6.9.13

Ο Μονόλογος μιας Ερωτευμένης Αριάδνης


Η Αριάδνη με συνόδεψε αρκετά βράδια τους περασμένους μήνες.
Εμφανίστηκε ξαφνικά , αδιάκριτα, ορμητικά μπήκε στην σκέψη μου
και παρέμεινε μονολογώντας πλάι μου όσο  αποτύπωνα στο χαρτί τα λόγια της.
Χάθηκε με το Καλοκαίρι το ίδιο ξαφνικά όπως είχε έρθει μόλις
τελείωσε το έργο της μαζί μου αφήνοντας πίσω μια σειρά από στίχους.
Με την σειρά είναι Ο Μονόλογος μιας Ερωτευμένης Αριάδνης,
Η Αριάδνη στον Κόσμο των Θνητών, Η Αριάδνη στον Άδη και τέλος
Ο Θρήνος της Αριάδνης.


                                                                                                         
foto by Kamil Vojnar



Υπέροχε αθάνατε έρωτά μου
Όμορφε έρωτά μου
Ένα αμπέλι με σταφύλια ώριμα
μεθυσμένο  τις άνυδρες πέτρες αγκαλιάζει
Έτσι απλώνομαι κομμάτι της γης κι εγώ
 επάνω στο κορμί σου
γυρεύοντας  δικό μου κτήμα να γενεί
μεθάω από τις στάλες του ιδρού σου
τα διψασμένα σωθικά μου
αχόρταγα μ ΄ εσένα τα  ποτίζω
κι έτσι με βία
χώνω τα χέρια μου στα πλευρά σου
αγκάθια τα νύχια μου
μετράνε τις κλειδώσεις στο κορμί σου,
την ραχοκοκαλιά που σκάλα γίνεται
ν ΄ ανέβω να σε φτάσω
Τόσο ψηλά που βρίσκεσαι έρωτά μου
ανοίγομαι, τυλίγομαι,
γεμίζω με την άδολη ματιά σου
που σιωπηλά τον θάνατό μου  αφουγκράζεται

Έρωτά μου
τις ίδιες εικόνες μαζί σου  μοιράζομαι
όνειρα για ένα αδοκίμαστο αύριο
στο ίδιο το σκοτάδι να συντρίβομαι
στα χέρια σου ξερό κλαρί,
στα δυνατά σου πόδια χώμα ξερό,
στων χειλιών σου τους ηδονικούς σπασμούς ,
πόσο ενάρετος μπορεί να είναι ο έρωτας
έρωτά μου
σαν μέσα απ΄ τους σφιγκτήρες της καρδιάς κυλάει
κι όποιος με μαύρα πέπλα
να τον σκεπάσει προσπαθεί
θολή την κρίση έχει και το μυαλό του
με σάπιο κρέας παρομοιάζω

Όμορφε έρωτά μου
με τα μαλλιά μου τύλιξα
τον ξέσκεπο λαιμό σου
τα στήθια μου πόρτες ορθάνοιχτες
να ΄ ρθεις και μέσα να κρυφτείς
Κουρνιάζω στην απαλή παραίσθηση
στον πόνο αυτοξεχνιέμαι
γέμισε ηφαίστεια το αίμα μου
εκρήγνυνται οι ενώσεις των οστών μου ,
βροχή από έρωτα και αίμα 
θόλωσε τη λογική της  μέρας
Χάθηκαν στην φωτιά τα σταροχώραφα
Ξεριζώθηκαν  τα πανάρχαια δέντρα
Στο διάβα σου έρωτά μου
ξεθεμελιώθηκαν  οι αρχαίοι ναοί

Υπέροχε έρωτά μου
Όμορφε έρωτά μου
Ανάλαφρο το σώμα μου
σαν του γλάρου το λευκό φτερό
μια γυμνή ψυχή φοράω για φουστάνι
τίποτα δεν ακούω
μόνο  τα  τσακισμένα μου πέλματα
σεργιανούν απάνω στο μαξιλάρι
που κρατάει τα όνειρά σου
Μην απλώσεις το χέρι σαν με δεις να πεθαίνω
Μην με γυρίσεις πίσω στους θνητούς
Άσε με σπαράζοντας να σβήσω
Άσε με σε μια παραφροσύνη να χαθώ


    

                                                                       Levina












2.9.13

Ελλάδα Χώρα Θεϊκή







                                                                                               παραλία Βελά_ Αστακός Αιτ/νία_


Όλα ευρύχωρα σ αυτό τον τόπο
σε μια παραζάλη του μεσημεριού
μνηστεύεται το γαλάζιο τ ουρανού
με το απέραντο της θάλασσας
υπό την ευλογία του Θεϊκού ηλιόχρυσου
και την παραφροσύνη των αγέρηδων

Απρόσκλητοι οι καλεσμένοι
με συνέπεια δηλώνουν παρουσία
κόκκινα αστέρια των νερών και δέλφινοι
αντάμα με χελώνια κι οι σπαρομάνες
για του γάμου την χαρά
φρούτα της θάλασσας προσφέρουν
πορφύρες, χτένια, κυδώνια φιλντισένια







Απερίφραστη η ευδαιμονία της ψυχής
το βήμα λεύτερο την αμμουδιά οργώνει
σε μια παραίσθηση μεσημβρινή
χνάρια παιχνιδιάρικα απέμειναν
αντάμα με  της αλμύρας το λευκό
που το ζωγράφισε έν΄  Αυγουστιάτικο μελτέμι

Στο γιορτάσι εχάθη ετούτη η μέρα
μα κοίτα τώρα γοργοφτέρουγη η νύχτα
κατεβαίνει σχολνώντας  του Ήλιου την χαρά
μια υπόσχεση μόνο απομένει
πως όλα σαν ξημερώσει θα ζωντανέψουν ξανά
κι ας είν του Φθινοπώρου μέρα Πρώτη _




                                                                                                                    Αστακός_Αιτ/νία_


                                                                                                           
                                                                                                                                                                       Levina
















30.7.13

Ραντεβού σε μια άλλη εποχή ...




Ώρα να αποχαιρετισθούμε …
Ο κύκλος μας έλιωσε σαν χωνάκι παγωτό από την ζέστη 
κι όλα πια υποτονικά λειτουργούν… οι σκέψεις , οι λέξεις, 
οι ώρες που κυλάνε κι αυτές σα να βγαίνουν από ένα καμίνι 
ρέουν με αυθάδεια ανάμεσα στην μέρα και την νύχτα.
Μια παραλία ερημική σαν όνειρο και δυο πάνινες καρέκλες 
ποτισμένες στην αλμύρα … μια θάλασσα απέραντο μπλε 
κι ένας ουρανός που πάνω του να ζωγραφίζει η φαντασία μου 
σύννεφα και ήλιους και μισοφέγγαρα και τις νύχτες μια φωτιά   
αναμμένη από θαλασσόξυλα να πετά γαλάζιες φλόγες … 
μια αγκαλιά και μια φωνή να ψιθυρίζει λόγια δροσερά 
στην κάψα του Καλοκαιριού.

Έτσι μαζεύω τα μπαγκάζια μου και φεύγω για μια δική μου παραλία … 
θα περνάω κάθε τόσο να σας βλέπω, να σας λέω τα δικά μου λόγια
 και κάποια στιγμή θα τα ξαναπούμε … εκεί προς το Φθινόπωρο 
όταν όλα γύρω μας θα αρχίσουν να μυρίζουν πρωτοβρόχια.

Ραντεβού κάπου , κάπως , κάποτε …

με αγάπη  Levina


painting by Mary Conder
vintage beach








25.7.13

το άδειο σπίτι μας



Νομίζεις πως γελάμε και χαίρεσαι με όσα μας έτυχαν
Καλότυχους μας λες και αφήνεις το χέρι σου το μιαρό ηδονικά
ν΄ αγκαλιάσει λίγα μεταλλικά που κρύβεις στην τσέπη σου
Όχι δεν στάζει η βρύση γιατί χάλασε, ούτε και το ραδιόφωνο
είναι κλειστό γιατί τις μελωδίες του κόσμου βαρεθήκαμε ν΄ ακούμε
και τα ντουλάπια μας δεν τα αδειάσαμε
από τα ερπετά της ψυχής μας να τα καθαρίσουμε,
ούτε κι από γινάτι αφήσαμε τα ξερόχορτα
γιορτή να κάνουν στην αυλή μαζί με τα πεσμένα φύλλα της μουριάς
Στο κατώφλι μας το λερωμένο πόδι σου να μη ξαναπατήσεις
την σκόνη μας λάσπη μη την κάνει ο δικό σου ιδρώτας
στάζει χολή και μπόχα βγάζει από πολυκαιρισμένη ναφθαλίνη
Λεύτεροι είμαστε να γελάμε όσο θέλουμε
και δάκρυα τα μάτια μας να στάζουν απ΄ την χαρά μας
που τίποτα πια δεν έχουμε πέρα από ένα κομμάτι γαλάζιο ουρανό
και την απελπισιά μας για ένα αύριο που ποτέ δεν ήρθε_


                                    Levina 



Lucky Clover
by Natalia Drepina




16.7.13

Άνθρωπος Ον Παράλογο





   Josef  Kote


Στην σκέψη του δικού σου τέλους παραμένω
τώρα που τα βήματά μου σβήνουν πίσω από τους ήχους
των κτύπων των χεριών σου , πίσω από την θλίψη
που γενούν τα δάκρυα στα νεκρά μάτια των αγαλμάτων
που παραστέκουν την πλευρά σου
καθώς των χρόνων η σκόνη λερώνει τις παρθενικές μορφές,
τυλίγει με σπαραγμό το πεπρωμένο
ενός προαναγγελθέντος θανάτου .
Νομίζεις πως σε γάμο σε καλέσαν
με χαρά ακολουθείς τον δρόμο ‘
μα κοίτα που τα δεσμά ακίνητων ημερών
δένουν τους αστραγάλους
και η λαχτάρα της καρδιάς απέμεινε,
μια κι η πορεία της φυγής  που
βαθιά είχες χαράξει στην σκέψη,
έγινε πορεία κουρελήδων καθώς
οι παρθένες που οι θεοί
για συμπαράστασή σου στείλανε, τώρα πια
την ψυχή σου ζητούν να χάσεις.
Θέαμα τρομερό είναι να δεις μιας χώρας τον χαμό
γι αυτό κάλλιο τους οφθαλμούς σου θυσία να προσφέρεις
στις πηγές των αρχαίων ποταμών εκεί που ο Όμηρος
διηγήθηκε τα πάθη των θνητών και πως οι Θεοί
κατά την θέλησή των τον πόλεμο και την ειρήνη έπαιζαν 
απολαμβάνοντας στα σύγνεφα την τσίκνα των σφαγίων,
θυσίες στο παράλογο των θνητών που για το
Εγώ τους ικετεύαν.
Έτσι τους εμπαίζανε οι θεοί ρίχνοντας όνειρα εφιάλτες …
ω πόση αγωνία !
Μα να τι σου λέω πως την αγωνία σου νοιώθω
και το χαμόγελο περνά βιαστικό και χάνεται
προτού να το χαρεί ο άνθρωπος,
αυτό το αρχαίο κτήνος που κανείς πια
να το σώσει δεν μπορεί καθώς
απέναντι στην ομορφιά της ζήσης αυθαδιάζει
αυτό το λίγο που του μένει με γκρίζο το χρωματίζει
και παραφροσύνη το είναι του γεμίζει …
Αλήθεια πόση ανοησία στον χρόνο μοιράζει το μυαλό
αντί ν΄ απολαμβάνει την ανάσα που του χαρίστηκε .
Στοχάσου τον λόγο μου καθώς σπαράζοντας
το πλήρωμα του χρόνου σου δείχνω ,
ζωντανό σε μοιρολογώ και μ επικρισία
την ζωή σου ν΄ αλλάξεις σου ζητώ.
Ανοίκειο είναι να ζητάς στ΄ άδικο που έκανες
να  σ΄ ευλογήσουν οι Θεοί κι απ΄ έναν Όμηρο
αθάνατους στίχους για σένανε να γράψει.
Ποιος τα πάθη σου να συγχωρέσει σαν
τον εαυτό σου δεν μπορείς
να πείσεις για των λόγων σου το δίκιο;
Ετούτο λοιπόν σου λέγω …  πως το τέλος
που σαν άρμα ζεμένο σ΄ ανέμους καταπάνω σου τρέχει,
του χαμού σου το μαντάτο φέρνει κι αν της μοίρα σου
ν΄ αλλάξεις θες  τον δρόμο τον φαρμακερό,  
άνοιξε της ψυχής σου το πουγκί που χεις σφιχτά δεμένο
με ματοβαμμένο κορδόνι και μοίρασε απλόχερα
του Προμηθέα την φωτιά, ζωή αντί για την ζωή σου....
Τετέλεσται προτού να πεις τ΄ άδικο μιας κενής ζωής 
ν΄ αναγνωρίσεις  και μοίρασε αυτό που σου απέμεινε ….
τα δυο σου χέρια απλωμένα στους ορίζοντες ….
Για δες πόσο μοιάζει η αγκαλιά με της ικεσίας το παράπονο. 

Levina