23.9.11

Το τρελοβάπορο


Βαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
κι αρχίζει τις μανούβρες "βίρα-μάινα"
την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ' τις δυο μεριές

Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ' όνειρο
κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
από τα βάθη φτάνει στους παλιούς καιρούς
βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς

Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
χίλιους καπεταναίους τους αλλάξαμε

Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε
κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα

Μα βγαίνει βαπόρι στα βουνά?
Εκεί το θέλει ο καπετάνιος ο κυρ-Οδυσσέας , εκεί το ζωγραφίζει με τους στίχους του,
δένει το μπλέ της θάλασσας με το πράσινο των βουνών
Βίρααα...... Μάιναααα….
παιχνιδίζουν οι φωνές και το βαπόρι στο μεγάλο ταξίδι του
μέσα στον χρόνο δεν έχει εμπορεύματα στ΄ αμπάρια,
Ελλάδα έχει, Ελληνική ψυχή,
χιλιάδες ψυχές που ανασαίνουν καθαρό αέρα
καθώς το ταξίδι είναι μακρινό και περνά μέσα από χρόνους δύσκολους.
Το τρελοβάπορο δεν έχει ανάγκη 
γιατί έχει οδηγό τον Ήλιο
τον αφέντη τον Ηλιάτορα.



καλό Σαββατοκύριακο 

21.9.11

Καβάλα παν' στην εκκλησιά

καβάλα προσκυνάνε...

Αξία έχεις όταν  λιβανίζεις μοναχός τον εαυτό σου
ή όταν σε λιβανίζουν?

Αξία έχεις όταν σε λιβανίζουν γιατί μοιράζεις καραμέλες
σε χρυσόχαρτα  ή γιατί μοιράζεις  φως, γνώση, ζωή?

Αξία έχεις όταν αναγνωρίζεις  την μοναδικότητα σου εσύ
ή όταν την αναγνωρίζουν οι άλλοι?

Αξία έχεις όταν  αναγνωρίζουν  την μοναδικότητα σου 
οι  πραγματικά Μοναδικοί  ?

Αξία έχεις όταν κυνηγάς  να πιάσεις την κορυφή  και  χτίζεις 
σκαλοπάτια στην ακροθαλασσιά για να πατήσεις?

Αξία έχεις  γιατί  σου έπεσαν οι παρωπίδες μεγάλο νούμερο,
δεν βλέπεις γύρω σου και νομίζεις πως μόνο  ευθεία
πάει ο δρόμος και το χαίρεσαι ?

Αξία έχεις  γιατί  ζεις  σαν  απλός άνθρωπος και ονειρεύεσαι 
ότι είσαι ο master of the universe?

Αξία έχεις γιατί εσύ κόλλησες αυτή την ετικετούλα 
στον εαυτό σου?

Δεν είναι  Quiz, ούτε Test
Μερικές απλές απορίες  είναι ,
αόριστες και χωρίς προορισμό
και χωρίς να περιμένουν απαντήσεις!

Μου ήρθαν  έτσι χύμα στο μυαλό
καθώς  σκεφτόμουν.... διάφορα
και ξαφνικά 
μου  ήρθε να φωνάξω…. Ξεκαβαλάτεεε .

Μετά  όμως το σκέφτηκα καλύτερα και είπα στον εαυτό μου.
-        και γιατί να το  φωνάξεις ??

Γιατί να  καταστρέψεις  τις  φωνητικές σου χορδές ,
αφού έτσι και αλλιώς τις αυταπάτες δεν μπορείς
να τις καταστρέψεις!!

Οπότε  Καληνύχτα σας (πρωί είναι αλλά τι σημασία έχει?)
Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει  ποτέ!

 


Η εικόνα με τα γαιδουράκια άσχετη αλλά μου άρεσε !
Εξ άλλου εγώ σε χωριό ζω, υπάρχουν ακόμα εδώ αυτά τα συμπαθέστατα τετράποδα και έτσι…
από καλό λάδι μπορεί να μη ξέρω αλλά
από καλά γαϊδούρια ξέρω!!

Που ταιριάζουν στο κείμενο ( αν λέγεται αυτό κείμενο )??
Μια φίλη  απο  την Λάρισσα μου είχε πει κάποτε
πως όσους ανήκουν  στις πιο πάνω περιπτώσεις
τους κολάνε στο χωριό της την ρετσινιά...
Στον γάιδαρο καβάλα...

υγ.  η συμπαθέστατη γιαγιά στην πρώτη φωτογραφία μια χαρά είναι  επάνω στο μεταφορικό της μέσον και  καθόλου δεν την αφορούν τα γραφόμενά μου.









19.9.11

Ελλάδα, χρώμα ...2



Είναι αυτά τα μικρά μαγαζάκια, που οι τοίχοι είναι γεμάτοι
πολύχρωμους ασβέστες, ώχρα και λουλακί και ξεφτισμένα χρώματα,
δεν σου γεμίζουν το μάτι μα σαν μπεις μέσα θα βρεις ξεχασμένους θησαυρούς..

Καραμέλες, πατατάκια, γάλατα, γκαζάκια
ανάκατα με απορρυπαντικά και μυγοπαγίδες
και κονσέρβες και χαρτικά…
και κάπου  εκεί στην άκρη θα έχει και το ψυγείο με τα σφάγια…

Θα παραγγείλεις πορτοκαλάδα και Ελληνικό καφέ,
Θα καθίσεις κάτω από την κληματαριά
 και θα στα φέρουν σε φτηνά σερβίτσια πάνω
στον αλουμινένιο δίσκο, μα θα είναι ο πιο ωραίος καφές
που έχεις πιει ποτέ.

Ίσως όταν ξαναπάς το μαγαζάκι πια να μην υπάρχει,
μα θα έχει μείνει μέσα σου βαθιά ριζωμένη ανάμνηση
με εκείνες τις διακοπές σου.




ΚΡΑΤΑ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥ


Καλή εβδομάδα

16.9.11

Ελλάδα, χρώμα...1





Τα ταπεινά πολύχρωμα  γεράνια
Γεμίζουν χρώμα τις αυλές και τα μπαλκόνια
Αγκαλιασμένα με τον καλοκαιρινό δυόσμο
Τις μπουκαμβίλιες, τα άγρια σκυλάκια
Μου θυμίζουν διακοπές, κρυστάλλινα νερά, καθαρό αέρα.
Ένα παράθυρο σε κάποιο νησί, η κουρτίνα κεντημένη από άξια χέρια
και  η γλάστρα στην ασβεστωμένη αυλή πνιγμένη
κάτω από τα κόκκινα λουλούδια του γερανιού.

ακουαρέλες 200Χ300


10.9.11

Κρυστάλλινη κούκλα





Κοίταξε με απορία την καύτρα που του έκαιγε τα δάχτυλα,
ούτε που το είχε καταλάβει πως πέρασε η ώρα, καθόταν στη άκρη στο παρτέρι,
να μην λιώσει τα γεράνια που άνθιζαν δίπλα του και κοιτούσε αφηρημένος
τα σύννεφα που μαζεύονταν ψηλά στον ουρανό. Νύχτωνε.
Ακόμα κανένα νέο, τόσες ώρες και δεν είχε βγει κανένας να τον ειδοποιήσει
και κάθε φορά που προσπαθούσε να ρωτήσει κάποιον δεν ήξεραν να του πουν.
Δάκρυα του ερχόταν στα μάτια αλλά τα πίεζε να ξανακατέβουν στον δρόμο που πήραν για να ανέβουν, δεν το είχε σκοπό να κλάψει, ότι και αν ερχόταν στον
δρόμο τους αυτός ήταν δυνατός, τώρα θα ήταν δυνατός και για τους δυο τους.
Έσβησε το τσιγάρο και μπήκε πάλι μέσα, στην αίθουσα αναμονής, βαμμένη
με την γκρίζα λαδομπογιά και πορτοκαλιές λεπτομέρειες, τάχα πως αυτό ήταν
μια χαρούμενη πινελιά μέσα στον θλιβερό χώρο.
Ποιος στο καλό το σκέφτηκε να βάψει αυτόν τον τεράστιο χώρο με τα σιδερένια καθίσματα και τις γκρίζες περσίδες στα παράθυρα που κρατούσαν μακριά
τον έξω κόσμο με αυτά τα θλιβερά χρώματα?
Περίμενε , που την βρήκε τόση υπομονή να περιμένει χωρίς να μιλάει τόσες
ώρες, αυτός που με το παραμικρό τα νεύρα του χτυπούσαν κόκκινο?
Εκείνη ήταν μέσα, τόσο μακριά του και τόσο πολύ κοντά του, για Εκείνη
περίμενε κι Εκείνη ούτε στον γάμο τους δεν τον είχε αφήσει να την περιμένει!
Είχε φτάσει στην ώρα της και ας της έλεγαν οι φίλες της να φέρουν ακόμα
μια γύρα το τετράγωνο κορνάροντας για να αφήσουν τον γαμπρό στην αγωνία! Εκείνη έτρεξε κοντά του , γελαστή, ευτυχισμένη, τρελά ερωτευμένη,
ανυπόμονη να γίνει ένα με αυτόν.
Και τώρα για πρώτη φορά τον άφηνε να περιμένει.
Ο γιατρός φορούσε ακόμα το κάλυμμα των μαλλιών και τα πλαστικά
προστατευτικά στα παπούτσια του, που έκαναν έναν περίεργο θόρυβο καθώς
τον πλησίαζε με σοβαρό ύφος κι ο ιδρώτας είχε σχηματίσει μεγάλες κηλίδες
στην σκούρα πράσινη στολή του.
Του μιλούσε , αργά, ήρεμα , έπρεπε να συγκεντρωθεί να καταλάβει, τι στο
καλό του έλεγε? Δεν τον ένοιαζε τίποτα, μόνο να ήταν εκείνη ζωντανή.
Ναι ήταν ζωντανή αλλά….
Έπρεπε να γίνει , ήταν απαραίτητο για την ζωή της, στις επόμενες ώρες θα συνερχόταν, θα τον είχε ανάγκη , να νοιώσει την αγάπη του, την αγκαλιά του,
να της εξηγήσουν.
Ο όγκος δεν άφηνε περιθώρια, δεν ήταν προγραμματισμένο αυτό αλλά έπρεπε
να γίνει. Όσο γρηγορότερα τόσο το καλύτερο και δεν υπήρχαν περιθώρια
χρόνου για να επανέλθουν σύντομα με μια νέα εγχείρηση.
Χιλιάδες εικόνες πέρασαν σαν αστραπή από τα μάτια του, στιγμές…
Γελούσε, του έκλεινε πονηρά το μάτι, του έβγαζε την γλώσσα, έκλαιγε για
μια χαζοταινία, του έκλεβε τις τηγανιτές πατάτες, του έκανε έρωτα, τον
αγκάλιαζε στην μέση του δρόμου, του πέταγε το μαξιλάρι θυμωμένη,
έτριζε τα δόντια της στον ύπνο της, οι πατούσες της ήταν κρύες τον χειμώνα…
Πως θα της το έλεγε?
Αγάπη μου σου αφαιρέσαμε κάτι…σου λείπει κάτι…έπρεπε να βγάλουμε
αυτό για να ζήσεις…στο κόψαμε για να … πως στο καλό να το πει?
Θα ξανάβλεπε το χαμόγελό της? Θα ξαναχαμογελούσε μετά από αυτό?
Ζωή μου !
Ήταν τόσο χλωμή, το δέρμα της είχε μια αρρωστημένη απόχρωση του κίτρινου,
τόσο εύθραυστη, τόσο διάφανη, έβλεπε τις μικρές φλέβες που κυκλοφορούσε
το αίμα της κάτω από την λεπτή σαν τσιγαρόχαρτο επιδερμίδα της.
Ίσα που ανάσαινε και τόσα σωληνάκια συνδεδεμένα στο μικροσκοπικό σώμα της. Είχε συνέλθει πια από την νάρκωση, όλη την νύχτα την πέρασε στο πλάι της
να της κρατά το μικρό χέρι και να παρακολουθεί την κάθε της ανάσα,
να βλέπει τα βλέφαρά της να πεταρίζουν από κάποιο όνειρο, κάποια στιγμή
του φάνηκε πως είδε και ένα αμυδρό χαμόγελο στην άκρη των χειλιών της
που χάθηκε πολύ γρήγορα, σαν να μην υπήρξε.
Όλη νύχτα με το βλέμμα του καρφωμένο επάνω της, όλη νύχτα να τάζει
την ζωή του για την ζωή της, σε έναν αόρατο Θεό να ικετεύει να την αφήσει
εκείνη στην γη με όποιο αντάλλαγμα του ζητούσε, ζωή , μάτια, χέρια, ψυχή…
τα πάντα τα έδινε ότι είχε.
Το χέρι της πετάρισε μέσα στο δικό του, δυο τεράστια σκούρα μάτια με
θολωμένο βλέμμα τον κοίταξαν.
Το λευκό χέρι σηκώθηκε και άγγιξε απαλά το πρόσωπό του.
'' Είσαι αξύριστος, κουράστηκες αγάπη μου.''
η φωνή της τόσο σιγανή σαν πρωινό αεράκι ανάμεσα στα σύννεφα.
'' Ζωή μου '' Ψιθύρισε εκείνος
Κοιτάχτηκαν, εκείνος έπρεπε να μιλήσει, εκείνη έπρεπε να μάθει.
Το χέρι της έψαξε πάνω από το σκέπασμα το κορμί, σταμάτησε στο στήθος,
άγγιξε απαλά εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει…
Εκείνος έσκυψε το κεφάλι κι Εκείνη κατάλαβε.
Τα δάκρυα ανέβηκαν στα μάτια του, δεν μπορούσε πια να τα σταματήσει, αυτό που είχε καταφέρει όταν ήταν μακριά της , δεν το κατάφερνε τώρα που έπρεπε.
Τον κοιτούσε.
'' Ζωή μου…κούκλα μου ''
'' Σπασμένη κούκλα πια αγάπη μου, τι να την κάνεις; ''
Πόσος πόνος στο ψιθύρισμα της.
'' Θα την έχω πάντα κοντά μου ζωή μου, πάντα για όσο ζω, αυτή την κούκλα
που είναι από κρύσταλλο θα την έχω δίπλα μου και ας είναι σπασμένη, χάνει
την αξία της για ένα τόσο δα σπασιματάκι; ''
Της ψιθύριζε ότι έβγαινε από την καρδιά του, λόγια που κυλούσαν σαν
ανοιξιάτικα λουλούδια μέσα στον λευκό θάλαμο με τα μηχανήματα που
βούιζαν γύρω τους καθώς έδιναν ζωή στον θάνατο.
Τον έκαιγαν τα δικά της δάκρυα που κυλούσαν στο μαξιλάρι της.
Της τα σκούπισε με την άκρη του μανικιού του.
'' Σπασιματάκι ;''
'' Σπασιματάκι ζωή μου, όλες οι άλλες θα είναι ολόκληρες, μα η δική μου
κουκλίτσα θα είναι ξεχωριστή, θα είναι η μοναδική, θα την θαυμάζουν
για την ομορφιά της και θα λένε, βρε τον τυχερό, τόσο σπάνια κούκλα
που την κονόμησε ο μούργος; ''
Γέλιο ήταν αυτό που βγήκε από μέσα της;
Γέλιο ήταν , το είδε στα μάτια της.
'' Σταμάτα να με σκουπίζεις, λερώνεις το μανίκι σου.''
Γέλιο και στον ψίθυρο.
'' Σταμάτα να κλαις κουκλίτσα μου γιατί θα σου σκουπίσω και την μυτούλα
και τότε σίγουρα θα λερώσεις το μανίκι μου! ''
Έγειρε το κεφάλι του στο μαξιλάρι της, τα μάτια του βυθίστηκαν στα δικά της,
το χέρι του άραξε στο γνώριμο μέρος του, την απαλή κοιλιά της και απόμεινε
εκεί δίπλα της να της ψιθυρίζει γλυκόλογα, να της μιλά για μια καινούργια ζωή , να της δίνει τα όνειρα του.


                                                                              Levina

7.9.11

στον βυθό σου



Πήρε βαθιά ανάσα
Βούτηξε στα καθαρά νερά σου
Διάφανα , ζεστά
Ψάχνει να βρει το χρώμα μαγεμένη
Γαλαζοπράσινο
Γαλάζιο
Μπλε και λίγο από μενεξελί
Και λίγο από ρόδινο χρυσό
Της Ίριδας το τόξο
Καθώς μαζί της βούτηξε
Και ο δίσκος του ήλιου
Τρυφερή η αγκαλιά σου
Μελωδία μέσα στην σιωπή
Ένοιωσε το άγγιγμα σου
Φτερουγίσματα απαλών δαχτύλων
Στον μηρό, στην γάμπα, στην μέση
Ανυπεράσπιστη αφήνει την ψυχή
Στα υγρά τα χέρια που ζητιανεύουν
Εκλιπαρούν για υποταγή
Χωρίς λόγια ανοίγει η αγκαλιά
Χορεύει μέσα σου
Στροβιλίζεται
Ένα γέλιο καθρεφτίζεται
Ένα φιλί γεμάτο αλμύρα
Στιγμές για να προλάβεις
Το μικρό κορμί να αγαπήσεις
Τραγούδι δίχως λέξεις
Να προλάβεις
Παραμονεύει στα σκοτεινά σου βάθη
Ναυάγιο μαύρο σίδερο
Φωλιά του καρχαρία
Με φθόνο αγγίζει αρπάζει
Παλεύει
Κράτα
Κράτα γερά
Ματωμένα τα νερά σου
Οργή κομματιάζει το λάφυρο
Κορμί μοναχό βυθίζεται μεταμορφώνεται
Αυτή τη νύχτα φεγγάρι δεν έχει
Ούτε αστέρια να φωτίζουν
Το κόκκινο κοράλλι
Κομμάτι απόμεινε
Στην άμμο του βυθού σου.






Levina



 

Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...