21.3.14

Τι είναι Ποίηση ;

Tanya shatseva artist



Τ' άπιαστο ολόκληρο το δίνω. Κανείς δεν το παίρνει.

Αναρωτήθηκα πολλές φορές τι είναι η ποίηση.
Ποια είναι η εσωτερική ανάγκη κάποιου να εκφραστεί μέσα από τον στίχο, 
βάζοντας στην σειρά λέξεις που σπανίως χρησιμοποιούνται στην 
καθημερινότητα με αυτή την συχνότητα  ….

Σώμα περιφραγμένο - συστολή του απείρου.

Φράσεις έξω από τους κανόνες, που θα φαινόταν τουλάχιστον φαιδρές να 
τις εκστομίσει κανείς στις συνδιαλλαγές του με τους άλλους.

Άνεμε, που με γύμνωσες, μου ' γινες το μοναδικό μου ρούχο.

Φράσεις γεμάτες με σχήματα λόγου που βγάζουν μια μουσικότητα και ρέουν 
απελεύθερες από τα βάρη της λεπτομέρειας που περιέχει ένα πεζό κείμενο.

Με την ελπίδα μιας στιγμής, μας χρέωσαν όλο το μέλλον.

Και γιατί τόσο πολύ η ποίηση έχει διασωθεί στην Ελλάδα και μας έρχεται σαν βαριά
 κληρονομιά μέσα από χιλιετίες ;  Όταν η πεζογραφία φυσικά δεν είχε την ίδια τύχη 
και μόνο στις τελευταίες δεκαετίες, κυρίως μετά την απελευθέρωση από τον 
Τουρκικό ζυγό αρχίζει να αναπτύσσεται και να φτάνει έως τις μέρες μας.

Πέταλο γιασεμιού, σ' ένα ποτήρι με νερό, μακριά που με αρμενίζεις.

Τι βλέπει περισσότερο ο ποιητής και με πόσους τρόπους μπορεί να ερμηνεύσει 
γεγονότα και συναισθήματα, εκεί που  οι υπόλοιποι άνθρωποι αντικρίζουν  μόνο 
φόρμες και σχήματα και γκρίζο αντί για χρώματα;

Αν δεν μπορέσω να το δεις κι εσύ, μοιάζει σα να μην το' χω.

Η ποίηση βγαίνει από τα βάθη της ψυχής, βγαίνει από τα όνειρα, από την 
απόγνωση, βγαίνει από τα ιδανικά, από τον έρωτα, από την περηφάνια, βγαίνει
 από το βλέμμα που βλέπει ορίζοντες πίσω από τους τοίχους και ουρανούς πίσω 
από τα κάγκελα.

Τι ήσυχα που γκρεμίζεται μέσα στην ποίηση ο χρόνος.

Ζούμε σε μια εποχή όμως που η ποίηση βρίσκεται στο περιθώριο κι ας  υπάρχουν
 χιλιάδες που γράφουν στίχους και πόσοι είναι που τους ανεβάζουν και στο 
διαδίκτυο! Κι όμως…  η ποίηση είναι η λιγότερο διαβασμένη από οτιδήποτε άλλο.


Η νύχτα πάντα πίσω απ' τις σελίδες μου. Γι' αυτό και λάμπουνε
τόσο πολύ τα γράμματά μου.


Είναι άραγε τόσο δυσνόητη η ποίηση για να περιθωριοποιείται ; Κι όμως οι στίχοι
 κρύβουν τόσα νοήματα όσα και τα μάτια που θα τους διαβάσουν γιατί ο καθένας 
μας θα ψάξει στην ψυχή του, στα βιώματά του, στα όνειρά του κι ανάλογα θα δώσει και την ερμηνεία του .

Να ξέρεις, - τούτα τα μονόχορδα είναι τα κλειδιά μου. Πάρ'  τα.

Πολλές οι σκέψεις μου για το πώς να παρουσιάσω την δική μου εκδοχή για την 
ποίηση και με πόσους στίχους να διανθίσω ετούτη την ανάρτηση… με έβγαλαν 
από την δύσκολη θέση τα Μονόχορδα του Γιάννη Ρίτσου.
Τα Μονόχορδα γράφτηκαν στο Καρλόβασι τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο 
του 1979.

Και  κλείνω πάλι  με Ρίτσο κι ένα κομμάτι από την ‘Αναγκαία εξήγηση’
Ποιητική συλλογή ‘’Ασκήσεις 1950-1960’’


Είναι ορισμένοι στίχοι – κάποτε ολόκληρα κομμάτια
Που μήτε εγώ δεν ξέρω τι σημαίνουν.  Αυτό που δεν ξέρω
Ακόμα με κρατάει . Κι εσύ έχεις δίκιο να ρωτάς .  Μη με ρωτάς.


Τελικά … τι είναι η ποίηση ;


                                                           Levina


Για την ιστορία της Παγκόσμιας ημέρας Ποίησης
Πηγή :
Η Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης εορτάζεται κάθε χρόνο στις 21 Μαρτίου. Η αρχική έμπνευσή της ανήκει στον έλληνα ποιητή Μιχαήλ Μήτρα, ο οποίος το φθινόπωρο του 1997 πρότεινε στην Εταιρεία Συγγραφέων να υιοθετηθεί ο εορτασμός της ποίησης στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, και να οριστεί συγκεκριμένη μέρα γι' αυτό.

Η εισήγησή του έφτασε με επιστολή στα χέρια του ποιητή και μελετητή της ποίησης Κώστα Στεργιόπουλου, προέδρου τότε της Εταιρείας Συγγραφέων. Η ποιήτρια Λύντια Στεφάνου πρότεινε ως ημέρα εορτασμού την 21η Μαρτίου, την ημέρα της εαρινής ισημερίας, που συνδυάζει το φως από τη μία και το σκοτάδι από την άλλη, όπως η ποίηση, που συνδυάζει το φωτεινό της πρόσωπο της αισιοδοξίας με το σκοτεινό πρόσωπο του πένθους. Η πρώτη Ημέρα Ποίησης γιορτάστηκε το 1998 στο παλιό ταχυδρομείο της πλατείας Κοτζιά. Ετοιμάστηκε με ελάχιστα έξοδα και πολλή εθελοντική δουλειά, και είχε μεγάλη επιτυχία.

Την επόμενη χρονιά ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO, εισηγήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του οργανισμού η 21η Μαρτίου να ανακηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, όπως η 21η Ιουνίου είναι Παγκόσμια Ημέρα Μουσικής. Οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Τυνήσιοι και άλλοι πρέσβεις από χώρες της Μεσογείου υποστήριξαν την εισήγηση και η ελληνική πρόταση υπερψηφίστηκε.

Τον Οκτώβριο του 1999, στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO στο Παρίσι, η 21η Μαρτίου ανακηρύχθηκε Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.





12.3.14

Τυχαία Γράμματα







Τυχαία σου γράφω
λέξεις χαράζω
με το δάχτυλο στο νοτισμένο τζάμι
σύννεφα σπέρνω
με το χνώτο μου σε γκρίζο ουρανό

Είναι που απόψε φοβήθηκα πολύ
όσα την ζωή μου καταδιώκουν
Κι αν πνίγομαι
βοήθεια δεν θα πω
Κανενός τον πολύτιμο χρόνο
δεν θα διαπραγματευτώ
Στον σωτήρα μου
μετάλλιο αντρείας δεν θα δαπανήσω
Ούτε θα εμπορευτώ
τα τελευταία ψήγματα της ανάσας μου
Τα «σ ΄ αγαπώ μου» δεν θα σβήσω
σαν μισά τσιγάρα πατημένα
στις πλάκες των πεζοδρομίων

Τι άθλιο που είναι το σκοτάδι
πόσο βαριέμαι τις σιωπηλές μας νύχτες
κι ανοίγω τα παράθυρα
τα θραύσματα των ήχων να αρπάξω
Μα ούτε ένα αδέσποτο όνειρο
δεν ξεπέφτει σ΄ αυτή την ερημιά

Κι έτσι στην τύχη
γράμματα γράφω
Τα σκορπίζω έξω απ ΄ το παραθύρι
να φτερουγίσουν στην νυχτιά
Ονόματα δεν γράφω
τυχαίοι οι παραλήπτες



                           Levina


PHOTOGRAPHER MARTIN MARCISOVSKY






7.3.14

Η Μαριονέτα







8 Μαρτίου, η μέρα της Γυναίκας και θα ακουστούν πολλά

γι αυτή την μέρα . Δεν ξέρω τι αξία έχει τώρα πια,

όταν γύρω μας υπάρχουν τόσες κακοποιημένες γυναίκες

(στατιστικώς ακόμα και στην πολιτισμένη χώρα μας

1 στις 4 γυναίκες κακοποιείται από τον σύζυγο, τον φίλο,

τον πατέρα, τον συγγενή με κάθε τρόπο… φραστικό, σεξουαλικό

ή στην εργασία της) . Δεν μιλάμε για χώρες που βρίσκονται

στον σκοταδισμό και την αμάθεια… εκεί η γυναικεία υπόσταση

έχει λιγότερη αξία από μια αγελάδα και είναι περισσότερο

αναλώσιμη από ένα τσιγάρο.

Το δικό μου αφιέρωμα στην γυναίκα έχει να κάνει με ένα διήγημα.

Αν είναι φανταστικό ή όχι ;

Ίσως ναι, ίσως όχι….

 

Η Μαριονέτα

Οι ζαλάδες είχαν γίνει επίμονες τον τελευταίο καιρό. Σηκωνόταν από το κρεβάτι

και σερνόταν μέχρι την κουζίνα να φτιάξει λίγο καφέ και τις τελευταίες μέρες

είχε πάρει άδεια από την δουλειά της, αυτή την πολύτιμη άδεια που την

χρειαζόταν όταν θα ερχόταν ο άνδρας της από το ταξίδι του για να περάσουν

λίγες μέρες μόνο οι δυο τους, ίσως και να έκαναν ένα ταξιδάκι.

Όμως να που είχε σπαταλήσει αυτές τις μέρες με το να περιφέρεται σαν

ζόμπι στο άδειο σπίτι και μετά βίας να στέκεται όρθια στα πόδια της.

Ευτυχώς που στο κάτω διαμέρισμα έμενε η πεθερά της και είχε αναλάβει

τα ψώνια, της έφερνε συχνά κι ένα πιάτο φαΐ μια και ήταν μόνη της

και δεν χρειαζόταν να μαγειρεύει καθημερινά.

Ίσως αν υπήρχε ένα παιδί να μην ένοιωθε τόση μοναξιά όμως αυτό δεν

είχε έρθει ακόμα. Βέβαια η δουλειά του στα καράβια κρατούσε τον άντρα της

μήνες μακριά, όμως στα δυο χρόνια είχαν περάσει τουλάχιστον έξη μήνες

μαζί, κανονικά δεν θα έπρεπε να έχει μείνει έγκυος?

Οι φωνές από το σπίτι της πεθεράς της την έβγαλαν από τον λήθαργό της,

πάλι μάλωνε με τον κουνιάδο της, τον μεγαλύτερο αδελφό του άντρα της,

ένα ‘παιδί’ σαράντα χρονών που μια αρρώστια του είχε στερήσει την νοημοσύνη

και συμπεριφερόταν σαν πεισματάρικο τρίχρονο αγοράκι … με όλες τις ορμές

όμως ενός σαραντάρη άντρα. Σπάνια κατέβαινε στο διαμέρισμα τη πεθεράς της,

δεν ήθελε να έχει πολλές επαφές με τον κουνιάδο της, τον λυπόταν αφάνταστα

όμως από την ημέρα που την στρίμωξε στον πάγκο της κουζίνας βγάζοντας

άναρθρες κραυγές καθώς τριβόταν επάνω της, τρόμαξε τόσο από την

λάμψη που είχαν τα μάτια του ώστε κατέβαινε από σπανίως έως καθόλου.

Αν τότε δεν είχε μπει η πεθερά της μέσα να τον τραβήξει από πάνω της ,

ούτε ήξερε τι κατάληξη θα είχε αυτό γιατί εκείνος παρ΄ όλη την καθυστέρηση

που είχε στο μυαλό , είχε και μια αφύσικη μυϊκή δύναμη.

Ένοιωθε τόσο κουρασμένη να τους ακούει ξανά και ξανά να τσακώνονται

η πεθερά της κι αυτός που πάλι κάτι ζητούσε επίμονα και πετούσε αντικείμενα

στους τοίχους ενώ η γυναίκα προσπαθούσε να τον ηρεμήσει.

Σκέφτηκε πως θα έπρεπε να τον έχουν κλείσει σε κάποιο ίδρυμα, η μητέρα του

δεν μπορούσε πια να κουμαντάρει τις εκρήξεις θυμού του, η ίδια ενδόμυχα

τον φοβόταν, αυτό το άδειο βλέμμα του, την μονοτονία των κινήσεών του,

το πρόσωπό του που δεν το είχε δει ποτέ να χαμογελά κι ο άνδρας της ήταν

μακριά για να βοηθά σε αυτή την κατάσταση. Κάποτε το έχει προτείνει δειλά

στην πεθερά της να ζητήσουν την γνώμη ενός γιατρού για το τι θα μπορούσαν

να κάνουν, εκείνη όμως της έκοψε την συζήτηση.

'' Είσαι ξένη και δεν σου πέφτει λόγος, δεν είναι σπίτι σου, σπίτι μου είναι ''

κι από τότε δεν ξαναμίλησαν γι αυτό το θέμα.

Τσίμπησε λίγη σούπα που της είχε ανεβάσει το μεσημέρι η πεθερά της έκανε

ένα ζεστό μπάνιο και πήγε να ξαπλώσει, αυτή η υπνηλία δεν την άφηνε να

σταθεί στα πόδια της.

 

Ένα τέρας την κυνηγούσε, έτρεχε ουρλιάζοντας σε ένα σκοτεινό μονοπάτι

κι εκείνο έτρεχε ξωπίσω της, ένοιωθε τα νύχια του να αρπάζουν τα πόδια της,

τα μαλλιά της, του ξέφευγε και πάλι την έφτανε, την έπιασε και την έριξε κάτω …

το στόμα του ήταν σαν κόκκινη σπηλιά, έσταζε σάλια από τις άκριες των

μυτερών δοντιών … το βάρος του ήταν ανυπόφορο κι αυτός ο ρυθμικός

χτύπος… πονούσε … ούρλιαξε ξανά μα δεν βγήκε φωνή από μέσα της.

Με ορθάνοιχτα μάτια κοιτούσε το τέρας καταπρόσωπο ανίκανη να αντιδράσει

όσο εκείνο μπαινόβγαινε ρυθμικά στο κορμί της … πονούσε μα ήταν αδύνατον

να κάνει την παραμικρή κίνηση … ένοιωσε ακόμα και τους σπασμούς του

οργασμού του και πάλι δεν κούνησε ούτε τα βλέφαρά της, με βλέμμα

γυάλινο απέμεινε να κοιτά το ταβάνι μέχρι που και πάλι όλα σκοτείνιασαν

γύρω της.

Ξύπνησε αργά το πρωί, είχε την ακαθόριστη αίσθηση πως κάτι είχε συμβεί

το βράδυ μα δεν θυμόταν τίποτα, σηκώθηκε, κοιτάχτηκε στον καθρέφτη,

το ατσαλάκωτο νυχτικό της λες και δεν είχε κοιμηθεί με αυτό, τα μάτια της

που γυάλιζαν σαν να είχε πυρετό, τα χέρια της που έτρεμαν.

Ήπιε λίγο γάλα , έπρεπε να γυρίσει στην δουλειά της , είχε τόσα να κάνει …

Κρακ

Ο θόρυβος από το ποτήρι που της έπεσε από το χέρι και θρυμματίστηκε

στα πλακάκια την ξύπνησε για τα καλά.

Όχι το θυμόταν αυτό, δεν είχε κοιμηθεί με αυτό το νυχτικό, είχε φορέσει το

γαλάζιο, είχε κάνει μπάνιο και είχε φορέσει το γαλάζιο με την λευκή κορδελίτσα.

'' Τρελαίνομαι '' ψιθύρισε κι έτρεξε στο μπάνιο της να κοιτάξει στο καλάθι

με τα άπλυτα … πουθενά ούτε το νυχτικό της, ούτε η πετσέτα που σκουπίστηκε

την προηγούμενη βραδιά.

Το τέρας ξανάρθε στο μυαλό της, το τέρας που αγκομαχούσε, που της έκανε έρωτα,

ο πόνος …η υποψία που όρμησε κι ήταν σα να την έλουσε ένας κουβάς

παγωμένο νερό !

Τόση διαύγεια μυαλού είχε μέρες να νοιώσει.

Κατέβηκε τρέχοντας τα σκαλιά και βρόντηξε με τις γροθιές της την

πόρτα της πεθεράς της .

'' Τι βαράς έτσι ανόητη, ποια νομίζεις πως είσαι; '' Την παραμέρισε κι έτρεξε

στο μπάνιο. Ανάμεσα στα άπλυτα βρήκε την πετσέτα της και το γαλάζιο της

νυχτικό τσαλακωμένο, λερωμένο με τεράστιους κίτρινους λεκέδες , βρωμερό …

Κάθισε βαριά στην λεκάνη της τουαλέτας κρατώντας το στην αγκαλιά της

ενώ η πεθερά της ακουμπούσε στον παραστάτη της πόρτας λες και

δεν την κρατούσαν πια τα πόδια της.

'' Τι μου έκανες; ''

'' Εκείνος το ζήτησε κόρη μου ''

'' Δεν είμαι κόρη σου γαμώτο σου, νύφη σου είμαι , στην κόρη σου δεν θα το

έκανες αυτό , τι μου έβαζες στο φαγητό και νόμιζα πως με λυπόσουν

και μου το έφερνες. ''

'' Για εκείνον το έκανα, σε ήθελε, από τότε που σε έφερε ο αδελφός του

σε ήθελε. Με απειλούσε πως θα με σκότωνε, θα μας σκότωνε όλους. ''

'' Να σε σκότωνε παλιόγρια, αντί να τον κλείσεις σε άσυλο και να πας

κι εσύ μαζί του, θα σας κάψω ζωντανούς, αν νομίζεις πως θα το

αφήσω αυτό να περάσει έτσι , είσαι τρελή, θεότρελη και κρατάς κι αυτόν

τον τρελό εδώ μέσα. ''

Σηκώθηκε και παραμέρισε την πεθερά της που είχε κατεβασμένο το κεφάλι,

θα ντυνόταν και θα πήγαινε στην αστυνομία, δεν μπορούσε να το αντέξει

πως είχε γίνει έρμαιο στα χέρια μιας άρρωστης γριάς και ενός καθυστερημένου.

Δεν τον είδε που ήρθε πίσω της την ώρα που έβγαινε από την πόρτα,

ούτε καν ένοιωσε τα χέρια του που σφίχτηκαν γύρω από τον λαιμό της.

Προσπάθησε να πάρει μια ανάσα κι ένοιωσε ένα φριχτό κάψιμο στο στήθος.

Ένα ουρλιαχτό ακούστηκε μα δεν ήταν η δική της φωνή αυτή.

Σπαρτάρισε στα χέρια του, προσπάθησε να του γραντζουνίσει το πρόσωπο

μα δεν έφτανε, τα χέρια της δεν υπάκουαν, μια ανάσα χρειαζόταν μόνο,

άνοιξε το στόμα της μα ο αέρας είχε στερέψει κι όλα σκοτείνιασαν .

Σαν μαριονέτα που της έκοψαν τα σχοινιά σωριάστηκε στο κατώφλι της πόρτας.

 

Τον έσφιξε στο στήθος της κι άρχισε να τον νανουρίζει όπως τότε που ήταν

μωρό ενώ κάπου μακριά ακουγόταν η σειρήνα του περιπολικού που πλησίαζε.

'' Θέλω την κούκλα, θέλω την κούκλα. '' ψεύδιζε επιτακτικά , μονότονα τις λέξεις

ο άντρας – παιδί.


Levina

συλλογή- Γυναικείες Στάχτες 2012-13





20.2.14

La Voce del Silenzio


                                       
Photographer Cameron  lovingly             


Θυμάμαι πριν πολλά χρόνια οδηγούσα
κάτω από ιδιαίτερη συναισθηματική
φόρτιση, όταν άκουσα μια μαγική
φωνή στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου.
Σταμάτησα στην άκρη και εκεί
ξέσπασαν τα συναισθήματά μου υπό
τους ήχους της μουσικής… λύπη,
απογοήτευση, θυμός, όλα εξαφανίστηκαν
και έμεινε μέσα μου το αύριο που
θα ερχόταν μαζί με ένα όνομα ...
Andrea Bocelli.
Από τότε αυτή η φωνή μαζί με τις
αγαπημένες μου μουσικές συνοδεύει
την ζωή μου, εξημερώνει την ψυχή μου,
μου ανοίγει ένα παράθυρο στο φως και
τα βράδια … τα βράδια που κάθομαι
παλεύοντας με το χαρτοβασίλειο, με
τους μουσαμάδες και τα πινέλα μου,
ως τα ξημερώματα  μέσα στην σιωπή…. 
α η σιωπή!
πόσα μπορείς να ακούσεις dal mare del silenzio
μέσα στην θάλασσα της σιωπής !
εδώ ο εαυτός μου και η μουσική
είναι η συντροφιά μου.







10.2.14

Βραδιάζει







Να κοιτάς το λυκόφως των ουρανών και να γεμίζουν 
οι χαραμάδες του κορμιού σου φως.

Ξεθώριασε το μαύρο που βασανίζει την ψυχή. 


Καληνύχτα ...

                                       Levina






6.2.14

Όνειρα σ Αχαρτογράφητα Νερά






Είναι κάποιες παγωμένες βραδιές
που η ομίχλη τα ονείρατα σκεπάζει
βουτηχτής σε φυκόσπαρτο βυθό
γίνεται τ  ανήμπορο κορμί
μάταια στα θολά να κυνηγά
λευκοντυμένα οράματα

Γιατί γύμνωσες τόσο την ψυχή μου
και μια ζωή που μ έμελλε να ζήσω
κατάσαρκα μια τέτοια νύχτα 
της φόρεσες για ρούχο
την αφθονία της ελπίδας ;
Ξέχειλη η πηγή με δροσερό νερό
κι έσκυψα τα στερεμένα χρόνια μου
να ξεδιψάσω / κι είναι αγιάτρευτοι 
οι πόθοι που κοχλάζουν / φωτιά 
ανάβουν στ  ακύμαντα νερά

Πόσο επιπόλαια με μοίρασες
προτού μ ένα πέτρινο φιλί
την τρέλα στον λογισμό μου σπείρεις

Τρυφέρεψε η ψυχή σαν μάζεψε
των φιλιών σου τα συντρίμμια
από την ξεχασμένη των Μακάρων
παραλία αυτή που μόνο οι
αρχαίοι ποιητές την έχουνε υμνήσει
Την ιχνογράφησαν αδιάντροπα
τα βήματά σου χαράζοντας
πορεία σταθερή στο ασταθές της άμμου
κι ήταν αυτό / ότι από Σε απέμεινε
στιγμές προτού η παλίρροια
και πάλι στα Τάρταρα της νύχτας

να με ρίξει _

                                 Levina



painting C
ecile Desserle