29.2.12

Canção do Mar

Dulce Pontes-Canção do Mar
Τραγούδι της Θάλασσας

Fui bailar no meu batel
Além do mar cruel
E o mar bramindo
Diz que eu fui roubar
A luz sem par
Do teu olhar tão lindo
Vem saber se o mar terá razão
Vem cá ver bailar meu coração
Se eu bailar no meu batel
Não vou ao mar cruel
E nem lhe digo aonde eu fui cantar
Sorrir, bailar, viver, sonhar...contigo


Βγήκα να χορέψω με τη βάρκα μου
έξω, στην άσπλαχνη θάλασσα
κι η θάλασσα με βρυχηθμό
λέει ότι πήγα να κλέψω
το δίχως ταίρι φως
των τόσο όμορφων ματιών σου
Έλα,
να μάθεις αν έχει δίκιο η θάλασσα
Έλα,
να δεις την καρδιά μου να χορεύει
Αν χορέψω στη βάρκα μου
Δε θα βγω στην άσπλαχνη θάλασσα
κι ούτε θα της πώ πού πήγα να τραγουδήσω,
να χαμογελάσω, να χορέψω, να ονειρευτώ
... εσένα.

Canção do Mar -Dulce Pontes
Portugal - Fado-Canção
Lágrimas.





28.2.12

αν ... ήσουν εδώ!




Έστρωσα το τραπέζι σήμερα και ήθελα να καθίσουμε
ο ένας απέναντι στον άλλο, να φάμε μαζί, να  περάσουμε
ώρες συζητώντας  για διάφορα, να γελάσουμε …

έβαλα και  εκείνο το όμορφο σερβίτσιο που σου αρέσει
από γαλάζια πορσελάνη , το είχες φέρει εσύ σε κάποιο
από τα μακρινά ταξίδια σου και τόσο καιρό φοβόμουν
να το βάλω στο τραπέζι μας μήπως και με κάποια
αδέξια κίνηση σπάσω κάποιο από τα εύθραυστα πιάτα


Βασανίζω το χέρι που σφίγγει στην παλάμη το μαχαίρι ,
πετάω μακριά τις λέξεις που ματώνουν χωρίς να με
νοιάζει που θα πέσουν , αν σαν φθινοπωρινά φύλλα
ανακατευτούν στο χώμα με τις σταγόνες της βροχής.

Αναρωτιέμαι σήμερα αν ήσουν εδώ τι θα έλεγες?
Θα μιλούσες για την παγωνιά που πιάνει τα βράδια?
Για τις λίμνες που τα νερά τους παραμένουν ακίνητα 
σαν σιωπηλοί παρατηρητές , λες και περιμένουν
κάτι που δεν έρχεται ποτέ ... να φανεί κι ας χαθεί μετά....
κάτω από την αναμονή ξεθωριάζουν τα χρώματα

Νομίζω πως κάθεσαι εκεί στην άλλη άκρη του τραπεζιού
παίζεις με το πιρούνι  σου, πιάνεις το ποτήρι με το νερό
δοκιμάζεις  ένα κομμάτι από το κέικ σοκολάτας και μικρά
λαμπερά κρυσταλλάκια ζάχαρης μένουν στα χείλη σου ,
απομένω να τα χαζεύω και  καταλήγω  με την αίσθηση
του ανικανοποίητου τελικά βαθιά μέσα στο κορμί μου.


Ξυπνάω αργά μέσα στην νύχτα και νοιώθω μια
απέραντη ανάγκη να γευτώ κρυστάλλους ζάχαρης.
Ψάχνω να βρω τα χείλη σου μα βρίσκω  το σκοτάδι.

Levina







27.2.12

λίγο χιόνι ακόμα...




Χιονίζει κι η λίμνη έχει και πάλι παγώσει
Στέκομαι επάνω σε ένα κομμάτι πάγου, δεν ξέρω πως έφτασα ως εδώ …
άραγε ποια διαδρομή ακολούθησα ?
Παρακολουθώ με την άκρη του ματιού τις σκιές
στα σκοτεινά νερά κάτω από τα πόδια μου
Δίπλα μου πλέουν νωχελικά μεγάλα κομμάτια πάγου όμως
δεν τολμάω να κάνω καμία κίνηση …
φοβάμαι πως θα βουλιάξω ακόμα κι αν αλλάξω
τον ρυθμό της ανάσας μου.
Μια μαύρη σκιά πέρασε βιαστικά
δίπλα στα πόδια μου… ένας παφλασμός !
Μάλλον κάποιο ψάρι φοβισμένο από τα σύννεφα
που τρέχουν αλαφιασμένα στον ουρανό μου που όσο πάει
και σκοτεινιάζει … τελειώνει και αυτή η μέρα !
Μόνο τα μάτια μου μπορώ να κινώ αλλά
και αυτά τα νοιώθω να παγώνουν σιγά σιγά.
Βλέπω στο βάθος ένα σμάρι από πουλιά
Να πετάνε… αλήθεια πετάνε τα πουλιά όταν χιονίζει?
Δεν ψάχνουν να βρουν καταφύγιο
ανάμεσα στα κλαριά των δέντρων?
Το χιόνι σκεπάζει τους ώμους μου, τα χέρια μου,
ακόμα και μέσα από το μάλλινο σκουφί μου έχει χωθεί
και το νοιώθω να λιώνει επάνω στα μαλλιά μου,
αν προσπαθήσω να φτάσω στην ακτή?
Μια χιονόμπαλα με βρίσκει στο στήθος,
από πού στο καλό μου ήρθε?
Μου χάλασε την ισορροπία μου
Ακούω παιδικά γέλια μα δεν τολμάω
να γυρίσω το κεφάλι μου , το νερό αρχίζει να με καταπίνει
αργά το νοιώθω να ανεβαίνει στα πόδια μου, παγώνω
Αρχίζω να τρέμω ανεξέλεγκτα και αυτό
με κάνει να βουλιάζω ακόμα γρηγορότερα,
Γιατί δεν μπορώ να κουνήσω τα χέρια μου?
Η κοιλιά μου , το στήθος μου , οι ώμοι μου
είναι μέσα στο μαύρο νερό , ανοίγω το στόμα μου
να φωνάξω βοήθεια και καταπίνω πάγους
που πληγώνουν τον λαιμό μου σαν ξυράφια

Πριν θολώσουν τα μάτια μου βλέπω ένα κομμάτι
γαλάζιου ουρανού , μα πως?
Και τα παιδικά γέλια πως τα ακούω μέσα στην ανυπαρξία μου?
Άντε λοιπόν ξύπνα , τον τελειώσαμε
τον χιονάνθρωπο και χωρίς εσένα!!!

Δυο παιδικά ματάκια με κοιτάνε υποτιμητικά και απέναντί μου
Στέκεται …. Ο πιο όμορφος χιονάνθρωπος που έχω δει ποτέ…
με το κόκκινο κασκόλ μου στον λαιμό του, το μάλλινο σκουφί μου
στο κεφάλι του και ένα τεράστιο πορτοκαλί καρότο
στην θέση της μύτης του!!!

Levina





26.2.12

Χορδή είναι το κορμί



Στο Ντο
Εισαγωγή η ορχήστρα των λυγμών
Στο χρυσαφένιο χρώμα των σταχυών
σαν τα χτενίζει με τις αχτινωτές πτυχώσεις του
ο ήλιος του Καλοκαιριού

Στο Ρε
Αγωνίζεται το στήθος ανάσα για να πάρει
Ρευστό σιρόπι φραγκοστάφυλου ξεχύνεται
απ' τις φλέβες σου κυλάει στις άκρες των δαχτύλων
Στου απομεσήμερου την κάψα

Στο Μι
Κύματα  σηκώνουν χέρια πουλιά που
φτερουγίζουν  ευλαβικά στην κάθε νότα
αργοσαλεύοντας  εκστασιασμένα
γύρω απο τα υγρά σύννεφα

Στο Φα
Παρατηρητές άγρυπνοι  τα νερά των
σκοτεινών λιμνών, μάτια καθρέφτες
Παραμερίζουν στους πόθους των ανέμων
που άναρχα φυσάνε

Στο Σολ
Ήχοι βροντής χειμωνιάτικη καταιγίδα
Ανεμοστρόβιλος παρασέρνει πνοές ζωής
σε πέρασμα αδιάβατο από ψυχές που
όνειρα δεν έμαθαν να κάνουν

Στο Λα
Λευκή κορδέλα το δάκρυ στον λαιμό
Τυλίγεται  ξετυλίγεται και αλητεύει
σπαρταράει επάνω στο χρυσό
Κυλάει λυτρώνωντας το  μικρό κορμί

Στο Σι
Προφήτης του οδυνηρού σου τέλος
στο βάλς των στριγγών ήχων μεταμόρφωση
χορδές ατσάλινες οι μελωδίες στο σιωπηλό σου στόμα
Που χαρακώνουν σαν μαχαίρια


Αρχίζει και πάλι ο σκοπός
Οι νότες σε ήχους διάφανους
Στο κορμί
Στην ανάσα
Στην πάλη
Στα μάτια
Στην φωνή
Στο δάκρυ
Στον θάνατο



Levina






25.2.12

φτερουγίσματα

Τα μεσάνυχτα ξεκινά ο χρόνος να μετρά
Πεινάω της αύρας σου  το χρώμα  να γευτώ
Ψίθυρους ακούω να χορεύουν μέσα στο φτωχό μυαλό μου
Ξεδιπλώνω τα κόκκινα φτερά μου
Μουδιασμένα είναι τόσο καιρό διπλωμένα στους ώμους μου
Μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο τα δοκιμάζω

Γύρω μου φτερουγίσματα σπάνε την σιγαλιά της νύχτας
σαΐτες σκοτεινές περνάνε αστραπές εμπρός από το βλέμμα μου
δεν ξέρω αν είναι πουλιά ή νυχτερίδες που κυνηγούν
τους εφιάλτες να φύγουν μακριά να μη μ΄ αγγίξουν
Στέκομαι στο περβάζι του παραθύρου και πέρα μακριά
θολά φαίνονται τα φώτα της πόλης σαν ξεπεσμένα
αστέρια που έπεσαν απόψε άτακτα στην γη

Ανάμεσα σε αυτά και στον ουρανό υπάρχει η παρουσία σου
Σε κάποιο παράθυρο θα στέκεσαι και θα κοιτάς το ίδιο
κομμάτι τ΄ ουρανού ή θα κάθεσαι αναπαυτικά  και θα
συζητάς χαμογελώντας για την μέρα σου ξεχνώντας με
Κοιτάω πίσω μου τους τοίχους να βρω την σκιά σου
μα δεν υπάρχει τίποτα να σε θυμίζει μόνο η σκέψη μου
ανάβει τα φώτα και βλέπει  την μορφή σου

Μαζεύω κάτω  από το πάτωμα την φόρα μου
ανοίγω τα φτερά μου και χύνομαι έξω σαν μικρό πουλί
ακολουθώντας τις πνοές των παγωμένων ανέμων
χωρίς δυσκολία πετάω μετρώντας τα χιλιόμετρα της απουσίας
εκεί που έχω περπατήσει ξανά μαζί σου
και όσα και να ΄ναι εγώ τα καταβροχθίζω και πλησιάζω
στον στόχο που έχει βάλει η άκρη της παγωμένης καρδιάς

Αρχέγονος ο δρόμος τον ξέρουν τα πουλιά που ψάχνουν
να επιστρέψουν στα ζεστά μέρη της γης το Φθινόπωρο
τον γνωρίζω και εγώ καθώς με σπρώχνει το κόκκινο εμπρός
Κόκκινο το χρώμα στα φτερά μου
Κόκκινος  χαράζει ο δρόμος
Κόκκινη η φωτιά
Χόρτασα ουρανούς
Χόρτασα δρόμους
Χόρτασα φωτιά

                               Levina




24.2.12

Σου ... Μου ...




Kλεισμένος σε ένα δωμάτιο
εκεί είναι η θέση Σου
Χορεύω στο φεγγάρι
εκεί είναι η θέση Μου
Έκλεισες την πόρτα πίσω σου και
πέταξες το κλειδί
Βγήκα από τα σκοτεινά δωμάτιά σου και
παίρνω βαθιές ανάσες
Τα δάχτυλα σου τρέχουν στο πληκτρολόγιο
γράφεις μια ιστορία
Τα πόδια μου γδέρνονται  στ’ αλώνι του φέγγους
φέρνω γύρες μέσα στην νύχτα
Oι σκέψεις στροβιλίζονται  στο κεφάλι σου
προσπαθείς να θυμηθείς, να τα γράψεις όλα
Oι σκέψεις μου πετάνε ελεύθερες πάνω από την πόλη
προσπαθώ να τα ξεχάσω όλα σου
Tα όνειρα σου κατακρεούργησες με κοφτερό  σπαθί
μακριά σου πέταξες την σπίθα της έμπνευσης
Τα όνειρα μου στην γυμνή αγκαλιά μου τα κλείνω
μακριά σου τα κρατώ  για να  μη  γίνουν πληγές
Κρατάς  στο θησαυροφυλάκιο σου κλειδωμένο
το κλειδί της ελευθερίας σου
Κρατώ στα χέρια μου  τον ουρανό μου
κάθε νύχτα που γεμίζει το φεγγάρι
Αοσμες, άνοστες, κενές οι λέξεις
που τυπώνεις στην λευκή σελίδα
Αστέρια, μάτια , φωτιά, αίμα, κορμί, ζωή
όσα βλέπει απόψε το φεγγάρι
Οι λέξεις
σε κοροϊδεύουν
ανάβεις τσιγάρο
γελάνε μαζί σου
πίνεις μια γουλιά ποτό
σε κυνηγούν
τις κυνηγάς
σου κρύβονται
τις ψάχνεις
σε προσπερνάνε
τις χάνεις
αν σε λυπηθούν
θα σου δείξουν τον δρόμο
για να βρεις  την έμπνευση
τότε θα γράψεις την ιστορία Σου
... Μου



Levina

foto - 
draped-by-the-moonlight-she-came-to-you-her

23.2.12

Τόσο απλά !!





Αυτή την πρόσκληση την είχα ξεχάσει επάνω στο τραπέζι
της κουζίνας.
Την συνόδευε ένα μοναχικό τριαντάφυλλο αλλά ήμουν τόσο
αποφασισμένη να την αποφύγω που δεν μπήκα στον κόπο
να την διαβάσω δεύτερη φορά, απλά της έριξα μια ματιά και
την πέταξα ανάμεσα στα μήλα και στα μανταρίνια που σάπιζαν
στο μπολ από πράσινη πορσελάνη…
ναι καλά θυμάσαι αυτό που αγοράσαμε κάποτε μαζί στο παζάρι ,
σε εκείνες τις τελευταίες διακοπές μας, τότε που κυκλοφορούσαμε
σαν ξεπεσμένοι χίπις από κάποια άλλη εποχή, εγώ με σαντάλια
δερμάτινα και φούστες τσιγγάνικες ξεβαμμένες και εσύ με
ξεχειλωμένα πουκάμισα και τσαλακωμένα παντελόνια.
Το μόνο που θυμάμαι από τότε ήταν το πόσο ευτυχισμένοι
ήμασταν!
Ούτε το τριαντάφυλλο σου το έβαλα στο βάζο για να το φυλάξω !
το πέταξα επάνω στο κομοδίνο δίπλα στο μαξιλάρι μου και μετά
αυτό γλίστρησε σε κάποια αδέξια κίνηση και έπεσε στο πάτωμα…
δεν το ξανάδα, κάπου εκεί θα έχει ξεραθεί ανάμεσα σε παλιές
εφημερίδες, μάλλον θα καθαρίσω τέλος της εβδομάδας και
θα το βρω κι αυτό να το πετάξω με τα υπόλοιπα σκουπίδια.
Δεν έχω όρεξη πια για τίποτα. Γιατί μου έστειλες αυτή την πρόσκληση?
Για να δω πως θα σε βραβεύσουν για το έργο σου? Για να μου δείξεις
πως εσύ προόδευσες ενώ εγώ παρέμεινα να σαπίζω σαν τα φρούτα
στο μπολ της κουζίνας , ενώ εσύ ξέφυγες!
Και όμως πανάθεμά σε θέλω να σε δω, το κρατούσα τόσο
καιρό μέσα μου καλά φυλαγμένο, καλά καλά σε είχα ξορκίσει
από την σκέψη και την καρδιά μου, σε είχα στείλει στο
χρονοντούλαπο και τώρα αυτό το κομματάκι χαρτί
να είναι εκεί , να μου θυμίζει την ύπαρξη σου. Γιατί?
Θα είναι όλοι εκεί , οι κοινοί μας φίλοι, πόσο καιρό έχω και αυτούς
να τους ξαναδώ !
Στην αρχή ερχόταν, προσπαθούσαν να μας φέρουν ξανά κοντά,
μα πόσο εύκολα είχαμε και οι δυο μας πεισμώσει, σαν μικρά παιδιά
να αρνιόμαστε πως υπήρχε περίπτωση να επιστρέψεις, να επιστρέψω…
Ντύνομαι μηχανικά, πόσο καιρό είχα να φτιάξω τα μαλλιά μου,
να ενδιαφερθώ για τον εαυτό μου, πόσο καιρό είχα να νιώσω
αυτό το φτερούγισμα στο στομάχι, χιλιάδες πεταλούδες να πετάνε
μπροστά στα μάτια μου, να μπουκώνουν τον λαιμό μου, να παίρνουν
τους χτύπους της καρδιάς μου.
Δείχνω την πρόσκληση για να μπω, αλλά δεν θέλω να με οδηγήσουν
στην θέση που μου κράτησες, δεν θέλω να με δεις πως ήρθα,
καλύτερα έτσι, ανακατεμένη με το πλήθος να κάθομαι σε μια
μισοσκότεινη άκρη της αίθουσας, όρθια ανάμεσα σε άγνωστους
να παρακολουθώ τους λόγους, τα βραβεία, τις ευχαριστίες.
Σε βλέπω στην σκηνή και νοιώθω πως θα λυγίσουν τα πόδια μου,
αλλά όχι…
Έχεις τόσο αλλάξει! Αυτά τα λευκά υπήρχαν στα μαλλιά σου?
Βγάζεις ένα ζευγάρι γυαλιά με χρυσό σκελετό για να διαβάσεις
τον λόγο σου και χαμογελάς μ αυτό το παιδικό χαμόγελο που
είχες πάντα όταν ένοιωθες αμήχανα.
Τα μάτια σου ψάχνουν, η θέση ανάμεσα στους φίλους μας που
κάθονται όλοι μαζί είναι κενή… είναι η δική μου θέση και ξαφνικά
μετανιώνω που δεν πήγα να της δώσω ζωή από την αρχή .
Τώρα είναι αργά να το κάνω.
Η φωνή σου που έρχεται μέσα από τα ηχεία κάνει τις πεταλούδες μου
να πετάνε ξανά και πριν σωριαστώ, βγαίνω, βρίσκω ένα σκαλοπάτι
και κάθομαι να πάρω ανάσα. Σε ακούω και εδώ, αλλά δεν σε βλέπω,
δεν χρειάζεται, σε παρακολουθούν τα μάτια της ψυχής μου.
Ο κόσμος αρχίζει να βγαίνει, πλησιάζουν μεσάνυχτα, η εκδήλωση
τελείωσε και γύρω μου φωνές, γέλια, συζητήσεις, με σκουντάνε
απρόσεχτα καθώς περνάνε δίπλα μου οι παρέες, όλοι βιάζονται
κι εγώ είμαι πολύ μουδιασμένη για να προχωρήσω με τους
δικούς τους γρήγορους ρυθμούς. Με μουδιασμένα δάχτυλα
σφίγγω επάνω μου την μικρή μου τσάντα και μηχανικά προχωράω
να φύγω.
Αυτό ήταν λοιπόν, για λίγο σαν μικρή καταιγίδα που τελείωσε
κι αυτές οι αναθεματισμένες πεταλούδες ας σταματήσουν να
με βασανίζουν μέχρι να φτάσω στην ηρεμία του σπιτιού και
μετά ας με ξεκάνουν… όχι εδώ όμως στην μέση του δρόμου!
Κάποιο χέρι που απλώνεται από το πουθενά με βουτά από το
μπράτσο και γυρίζω ξαφνιασμένη και μάλλον τρομαγμένη να δω
ποιος έχει το θράσος!
Εσύ !
Πόσες λέξεις μπορούν να πουν τα μάτια; Καμία; Όλες;
Μπορείς να διαβάσεις ολόκληρη την ζωή σου στα βάθη τους;
Εγώ διάβαζα, την μοναξιά σου, την θλίψη σου, τα δάκρυά σου,
τις κενές ώρες σου, τον χαμένο χρόνο σου και εσύ τι έβλεπες
κι απέμεινες έτσι απλά να με κοιτάς αμίλητος;
Τους μαύρους κύκλους; Την απελπισία στο βλέμμα μου;
Την ίδια μοναξιά με την δική σου; Τα ίδια δάκρυα και τον ίδιο
χαμένο χρόνο;
Δεν σε προσκάλεσα, δεν μου το ζήτησες, φυσικό ήταν να φύγουμε
μαζί , να επιστρέψουμε μαζί στο σπίτι, να ανοίξεις με το κλειδί σου …
μα καλά αυτό το κλειδί δεν μου το είχες πετάξει όταν καυγαδίσαμε
την τελευταία φορά;
Πως βρέθηκε να το έχεις εσύ ξανά;
Φυσικό ήταν να βάλεις το τελευταίο ποτό της βραδιάς να το πιούμε
στην βεράντα και ας έχει ένα βαθμό θερμοκρασία έξω.
Φυσικό ήταν να βάλεις την αγαπημένη μου μουσική στο στερεοφωνικό
και να χορέψουμε το τραγούδι μας πριν πάμε να ξαπλώσουμε.
Μήπως έτσι δεν τελειώναμε πάντα τις νύχτες μας και παλιά;



Levina