17.11.11

Της Νύχτας τα Καμώματα!





Κουράστηκα να περιμένω……..
κουράστηκα κρεμασμένη όλη μέρα πάνω από το τηλέφωνο,
να φέρνω κολασμένους κύκλους στα άδεια δωμάτια, να ισιώνω
το βάζο με τις μαργαρίτες, το τασάκι στο τραπέζι, να ανοιγοκλείνω
ντουλάπια, να αλλάζω θέση στις πολυθρόνες, να παίζω με
την ηλεκτρική σκούπα που κάθε φορά που την ανοίγω έχω
την εντύπωση πως θα χτυπήσει το τηλέφωνο και δεν θα το ακούσω
ή θα το ακούσω αργά και δεν θα το προλάβω!
Η παράνοια έχει αρχίσει και χτυπάει την πόρτα μου,
βρίσκω την λύση σε ένα μπάνιο με καυτό νερό.
Τρίβω με λύσσα το κορμί μου σα να θέλω να σε διώξω
από πάνω μου, από μέσα μου, μέχρι που με πονάει το τρίχινο γάντι
και το πετάω σε μια γωνιά. Μάλλον δάκρυα είναι αυτά που
νοιώθω , αλλά δεν είμαι και σίγουρη, ίσως είναι το καυτό νερό
ή το σαμπουάν στα μάτια μου.

Νυχτώνει και χάνεται το φως, θα πρέπει να ανάψω καμία
λάμπα και ανάβω όλα τα φώτα του σπιτιού, ακόμα και τα κεριά
που είναι πάνω σε κάθε επιφάνεια, τραπέζια, κομοδίνα, πάγκους
και το σπίτι μοιάζει σαν φάρος μέσα στο σκοτάδι της νύχτας,
μήπως και το δεις από μακριά και θυμηθείς πως μου είχες πει
να σε περιμένω σήμερα.
Φυσικά το τηλέφωνο δεν μου κάνει την χάρη να χτυπήσει,
το κουδούνι της πόρτας παραμένει σιωπηλό και ακούω μόνο
την καρδιά μου να χτυπά στον ίδιο ρυθμό με το ράδιο
που αυτή την ώρα παίζει παλιές μπαλάντες για ερωτευμένους.
Νοιώθω πως το μυαλό μου θέλει να εκραγεί, χρειάζομαι
απεγνωσμένα αέρα, να βγω….να βρω…..δεν ξέρω τι, ποιόν;
Στέκομαι μπροστά στην ντουλάπα μου, ψάχνω ανάμεσα
στα ρούχα μου, τι θα φορούσα αν ερχόσουν απόψε κοντά μου;
Διάλεξα το μαύρο μου φόρεμα, μαύρες ψηλοτάκουνες γόβες….
όχι δεν είναι κατάλληλες για περπάτημα και εγώ θέλω
να περπατήσω, αλλά τις φοράω γιατί έτσι! Μου αρέσουν.
Έβρεχε!
Όλη την ημέρα έβρεχε και εγώ δεν το κατάλαβα καθώς
το μυαλό μου ήταν κολλημένο στο να σε περιμένω.
Τα πεζοδρόμια γυαλίζουν κάτω από τις λάμπες του δρόμου,
περπατάω γρήγορα και ακούω τον ήχο από τα τακούνια μου
να με ακολουθεί, έχει τόση ερημιά.
Σταγόνες βροχής πέφτουν στο πρόσωπο μου, παγωμένες,
τρυπάνε σαν βελόνες το δέρμα μου και έχει τόση ησυχία
στις σκοτεινές γωνιές του δρόμου.
Ποιος τρελός θα έβγαινε μέσα στα μεσάνυχτα μια κρύα νύχτα
με βροχή χωρίς λόγο;
Δεν θέλω να γυρίσω πίσω, ξεκίνησα για κάπου, μη με ρωτήσεις
για πού, ούτε εγώ το ξέρω! Σκέφτομαι πως δεν είμαι εγώ αυτή
που περπατάει βιαστικά χωρίς προορισμό, χωρίς λογική.
Ένα ζευγάρι περνάει βιαστικά δίπλα μου.......
τυλιγμένοι στα παλτά τους με βιαστικό βήμα χάνονται
στο βάθος του δρόμου αλλά προλαβαίνω να τους δω να
με κοιτάνε περίεργα και να κουνάνε το κεφάλι με αποδοκιμασία.
Τι περίεργο θέαμα θα είμαι! Με την βροχή να στάζει από
τα μαλλιά μου, χωρίς παλτό, χωρίς ομπρέλα, μια τρελή
με ψηλοτάκουνα να περπατά ολομόναχη στους άδειους δρόμους.
Σίγουρα θα νόμιζαν πως είτε το έχω σκάσει από άσυλο είτε
είμαι μεθυσμένη, έτσι όπως παραπατάω γλιστρώντας
στον βρεγμένο δρόμο και εγώ σαν μεθυσμένη νοιώθω.
Κάθομαι σε ένα σκαλοπάτι, δεν έχω άλλο το κουράγιο να
συνεχίσω. Δεν φοράω και ρολόι, αλλά μάλλον σε λίγο θα
ξημερώσει, βλέπω πως το σκοτεινό του ουρανού φεύγει σιγά σιγά.
Θα ξεκουράσω λίγο τα πόδια μου και …
τι πρόβλημα και αυτό να νοιάζομαι τόσο για σένα και εσύ να
με έχεις βάλει στην αναμονή…
με πεθαίνουν οι γάμπες μου…
μάλλον όχι, εγώ το κάνω αυτό, εγώ έβαλα τον εαυτό μου
στην δική σου άκρη……..
εσύ δεν μπορείς να μου κάνεις τίποτα!
Αυτή την νύχτα με τόσο νερό που έπεσε επάνω μου, ξέβαψες,
ξεθώριασες, σε βλέπω να κυλάς στα πόδια μου , να χάνεσαι
στην άκρη του δρόμου….
Η βροχή σταμάτησε, κόσμος αρχίζει και κυκλοφορεί.
Πάνε στις δουλειές τους οι άνθρωποι το πρωί.
Κάποιος πλησιάζει, κοντοστέκεται και νοιώθω να μου βάζουν
κάτι στο χέρι. Είναι μερικά σεντ που γυαλίζουν
σαν ασήμι στην χούφτα μου!
'' Για το λεωφορείο '' μου ψιθυρίζει και απομακρύνεται με
βιαστικά βήματα.
Να γελάσω ή να κλάψω?
Μάλλον για ξεπεσμένη πόρνη με πέρασε, πάλι καλά που
δεν με ρώτησε '' Αναδουλειές; ''
'' Φυσικά , θα του απαντούσα, με την βροχή πώς να
σταυρώσεις πελάτη στον δρόμο;''
Αυτό σηκώνει γέλιο, πολύ γέλιο και δεν μπορώ να συγκρατηθώ,
ένα τρελό κύμα γέλιου ξεχύνεται από μέσα μου, σκεπάζει τον δρόμο,
τα πεζοδρόμια, τα σπίτια, την πόλη.
Αλήθεια, δεν θυμάμαι, τα κεριά τα έσβησα πριν φύγω;

Levina


Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...