν εξαιρέσουμε το ψαράκι από πάνω μου που περίμενε να τσιμπολογήσει κανένα πόδι ή τον αέρα μου που τελείωνε …που τελείωσε χωρίς να το καταλάβω !
Ούτε μια φυσαλίδα δεν έβγαινε πια από το επιστόμιο και εγώ προσπαθούσα να μην κάνω καμία κίνηση που θα μπορούσε να με στείλει να συναντήσω
τον δημιουργό μου … άρχισα να ζαλίζομαι από την προσπάθεια ,
τα αυτιά μου πόναγαν από την πίεση, το στομάχι μου το ένοιωθα
να ακουμπά στην σπονδυλική μου στήλη, κοίταξα το ρολόι μου …
ένα λεπτό χωρίς ανάσα και ο δείκτης στα δευτερόλεπτα κυλούσε
γρήγορα … ήταν τόσο επιτακτική η ανάγκη πια να πάρω ανάσα
που τα μάτια μου θόλωσαν και … τότε κάτι με άρπαξε από το
πόδι και έχασα την ψυχραιμία μου!

Άνοιξα το στόμα μου να ουρλιάξω και κατάπια μισό τόνο νερό, άρχισα
να παλεύω και να γρατζουνάω για να ξεφύγω μα ήταν ο Λούκας που
με είχε ακινητοποιήσει και προσπαθούσε να μου χώσει στο στόμα
ένα καινούργιο επιστόμιο … επιτέλους αέρας!
Είχε έρθει από την σήραγγα γι αυτό και δεν τον είχα δει και κουβαλούσε
μαζί του μια γεμάτη μπουκάλα οξυγόνο . Μου έδωσε ένα λεπτό να πάρω ανάσα, να συνέλθω και μου χάρισε ένα μεγάλο χαμόγελο λίγο παραμορφωμένο από την πίεση της μάσκας και μετά μου ξαναπήρε
τον αέρα, θα τον μοιραζόμαστε μέχρι να φτάσουμε στην επιφάνεια!
Στα χέρια του κρατούσε την ατσάλινη βέργα με την εκρηκτική κεφαλή
αν τυχόν αποφάσιζε το τέρας να πλησιάσει για να δοκιμάσει την γεύση μας και είχε δεμένη στον μηρό του την ζώνη με τα υπόλοιπα εκρηκτικά …
μου έκανε νόημα πως αρχίζουμε την άνοδο και κοιτώντας τα μάτια του, τεράστια μέσα από το γυαλί της μάσκας κατάλαβα πως θα τα καταφέρναμε.
Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε τόσο απελπιστικά αργά που μου φάνηκε αιώνας
το κάθε μέτρο που κάναμε με τον καρχαρία να πηγαινοέρχεται γύρω μας,
να μας κοιτάζει με το τρομαχτικά ψυχρό βλέμμα του.
Ήμουν σίγουρη πως μας αναμετρούσε για το επόμενο γεύμα του!
Ήξερα πως το εκρηκτικό δεν θα του έκανε και μεγάλη ζημιά αν ο στόχος
δεν ήταν τουλάχιστον το μάτι του και ο Λούκας δεν θα προλάβαινε να
περάσει δεύτερο στην βέργα αν αυτό το τέρας το έπιανε φρενίτιδα
από ένα αποτυχημένο χτύπημα. Ωστόσο ήταν κάποια παρηγοριά να
μην είμαστε εντελώς άοπλοι και ανίσχυροι απέναντι του.
Ανεβαίναμε σχεδόν αυτοκόλλητοι ο ένας με τον άλλον με τις πλάτες μας κολλημένες ώστε να μην χάνουμε καθόλου την οπτική επαφή μαζί του,
ενώ οι κύκλοι που έκανε γύρω μας είχα την εντύπωση πως όσο πήγαινε
και γινόταν πιο μικροί.
Ήθελα να ανέβω σαν μπαλόνι στην επιφάνεια αλλά ο Λούκας κρατούσε
τον χρόνο που χρειαζόμαστε για αποσυμπίεση , για την ώρα που ήμασταν στον βυθό και έτσι για να μην γίνω πραγματικό μπαλόνι όταν το άζωτο
στο αίμα μου σχημάτιζε ωραιότατες μπουρμπουλήθρες αν ανέβαινα γρηγορότερα , ηρέμησα και ακολουθούσα τον ρυθμό του.
Έβλεπα ήδη την σκιά από το σκάφος επάνω μας και αυτό μου έδινε
κουράγιο και έφτιαξε και την διάθεση μου.
Δυο ζευγάρια χέρια με άρπαξαν σαν πνιγμένο γατί από τους ιμάντες
που συγκρατούσαν τις μπουκάλες στην πλάτη μου και με πέταξαν
σχεδόν στο ξύλινο κατάστρωμα της παντόφλας ενώ ο Λούκας με πιο αριστοκρατικό τρόπο ανέβηκε ολομόναχος από την σκάλα αλουμινίου
και ενώ εγώ προσπαθούσα να πάρω ανάσα και να βρω την ψυχραιμία μου πριν αρχίσω να τους κοπανάω όλους με κανένα βατραχοπέδιλο εκείνος
ήδη γελούσε και αστειευόταν με τους άλλους δυο σαν να μην είχε συμβεί τίποτα!
Επάνω στο μεταλλικό τραπεζάκι του καταστρώματος ήταν οι δυο
μπουκάλες και τα θραύσματα από το πορσελάνινο πιάτο που γυάλιζαν
κάτω από το δυνατό φως του ήλιου σαν μαργαριτάρια!
Ο καρχαρίας, ο κίνδυνος, ο φόβος είχαν ήδη ξεχαστεί από αυτούς, μόνο
τα δικά μου γόνατα είχαν ένα μικρό τρέμουλο που ήλπιζα να το
αποβάλω στα επόμενα δέκα χρόνια!
Ανέλαβε ο Λούκας να μου εξηγήσει , πως είχαν βρει κατά τύχη το ναυάγιο
και ψάχνοντας τα κομμάτια του είχαν ανακαλύψει και την σπηλιά.
Από την επόμενη μέρα θα γινόταν καταγραφή σε ότι είχαν βρει αν και
τα κομμάτια του ναυαγίου είχαν σκορπίσει από τους τυφώνες και τα
κύματα του ωκεανού και ότι είχε απομείνει ήταν μέσα στην σπηλιά και ορισμένα μεταλλικά αντικείμενα αγνώριστα και διαβρωμένα από την
αλμύρα διασκορπισμένα γύρω από τα ανοίγματα της οροφής.
Δεν υπήρχε κάτι αναγνωρίσιμο προς το παρόν ώστε να ξέρουν την
ταυτότητα του πλοίου που είχε ναυαγήσει και τον προορισμό του …
Όμως είχαν βρει τα μπουκάλια με το άγνωστο περιεχόμενο… κρασί
έλεγαν πως θα ήταν, πρώτης ποιότητας που το μετέφερε στα αμπάρια του
το πλοίο με προορισμό τις Ανατολικές Ινδίες και το σπίτι κάποιου
πλούσιου εγγλέζου αξιωματικού … από φαντασία η παρέα διέθετε
πάντως μπόλικη!
Το σίγουρο ήταν πως τα μπουκάλια αποτελούσαν τεκμήριο όπως
και τα κομμάτια της πορσελάνης και δεν είχαμε το δικαίωμα να τα
πειράξουμε γιατί θα έπρεπε να παραδοθούν στις τοπικές αρχές
μόλις πιάναμε λιμάνι και πάλι.
Μα ποιος μπορούσε να αντισταθεί σε ένα ποτήρι παλιό καλό κρασί
άριστα διατηρημένο τριάντα μέτρα κάτω από την επιφάνεια της
θάλασσας για περισσότερο από διακόσια χρόνια?
Για ένα μπουκάλι τουλάχιστον θα μπορούσαμε να παρανομήσουμε!
Με ευλάβεια παρακολουθούσαμε τον Λούκας να προσπαθεί να ανοίξει
το σκούρο μπουκάλι χωρίς να σπάσει τον φελλό που γλίστρησε απαλά
και βγήκε με ένα μικρό ΄πλοπ΄ και μετά με θεατρικές κινήσεις που ποιος
ξέρει που τις είχε δει μου έκανε μια μικρή υπόκλιση και έγειρε το
μπουκάλι να στάξει λίγο από το υγρό στο τσίγκινο φλιτζάνι μου.

«Οι κυρίες προηγούνται» είπε και κάτι σκούρο, πολύ σκούρο κύλησε από
το μπουκάλι. Δεν νομίζω πως θα μου άρεσε να ήμουν η πρώτη που θα
το δοκίμαζε, μα έπαιξα και εγώ τον ρόλο μου, το έφερα στην μύτη μου
όπως είχα δει να κάνουν δοκιμές στο κρασί και μύρισα κάτι που έμοιαζε
με σάπιο φρούτο και μετά απλά το άγγιξα στα χείλη μου για να πάρω
μια απαίσια γεύση ξινίλας !!
Κάθε άλλο παρά είχε διατηρηθεί αυτό το κατασκεύασμα που ούτε για
ξύδι δεν έκανε πια και οι υπόλοιποι που βιάστηκαν να δοκιμάσουν
τώρα το έφτυναν με αηδία και έπλεναν το στόμα τους με θαλασσινό νερό !
Μετά την εμπειρία της συνάντησης με τον Τζόνυ θα προτιμούσα να πιω τουλάχιστον μια ροζέ Moet αντί γι αυτό το ξινοζούμι … αλλά φυσικά
στην μέση του πουθενά θα συμβιβαζόμουν και με κάτι λιγότερο!
Πήγα κατ΄ ευθείαν στο μικρό ψυγειάκι πίσω από την τιμονιέρα και ανάμεσα στα γυάλινα βαζάκια με τα αγνώστου ταυτότητας θαλασσινά δείγματα
που έπλεαν μέσα, τους δοκιμαστικούς σωλήνες, δυο σάντουιτς με τόνο
που είχαν λήξει την προηγούμενη εβδομάδα, ένα γάλα και αυτό ληγμένο υπήρχε μια συσκευασία παγωμένες pills!
«Ποιος θέλει παγωμένη μπυρίτσα?» ρώτησα τα αγόρια και τα χαρούμενα μουγκρητά τους μου έδειξαν πως επιτέλους είχα και εγώ μια πετυχημένη
ιδέα για εκείνη την ημέρα!


                                                                 Levina







19.4.12

scuba diving ή αλλιώς ... Καθημερινές καταστάσεις!

Πάντα μου άρεσε ο κόσμος της θάλασσας, ειδικά σε μέρη που ήξερα πως δεν θα μπορούσα ποτέ να πάω, να εξερευνήσω μόνη μου … αυτά ξεσήκωναν την φαντασία μου ! Από εκεί μου προέκυψε αυτό το μικρό διήγημα …
Πάμε για scuba diving?





Είχε μια περίεργη ηρεμία εκείνη η μέρα.
Ήταν και αυτό το….«εντάξει ξυπνοπούλι μου, άντε να σε δω τι ξέρεις!»
που ξύπνησε μέσα μου την διάθεση για περιπέτεια !
Ήθελα να δω και από κοντά τι στο καλό κάνει ο αγαπημένος μου
όλη μέρα σε αυτό το περίεργο σκάφος που τον κρατά αιχμάλωτο
μακριά μου, ειδικά τις τελευταίες ημέρες.
«Spirit of the Sea» έτσι το λένε αυτό το ασουλούποτο πλοιάριο
με την υπερυψωμένη κατασκευή που έμοιαζε να αιωρείται στο
κενό πάνω από ένα μακρουλό σκαρί γύρω στα πενήντα πόδια,
όμοιο με καφετιά κακοφορεμένη παντόφλα. Όσο και αν το έβαφαν
και το φρόντιζαν , φώναζε τους αιώνες κατασκευής του από μακριά.
Μόνο που το εξωτερικό του δεν είχε καμία σχέση με ότι έκρυβε στο
εσωτερικό του που έμοιαζε περισσότερο με θάλαμο διαστημόπλοιου,
γεμάτο υπολογιστές, οθόνες, όργανα με παράξενους θορύβους,
μετρητές, μικρές δεξαμενές γεμάτες θαλασσινό νερό και ράφια,
δεκάδες μεταλλικά ράφια κατάφορτα με χιλιάδες άσχετα μεταξύ τους πράγματα, από ντοσιέ που ξεχείλιζαν από μέσα τους χαρτιά μέχρι
διάφορα εργαλεία αγνώστου ταυτότητος, προέλευσης και προορισμού.

Σαλπάραμε ξημερώματα για τους υφάλους στο δυτικό άκρο του
ακρωτηρίου της Χρυσής Άρκτου.
Ένα κομμάτι βράχου που έμοιαζε με καμπουριασμένη αρκούδα , συσπειρωμένη , έτοιμη να χιμήξει και ήταν τα ψήγματα μετάλλου
μέσα στο πέτρωμα που έκαναν το ακρωτήρι να λάμπει σαν μεγάλο
κομμάτι χρυσού κάτω από το φως του ήλιου.
Τον Πάτρικ και τον Τζόνι που ήταν μαζί μας τους γνώριζα από παλιά..
Απίστευτοι τύποι οι δυο τους, ο Πάτρικ ξανθός με γένια ημερών λεπτός
και μυώδης, μαυρισμένος από τις ατελείωτες ώρες στην θάλασσα και
ο Τζόνι ένας γίγαντας με ήρεμα μάτια που μιλούσε σπάνια και το
δέρμα του γυάλιζε σαν καλά λουστραρισμένο κομμάτι από μαύρο έβενο.
Αν τους έβλεπε κανένας στον δρόμο μάλλον θα τους περνούσε για
άστεγους με το χαλαρό ύφος, τα στραπατσαρισμένα χιλιομπαλωμένα
ρούχα τους και τα πρόσωπά τους που πάνω ήταν αποτυπωμένα όλα
τα χνάρια της θάλασσας με τόσες ώρες που περνούσαν μέσα σ΄ αυτήν.
Κάθε άλλο παρά έμοιαζαν για δυο διακεκριμένους ωκεανολόγους.
Μετά από τα πρώτα λεπτά που πάτησα το πόδι μου στο σκάφος και
με χαιρέτησαν με ένα απλό ανασήκωμα στους ώμους σα να ήταν
καθημερινό φαινόμενο να φιλοξενούν γυναίκες στις εξορμήσεις τους, αγνόησαν παντελώς την παρουσία μου εκεί και άραξαν κάτω από
τον πρωινό ήλιο με τον εξοπλισμό των καταδύσεων μπροστά στα
πόδια τους να μετράνε, να συζητάνε, να βιδώνουν και να ξεβιδώνουν
τα όργανα με σίγουρες μηχανικές κινήσεις που έδειχναν την πολύχρονη
πείρα τους σε αυτό που έκαναν. Όταν βαρέθηκαν να ασχολούνται με όλα
αυτά τα μαραφέτια εξαφανίστηκαν στο εσωτερικό του σκάφους
και δεν ξαναφάνηκαν.

Ο Λούκας, ο αγαπημένος μου, έμεινε στην τιμονιέρα και εγώ άραξα
στο κάθισμα του ψαρέματος!
Ναι διέθετε και κάθισμα ψαρέματος αυτό το τερατούργημα, με όλα τα
κομφόρ, με περιστροφική βάση 180ο, με βάσεις για τα καλάμια ψαρέματος,
με τους ιμάντες έτοιμους στις υποδοχές τους να δεθεί αυτός που θα
ψάρευε ώστε να μη τον παρασύρει το κτήνος που θα πιάσει στην ανοιχτή θάλασσα αυτόν και το καλάμι του.
Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν τους είχα δει να φέρνουν ούτε λέπι
στην επιστροφή από τις εξορμήσεις τους στον ωκεανό, οπότε δεν καταλάβαινα και σε τι χρησίμευε αυτό το κάθισμα που έπιανε το
μισό πίσω κατάστρωμα με τον όγκο του!
Είχαμε τρεις ώρες πορεία από ότι τους άκουσα να λένε οπότε φαινομενικά
θα έπρεπε να φτάνουμε στον προορισμό μας.
Η ακτογραμμή φαινόταν καθαρά στα αριστερά μας ενώ από τα δεξιά κάθε τόσο συναντούσαμε μικρά νησάκια που η κατάλευκη άμμος τους έπιανε
το φως του ήλιου και το αντικατόπτριζε σε διαμάντια.
Μικρές λωρίδες άμμου που τις περιέβαλλαν κοραλλιογενείς βράχοι
και αυτοί κρατούσαν τα κύματα του ωκεανού που έσκαγαν με δύναμη, ρυθμικά με ένα υπόκωφο θόρυβο που έμοιαζε με ένα συνεχόμενο μπουμπουνητό.
Πολύ θα ήθελα να πω στον αγαπημένο μου να με αφήσει εκεί σε ένα
νησάκι και να έρθουν όταν τελειώσουν να με μαζέψουν αλλά θα έχανα
το καλύτερο, να ανακαλύψω τι κάνουν όλη μέρα, κάθε μέρα αυτοί οι
τρεις τύποι έξω στην θάλασσα.
Γι αυτό και κράτησα το στόμα μου κλειστό, κάτι πρωτοφανές για τα
δικά μου δεδομένα και παρακολουθούσα κάθε κίνηση με την
άκρη του ματιού μου.
Κόντευε μεσημέρι και δεν είχαμε ανταλλάξει περισσότερες από δέκα κουβέντες που οι εννιά ήταν σχετικές με τον καιρό που θα έκανε μέχρι
να βραδιάσει και για την θερμοκρασία της θάλασσας … ενώ στο μεταξύ ανέβαινε η δική μου θερμοκρασία καθώς άρχιζα να τσουρουφλίζομαι
κάτω από τον καυτό ήλιο του μεσημεριού .
Κάποια στιγμή που πήγα να βγάλω τα ρούχα μου να πάρω λίγο αέρα
και φυσικά να δείξω και το καινούργιο μου μπικίνι, ο Λούκας έβαλε τις
φωνές σα να είδε μπροστά του ολοζώντανο τον Μόμπυ ντικ!
« Δεν σου έχω πει πως σε αυτά τα κλίματα αν μείνεις με γυμνό δέρμα
σε μισή ώρα θα έχεις γίνει κάρβουνο?» Είχε δίκιο, δεν θα ήθελα το
βράδυ να κυκλοφορώ με γιαούρτια για κατάπλασμα στην μούρη και
στους ώμους μου και έτσι παρέμεινα με το καλό μου t-shirt που είχε
μπροστά και μια γελοία στάμπα … γελοία τώρα το λέω γιατί όταν το
πήρα μου φάνηκε έξυπνο το moto «the biggest is yours» με την
εικόνα της τεράστιας κατακίτρινης φωσφοριζέ μπανάνας και τα δυο καταπράσινα μάνγκο να του κάνουν παρέα καταμεσής στο στήθος μου!
Για να φτιάξω ακόμα καλύτερη την εικόνα μου πασαλείφτηκα με το
αντηλιακό όπου υπήρχε εμφανές δέρμα, στις γάμπες, στα μπράτσα μου
και στο πρόσωπο…
αυτό ειδικά το περιποιήθηκα με μια γερή στρώση λευκής κρέμας που
την ένοιωθα και αυτή να λιώνει επάνω μου από την ζέστη και να
κατρακυλά στον λαιμό μου προκαλώντας μου αφόρητη φαγούρα.

Νομίζω πως είχα πέσει σε ληθαργική κατάσταση από την ζέστη ,
την βαρεμάρα και το μονότονο βουητό της μηχανής του σκάφους,
μαζί με το εξ ίσου μονότονο σκαμπανέβασμα στα μικρά κύματα, όταν
η φωνή του Λούκας με ξύπνησε και τους είδα ξαφνικά και τους τρεις
να είναι απόλυτα αφοσιωμένοι επάνω από το βυθόμετρο να βγάζουν ακατάληπτους ήχους και να γελάνε λες και μόλις είχαν ανακαλύψει την βυθισμένη Ατλαντίδα εκεί στην άκρη των τροπικών που ούτε παλιό δουλεμπορικό δεν θα διάλεγε για να βρει έναν αξιοπρεπή θάνατο
σε αυτά τα ζεματιστά νερά.
Πολύ θα το ήθελα να έβλεπα και εγώ τι τους έκανε τόσο χαρούμενους,
όμως ήταν ολοφάνερο πως δεν ήθελαν να με συμπεριλάβουν στην
ομάδα , αν και η περιέργειά μου είχε χτυπήσει κόκκινο, όμως είχα
και μια αξιοπρέπεια, δεν θα χωνόμουν εκεί που δεν με σπέρνουν.

Σιγά! Με δυο αγκωνιές και τρεις σπρωξιές βρέθηκα ανάμεσα τους να
κοιτάζω και εγώ μια μικρούλα οθόνη το πολύ 7 ιντσών να δείχνει ψαράκια
να περνάνε κάτω από πλοίο παντόφλα, να δείχνει δεκάδες ακατανόητα νούμερα και σκαμπανεβάσματα στο βυθό… τουλάχιστον αυτά τα καταλάβαινα. Το γέλιο και την χαρά δεν καταλάβαινα εκτός αν ήταν
να ψαρέψουμε και όχι να κάνουμε κατάδυση.
Επιτέλους κάποιος μου έδωσε σημασία … ο αγαπημένος μου , αφού ψιθύρισε κάτι με τους άλλους δυο που μάλλον φαινόταν να φέρνουν αντιρρήσεις γι αυτό που επρόκειτο να κάνει , μου έκανε νόημα να
φορέσω την ελαστική μου φόρμα για να πέσουμε στο νερό.

Άλλο που δεν ήθελα, πριν το μετανιώσει άρχισα να στριμώχνομαι μέσα
στο νεοπρέν που με έσφιγγε σαν τεράστιο καλσόν δυο νούμερα μικρότερο από το μέγεθος μου. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί σε αυτά τα
διάφανα ζεστά νερά έπρεπε να φοράμε τις καταδυτικές στολές μας,
όμως προτίμησα να καταπιώ την απορία μου βλέποντας μια μικρούλα διαμάχη να ξετυλίγεται στην άλλη άκρη ανάμεσα στους τρεις άντρες
και ήμουν σίγουρη πως η παρουσία μου ήταν η αιτία!
Μα τι στο καλό τους είχε πιάσει , τόσες ώρες δεν είχαν μιλήσει, γιατί
δεν ήθελαν να κατέβω κάτω?
Έριξα μια ματιά από την κουπαστή και … όχι αυτά δεν ήταν τα νερά
που πλέαμε πριν … αυτά ήταν σχεδόν μαύρα και με το ελαφρύ αεράκι
που φύσαγε γεμίζοντας ρυτίδες την σκούρα επιφάνεια, δεν έβλεπα τίποτα! Λίγες μόνο εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα ο ωκεανός έσκαγε επάνω στους υφάλους, τεράστια κύματα που καβάλαγαν με βία την γραμμή των βράχων, εκτοξεύοντας βροχή από αφρούς με ένα μονότονο εκνευριστικό βουητό. Αφηρημένη δεν είχα προσέξει τίποτα από όλα αυτά και τώρα σχεδόν συμφωνούσα με τους άλλους δυο, καλύτερα να μην … μετά όμως , το
βράδυ που θα γυρίζαμε θα είχα να υποστώ και την πλάκα που σίγουρα
θα μου έκαναν και το ομολογώ πως δεν ήμουν έτοιμη για αρνητική κριτική
σε αυτή την φάση!
Είχα ήδη τσακωθεί με τους γονείς μου για τις διακοπές διαρκείας στο
πλάι του Λούκας, δεν μιλιόμασταν δηλαδή, είχα εγκαταλείψει την
δουλειά μου για να είμαι κοντά του στο νησί, είχα βρει δουλειά στο
μαγαζάκι με τα καταδυτικά εγώ ένα υποψήφιο ανερχόμενο αστέρι της δικηγορίας, εγώ η πανέξυπνη κόρη της μις Φράουλα Δυτικών Πολιτειών
του 19…(δεν λέω χρονολογία)!!
Καλά όλα αυτά αλλά τώρα είχα καταπιεί την γλώσσα μου και παρακαλούσα να σπάσει το φερμουάρ της στολής .. δεν μου έκανε την χάρη.
Να μην δουλεύει η μπουκάλα … ούτε αυτή μου έκανε την χάρη.
Να έχει τρύπα ο σωλήνας του αέρα? … ούτε αυτός μου έκανε την χάρη.
Τουλάχιστον που ήμαστε για να ξέρω που θα άφηνα την τελευταία μου πνοή?
«Επάνω από την λίμνη του Τζόνυ» με πληροφόρησε ο αγαπημένος μου
και δεν ξέρω γιατί ανατρίχιασα! Σίγουρα δεν μιλούσε για τον συνοφρυωμένο φίλο του που με κοιτούσε με μισό μάτι λίγα μέτρα πιο πέρα και εγώ κάτι
άλλο ξέρω και λένε Τζόνυ σε αυτά τα νερά και σίγουρα ούτε να τον συναντήσω έχω επιθυμία, ούτε στην λίμνη του να μπω!
«Κανόνισε να την φέρεις πίσω … ολόκληρη!» σφύριξε μέσα από τα
δόντια του ο κανονικός Τζόνυ στον αγαπημένο μου που του έριξε το
βλέμμα που είχε ο Γκίμπσον στο Φονικό όπλο … αν κρατούσε και το σαρανταπεντάρι του ήμουν σίγουρη πως θα του έριχνε!
«Δεν πιστεύω να φοβάσαι μωρό μου , θα είσαι συνέχεια μαζί μου, δεν
θα απομακρυνθείς ούτε μισό μέτρο, το ακούς?» έγνεψα καταφατικά,
χωρίς να σχολιάσω αυτό το μωρό μου που μου ακούστηκε κάπως και
χωρίς να προσθέσω πως αν μπορούσα θα δενόμουν επάνω στην ζώνη
με τα βαρίδια που είχε δεμένη στην μέση του.
Πρώτος έφυγε εκείνος στα νερά, πέφτοντας από την κουπαστή με μια ανάποδη βουτιά και για δευτερόλεπτα χάθηκε , όμως γύρισε να πάρει
την κάμερα και τότε βούτηξα και εγώ ξοπίσω του, αν και προτίμησα τον
πιο απλό τρόπο από την μικρή σκάλα αλουμινίου, λέγοντας και ένα
ξόρκι για την καλοτυχία καλού κακού από μέσα μου!
Στην αρχή με τύλιξε η απόλυτη ησυχία των άγνωστων νερών, έμοιαζε
σαν να αιωρούμουν μέσα σε ένα βαρέλι με πηχτή μισοδιάφανη μελάσα
και δεν ξέρω τι ήταν αυτό που με τρόμαξε και απότομα πήρα δυο
απανωτές ανάσες με αποτέλεσμα να βουλώσει η βαλβίδα που μου
έφερνε αέρα για δευτερόλεπτα, μετά όμως κοιτάζοντας το απέραντο
κενό γύρω μου ηρέμισα, δεν φαινόταν ούτε λέπι όσο μπορούσα να δω
και έτσι άρχισα να παίρνω κανονικές ανάσες πια, η καρδιά μου ξαναβρήκε τους χτύπους της και κοίταξα το πρόσωπο του αγαπημένου μου που
με περίμενε να ηρεμήσω.
Νομίζω πως η γκριμάτσα που έβλεπα στο πρόσωπο του πίσω από
το στρογγυλό γυαλί της μάσκας ήταν ένα στωικό χαμόγελο.
«πάμε» μου έκανε νόημα και τον ακολουθούσα χτυπώντας τα πτερύγια
που φόραγα στα πόδια μου χωρίς να τον χάνω από τα μάτια μου.
Η λίμνη του Τζόνυ ήταν τελικά ένα σκούρο στόμιο στα πιο ρηχά νερά,
γύρω στα είκοσι μέτρα άνοιγμα που κατέβαινε κάθετα στον βυθό …
εμένα μάλλον για τεράστιο άπατο πηγάδι μου φάνηκε παρά για λίμνη,
αλλά δεν ήταν ώρα για να εκφράσω αντιρρήσεις επί της ονομασίας
κι εξ άλλου ο Λούκας ήδη είχε ανάψει τον προβολέα της κάμερας και κατέβαινε μπροστά μου μέσα στο στόμιο του πηγαδιού.
Αντίθετα από το κενό που ένοιωθα να υπάρχει γύρω μου στα ανοιχτά νερά,
η λίμνη έβριθε από ζωή.

Ένας τοίχος από κοράλλια, νομίζω πως διέκρινα στα πρώτα κι όλα
μέτρα τουλάχιστον έξη διαφορετικά είδη και εκατοντάδες πολύχρωμα
κοπάδια ψαριών που περνούσαν αδιάφορα μπροστά από την μάσκα μου , είχα την εντύπωση πως θα μπορούσα να τα χαϊδέψω !
Άπλωσα το χέρι μου να αγγίξω ένα μικρό λευκό κοράλλι με τούφες
από λαμπερές πράσινες αραχνοειδής απολήξεις που μέσα τους μπαινόβγαιναν κόκκινα μικροσκοπικά ψαράκια αλλά την ίδια στιγμή
δέχτηκα μια σκουντιά από τον πανικόβλητο Λούκας και τράβηξα το
χέρι μου δευτερόλεπτα προτού περάσει μπροστά μου μια τεράστια
σμέρνα με ένα θεόρατο κεφάλι, μικρά μοχθηρά μάτια και δόντια που μπορούσα να τα μετρήσω ένα ένα, χοντρή όσο η μέση μου, προτού
χωθεί ενοχλημένη από την παρουσία μας σε μια σκοτεινή τρύπα
πίσω από το κοράλλι.
Συνεχίσαμε την κατάβασή μας, αν και πια δεν τολμούσα ούτε να
απλώσω τα χέρια μου , ενώ ο Λούκας δεν σταματούσε να τραβά
με την κάμερα οτιδήποτε κυκλοφορούσε γύρω του και τα τοιχώματα
της λίμνης.
Ήμουν απόλυτα σίγουρη πως δεν βρισκόμασταν εκεί για να μου κάνει ξενάγηση αλλά και πάλι δεν είχα δει κάτι τόσο συνταρακτικό που να δικαιολογούσε την άρνηση των άλλων δυο να βουτήξω και εγώ μαζί του
σε αυτό το συγκεκριμένο σημείο, ούτε και την δική του επιμονή να τον ακολουθήσω. Είχαμε περάσει θαυμάσια μέρη, πολύ πιο ήρεμα και με
καθαρά νερά για να κατεβούμε, τι στο καλό θέλαμε σε αυτό το σκοτεινό πηγάδι καταμεσής στο πουθενά?
Αλλά και πάλι … τι ενδιαφέρον θα είχε να κάναμε κατάδυση στα γαλάζια διάφανα νερά με τους αμμώδεις βυθούς?
Ήμασταν ήδη δέκα λεπτά στο νερό και σχεδόν σε 35 μέτρα βάθος όταν
το φως του προβολέα μας έδειξε ένα σκοτεινό στενό άνοιγμα στον
τοίχο του πηγαδιού που χωρούσε να περάσει ένας άνθρωπος.

Δεν μου άρεσε αυτό !!


Τέλος 1ου μέρους_

Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...