23.8.11

Τα φτερά της γάτας

ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ

ή αλλιώς οι γκάφες της μικρής μάγισσας Παστούλα


'' Θα τα καταφέρω, του φώναξε, να δεις που θα τα καταφέρω και
σταμάτα να με κοιτάς με αυτό το ύφος! ''
Έπιασε από το ψηλό ράφι ένα κόκκινο γυάλινο μπουκαλάκι κι άνοιξε
το πώμα. Μια μυρωδιά μούχλας την χτύπησε στην μύτη και της
έφερε δάκρυα στα μάτια.
Έριξε μια κρυφή ματιά πάνω από την πλάτη της, ο Κύριος ΧνΧν
είχε καρφώσει τα μικρά αλλήθωρα ματάκια του επάνω της κι αυτό
το βλέμμα τα έλεγε όλα!
Δεν της είχε καμία μα καμία εμπιστοσύνη πως θα τα κατάφερνε
αυτή τη φορά να φτιάξει το φίλτρο της μεταμόρφωσης, αυτό το
κορίτσι ήταν σκέτη καταστροφή…..έκανε την μια ζημιά μετά την άλλη.
Ακόμα δεν είχε διορθώσει το τελευταίο λάθος της και η Σουλίνα
η γάτα όχι μόνο είχε χάσει την ουρά της αλλά είχε ακόμα τα φτερά
της κυρίας Λούρδης, της κουκουβάγιας, που τα είχε αποκτήσει εκεί
που δεν το περίμενε !

Βέβαια αυτό είχε και τα καλά του, γιατί h Σουλίνα μπορούσε να
μετακινείται πετώντας, αλλά και πάλι να βλέπεις μια γάτα να πετά;
Άσε που την ζάλιζαν τα ύψη και όταν προσγειωνόταν ήθελε μισή ώρα
για να συνέλθει. Να μη μιλήσουμε και για την κυρία Λούρδη που
καθόταν όλο νεύρα στο κλαδί της χτυπώντας πέρα δώθε την
γατίσια ουρά της σαν μετρονόμο, περιμένοντας πότε θα τα
κατάφερνε αυτή η μικρή χαλάστρα να της ξαναδώσει
πίσω τα φτερά της. Που ξανακούστηκε κουκουβάγια με γατίσια ουρά;

Και όλα αυτά χάρη στην μικρή μάγισσα Παστούλα που επέμενε να
παίζει κρυφά με τα φίλτρα και τα ξόρκια της μαμάς της, αντί να κοιτά
τα μαθήματά της. Ευτυχώς που δεν την είχαν πάρει ακόμα χαμπάρι
γιατί της το είχε τάξει η μαμά της πως θα την έστελνε πακέτο στην
Μεγάλη Σχολή του Ούρμπινο, το πιο αυστηρό σχολείο μαγείας
του κόσμου, εκεί που τα παιδιά τα κρατάνε εσώκλειστα μέχρι να
τελειώσουν τα μαθήματά τους και δεν τους επιτρέπεται καμία
επικοινωνία με τον έξω κόσμο.
Η Παστούλα ούτε να το σκεφτεί δεν ήθελε πως θα μπορούσε να
αποχωριστεί ποτέ τον Κύριο ΧνΧν και τον μικρό πρίγκιπα Μπίλυ
τους δυο καλύτερους φίλους της και τους γονείς της!
Μα και πάλι η περιέργειά της ήταν τόσο δυνατή που δεν μπορούσε
να αποφύγει τις σκανταλιές.

Ο Κύριος ΧνΧν ανασηκώθηκε στα δυο του ποδαράκια και ……

'' Τι βάζεις μέσα στην κατσαρόλα πάλι; '' Την ρώτησε με την στριγκή
φωνή του.
'' Πφ ... βόγκηξε με δήθεν απόγνωση η Παστούλα, δεν είναι
κατσαρόλα ανόητε, μαρμίτα είναι δεν την βλέπεις?
'' Για μένα κατσαρόλα είναι και πάλι χαζομάρα θα κάνεις! Θα με
αναγκάσεις να τα πω όλα στην μαμά σου, την απείλησε ο Κύριος ΧνΧν,
το ξέρεις πως η Κυρία Λούρδη με το ζόρι κρατιέται και δεν μιλάει,
κρύβεται στις πιο πυκνές φυλλωσιές των δέντρων για να μη δουν
την ουρά της και την κοροϊδεύουν τα άλλα πουλιά.''
Η Παστούλα έριξε με το κουτάλι μια καλή δόση από αυτό το κόκκινο
υγρό που βρωμοκόπαγε και έπιασε ένα άλλο βαζάκι από το ράφι,
που έγραφε απ έξω με καλλιγραφικά γράμματα '' φίλτρον δια προσωπική χρήσην ''.
Τι στο καλό είναι το φίλτρον για προσωπική χρήσην; αναρωτήθηκε
η Παστούλα, αλλά αυτό το υγρό μύριζε τόσο όμορφα που έριξε κι από
αυτό μια πρέζα μέσα στην μαρμίτα που κόχλαζε πάνω από την φωτιά.
'' Μα τι κάνεις; '' ρώτησε με απορία ο Κύριος ΧνΧν
'' Μη μου μιλάς τώρα, θα ξεχάσω τι πρέπει να κάνω! '' τον αποπήρε
η Παστούλα απόλυτα αφοσιωμένη στην μαρμίτα της.
'' Γιατί ξέρεις τι κάνεις; '' επέμενε εκείνος που είχε δει στην ζωή του
αρκετές γκάφες της μικρής μάγισσας και απορούσε ακόμα πως τα
είχε όλα επάνω του και δεν τον είχε κουτσουρέψει όπως την γάτα,
αν εξαιρέσουμε το μισό αυτί που έλειπε, αλλά αυτό το είχε χάσει
σε μια μάχη με τον γάτο της μάγισσας Γκιολέα που ήταν το αντίπαλο
δέος της Παστούλα και που είχαν μεταξύ τους αμοιβαία αισθήματα
αγάπης! Καλά όχι αγάπης, μίσους και πάντα την πλήρωναν οι
ακόλουθοι που έπρεπε να βγάζουν το φίδι από την φωτια. Όχι φωτιά,
την τρύπα λένε κανονικά….ή όχι; Κάτι βγάζουν από την φωτιά,
αλλά τι; Ο γάτος λοιπόν είχε κόψει το μισό αυτί του Κυρίου ΧνΧν
μια μέρα που τσακώθηκαν αυτές οι δυο στο σχολείο και από τότε
ο Κύριος ΧνΧν τον είχε άχτι αυτόν τον ύπουλο γάτο και όπου τον
συναντούσε του βαρούσε κάτι σκουντιές, μα κάτι σκουντιές!

Γιατί ξέχασα να σας πω , πως ο ακόλουθος της Παστούλας ήταν
ένα χοντρό ροζ γουρούνι, ναι καλά ακούσατε, ένα γουρούνι, που
είχε τρόπους, ήξερε να μιλά ευγενικά, να μη κυλιέται στην λάσπη
και μετά να λερώνει το παλάτι και κυρίως είχε διαβάσει όλα τα βιβλία
μαγείας που υπήρχαν στην βιβλιοθήκη και τα ήξερε όλα!
Γι αυτό φοβόταν τόσο πολύ κάθε φορά που έβλεπε την Παστούλα
να ανακατώνει τα φίλτρα της μαμάς της.
Ένα δειλό χτύπημα ακούστηκε στην πόρτα και τα μάτια της Παστούλα
έλαμψαν από οργή!
Μα ποιος ήταν πάλι, Κέντρο διερχομένων το πέρασαν εκεί μέσα;
Και πως θα συγκεντρωθεί να ετοιμάσει το σωστό φίλτρο όταν την
ενοχλούν συνεχώς;
Ο κύριος ΧνΧν ανακουφισμένος έτρεξε να ανοίξει, ελπίζοντας πως
θα ήταν κάποιος που θα σταματούσε την Παστούλα από ότι τέλος
πάντων έφτιαχνε πριν γίνει η καταστροφή και πάλι.

Μα όπως πάντα ήταν ο μικρός πρίγκιπας Μπίλυ που ξεφύτρωνε
εκεί που δεν τον έσπερναν, όπως έλεγε και η Παστούλα, μα ήταν
ο μοναδικός της φίλος μέσα στο παλάτι και σίγουρα ο μόνος που
ανεχόταν τις σκανταλιές της χωρίς να διαμαρτύρεται και καμιά φορά
την ακολουθούσε σε αυτές με κλειστά μάτια.
Όπως τότε που του έδωσε να πιει το δρακοφίλτρο και ο μικρός
πρίγκιπας μεταμορφώθηκε σε ένα καταπράσινο δράκο που έβηχε
και έφτυνε φωτιές όλη μέρα ενώ στο παλάτι είχαν όλοι τρελαθεί να
βρουν που είχε εξαφανιστεί ο μικρός διάδοχος του θρόνου!
Ευτυχώς που τα φίλτρα της Παστούλα δεν κρατάνε πολύ και μέχρι
το βράδυ ο πρίγκιπας Μπίλυ ξανάγινε κανονικό αγοράκι, αν και του
έμεινε το κουσούρι όταν τον έπιανε βήχας να βγαίνουν κάτι περίεργοι
καπνοί απ τα ρουθούνια και τα αυτιά του, κάτι που κανένας γιατρός
στο βασίλειο δεν βρήκε πού οφείλεται αυτή η αρρώστια και που
έκανε την μαμά της Παστούλα, την μεγάλη Μάγισσα Λεβάντα,
να την κοιτά καχύποπτα κάθε φορά που έβγαζε καπνούς ο
μικρούλης πρίγκιπας!
'' Τι κάνετε εδώ εθείς; Θαθ τθάκωθα !
Φώναξε ο πρίγκηπας Μπίλι χαρούμενος που έπιασε τους δυο
φίλους του να παίζουν πάλι με τα ξόρκια και τα φίλτρα!
Μα πόσο πολύ του άρεσε να παρακολουθεί την Παστούλα να
ανακατώνει αυτά τα περίεργα υγρά που κόχλαζαν πάνω από το
μαγκάλι και πάντα, μα πάντα του έδινε να δοκιμάζει και τις
περισσότερες φορές ήταν πραγματικά πεντανόστιμα!
'' Έλα έλα, γρήγορα, να δεις….σήμερα θα δώσουμε στην Σουλίνα
την ουρά της. '' Του είπε χαρούμενη η μικρή μάγισσα ανακατεύοντας
την μαρμίτα της, που τώρα είχε πάρει ένα απόκοσμο ροζ
φωσφωριζέ χρώμα και μια μυρωδιά γλυκιάς φράουλας απλώνονταν
στον αέρα!
'' Μα τι ωραία μυρίδθει! '' Αναστέναξε ο μικρός πρίγκηπας που
πολύ θα ήθελε να δοκιμάσει αυτό το λαχταριστό μοσχομυριστό
φίλτρο που του θύμιζε τούρτα με σαντιγί και του έτρεχαν τα σάλια
και μόνο στην σκέψη.
'' Θα σταματήσεις επιτέλους να μιλάς σαν χαζό; '' τον αποπήρε
η Παστούλα και ο μικρούλης σούφρωσε τα χειλάκια του έτοιμος
να κλάψει.
'' Όταν βγει το δόντι μου θα ξθαναμιλήθω θωθτά, της απάντησε
και πήγε πιο κοντά να δει, μα πωθ θα δώθουμε αυτό το φίλτρο
θτην Θουλίνα να το πιεί?
'' Θα την κρατάς εσύ μαζί με τον Κύριο ΧνΧν και θα το πιεί! ''
Ο μικρούλης πρίγκιπας ξεροκατάπιε ενώ ο Κύριος ΧνΧν ανατριχιασε
και μόνο στην σκέψη να πιάσει την γάτα Σουλίνα με το ζόρι και
μάλιστα να την κρατήσει ακίνητη για να της δώσουν με το ζόρι
το φίλτρο. Τα νύχια της, που καθημερινά τα φρόντιζε και τα
ακόνιζε, έκοβαν σαν μαχαίρια.
'' Θα με γρατθουνιθει '' κλαψούρισε ο πρίγκιπας Μπίλυ κι έκανε
ένα βήμα πίσω.
'' Ε και λοιπόν; ρώτησε ανυπόμονα η Παστούλα, θες να μείνει
η Σουλίνα με τα φτερά και να με στείλουν στο Ούρμπινο;
Ε..Ε..Ε…ΑΥΤΟ ΘΕΣ; ''

Όταν φώναζε έτσι η Παστούλα καταλάβαινε ο πρίγκιπας Μπίλυ
πως τα πράγματα ήταν πραγματικά σοβαρά και σίγουρα δεν ήθελε
για κανένα λόγο να φύγει η φίλη του για το Ούρμπινο γιατί μετά
δεν θα μπορούσε να την ξαναδεί και αυτός με ποιόν θα έπαιζε
μέσα στο παλάτι;
Τα άλλα παιδιά τον φοβόταν γιατί ήταν ο γιος του Βασιλιά και
δεν έπαιζαν μαζί του όπως η Παστούλα, ούτε είχαν τόσο ενδιαφέρον
όπως αυτή και η κάμαρα με τα μαγικά φίλτρα της μαμάς της,
ούτε ήξερε κανένας άλλος να κάνει μαγικά φίλτρα και να του δίνει
γλυκά σιρόπια και τούρτες που του έδινε η Παστούλα.
'' Μήπωθ να τηθ το θητήθουμε ευγενικά από την Θουλίνα; ''
Αναρωτήθηκε ο μικρός πρίγκιπας προσπαθώντας να αποφύγει
την αγανακτισμένη γάτα που εκείνες τις ημέρες δύσκολα την
πλησίαζε κανείς.
'' Να την διατάξεις, βρήκε την λύση η Παστούλα, τι σόι πρίγκιπας είσαι
αν δεν μπορείς να διατάξεις μια γάτα; ''
Μαζεύτηκε ο καημενούλης Μπίλυ και πως θα ήθελε εκείνη την στιγμή
να της πει '' κι εσύ τι σόι μάγισσα είσαι που δεν μπορείς να κάνεις
μια σωστή δουλειά! ''
Μα δεν τόλμησε να πει τίποτα και έτρεξε να βρει την γάτα Σουλίνα,
μήπως και την καταφέρει να δοκιμάσει για μια ακόμα φορά το
φίλτρο της φίλης του.

Την βρήκε στην κάμαρα με τους καθρέφτες να κάθεται μισοζαλισμένη
επάνω στο βελούδινο μαξιλάρι της, μόλις είχε γυρίσει από την
τελευταία της πτήση και ήταν μάλλον αρκετά θυμωμένη , τα κίτρινα
μάτια της έβγαζαν αστραπές.
'' Νιαρρρρρρρ '' τον φοβέρισε να μη πλησιάσει και τέντωσε
μπροστά το πόδι της για να το γλύψει, χωρίς να σταματήσει να
τον κοιτά αγριεμένη.
'' Θουλίνα, μικρή όμορφη ψθιψθίνα μου, αυτή την φορά τα κατάφερε!
Το βρήκε το φίλτρο η Μάγιθθα. '' της είπε από μακριά ο μικρός
πρίγκιπας, προσπαθώντας να βάλει μια μεγάλη δόση ενθουσιασμού
στην φωνή του.
'' Η Παστούλα; ''
Ρώτησε ειρωνικά η Σουλίνα και σήκωσε το άλλο πόδι για να το
γλύψει και αυτό.
'' Και τι κατάφερε να βρει? Πως θα μου βάλει και κέρατα κατσίκας? ''
'' Τα κατάφερε θου λεω, τα κατάφερε, έχει φτιάκθει το φοβερό της
φίλτρο, αυτό που μυρίζει φράουλες και θαντιγί !!! ''
'' Όλα της τα φίλτρα σαν τούρτες μυρίζουν κουτέ Μπίλυ, Νιαρρρρρρρ ,
εγώ δεν ξαναδοκιμάζω, και ΘΕΛΩ ΠΙΣΩ ΤΗΝ ΟΥΡΑ ΜΟΥ,Νιαρρρρρρρ''

Είχε θυμώσει πραγματικά και πάλι η Σουλίνα, έβγάλε έξω τα νύχια της
από τις μαλακές πατούσες της και αυτά άστραψαν αντανακλώντας
επάνω στους καθρέφτες σαν ατσάλινα μαχαίρια.
Ο μικρός Πρίγκιπας δεν έκανε βήμα πίσω.
Πιο πολύ φοβόταν την οργή της Παστούλα από την Σουλίνα που
δεν θα τολμούσε να δοκιμάσει τα νύχια της επάνω του.



τέλος πρώτου μέρους.










22.8.11

dreams....dreams....dreams....

Ταξιδεύει η σκέψη
Ονειρεύεται το μυαλό
Αρμενίζει σε θάλασσες αρυτίδωτες
Σε τόπους που δεν υπάρχει η μέρα
Εκεί που δεν υπάρχει η νύχτα
Και μόνο ένα ουράνιο τόξο
Φωτίζει αυτόν τον κόσμο

 
Και ξάφνου

Έρχεται κάτι
Κάτι ασήμαντο, κάτι μικρό
Κάτι απρόβλεπτο, κάτι δυνατό

Χάνεται της Ίριδας το χρώμα και
Το μυαλό πλημμυρίζει φως
Κάθε γωνιά, κάθε κρυμμένη σκέψη
Με ήλιο πλημμυρίζει
Μα ξεθωριάζουνε τα όνειρα
Παλεύεις να τα δεις
Να τα κρατήσεις
Μα αυτά πετάνε μακριά
Φοβισμένα πουλιά φτερουγίζουν
 
Τα όνειρα….

Που έκανες

Πως βλέπεις με αγάπη ένα πρόσωπο
Πως βλέπεις μια ανοιχτή αγκαλιά να σε περιμένει
Να  παραδώσεις μέσα την καρδιά σου
Να δώσεις αποθέματα ψυχής που έχεις φυλαγμένα
Να αγγίξεις ένα μυαλό, μια σκέψη
Να συντονιστείς μαζί του
Να αγγίξεις ένα χέρι….. 
 
Και ξάφνου
Έρχεται κάτι
Κάτι ασήμαντο, κάτι μικρό
Κάτι απρόβλεπτο, κάτι δυνατό

Φτάνει μια λεξούλα τόση δα
Φτάνει ένα λάθος , ένα λαθάκι τόσο δα
Χωρίς καμία προειδοποίηση
Και τελειώνουν όλα
Καταρρέουν

Ψάχνεις ένα στήριγμα, κάπου να ακουμπήσεις
Έναν ώμο να λερώσεις με τα δάκρυά σου
Κάποιον να ακούσει όλα όσα ανόητα έχεις να πεις
Κάποιον να σε παρηγορήσει, να σε κατηγορήσει
Κάποιον να σε αγκαλιάσει, να σε βρίσει
 
 
Και μετά?

Μετά  σε σπρώχνουν
Να κάνεις το επόμενο βήμα
Να προχωρήσεις

Και βλέπεις πια πως ….

Είναι εύκολο να γίνει τελικά
Το πρόσωπο σου λάμπει στο φως του ήλιου
Τα δάκρυα έχουν στεγνώσει
Οι σκέψεις σου είναι καθαρές
Η καρδιά σου ελεύθερη
Ότι σε πλήγωσε, ότι σε κορόιδεψε
Είναι πίσω πια
Δεν μπορεί να σε αγγίξει ξανά!

Και εσύ γελάς

Γελάς γιατί έχεις φίλους
Γελάς γιατί πλημμυρίζεις αρώματα
Γελάς γιατί είσαι όμορφη
Γελάς γιατί η ζωή στα δίνει αυτά
Και η ζωή πάει μπροστά

Η ζωή είναι όμορφη
Δεν μπορεί να την χαραμίζεις
Στα μικρά και ασήμαντα
Μπορείς να χορέψεις
Να τραγουδήσεις
Να το φωνάξεις πως…..
Η ζωή είναι όμορφη

 


Αυτά  λέει  η  Μάγισσα  Λεβίνα
Και  τα  αφιερώνει  σε  όλους  τους  φίλους  της

μαζί  με  ένα  κομματάκι  σοκολάτας
στον  καθένα απο εσάς
για  να  γλυκαθεί
για  να  γελάσει…

for all my friends



.


 είμαστε  Ζωντανοί
μπορούμε να ονειρευτούμε ξανά



20.8.11

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Πριν από λίγο καιρό
Διοργανώθηκε ένα διαγωνισμός για
Παραδοσιακά Παραμύθια από το



 
Αποφάσισα να λάβω μέρος με ένα Παραμύθι
που  μου έλεγε, όταν ήμουν μικρή ο πατέρας μου.
Η καταγωγή του ήταν από την Ακαρνανία
και από εκεί προέρχεται αυτό το παραμύθι
που υπάρχει και σε άλλες παραλλαγές από όσο γνωρίζω.

Τα παραμύθια δημοσιεύτηκαν  πλέον στο διακύκτιο.

Θα τα βρείτε εδώ όλα…
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ




Ελπίζω να σας αρέσουν και να τα ευχαριστηθείτε .











18.8.11

fantasma



Όνειρο ήταν
Τ’ ανέμου φαντασία
Μονοπάτι που το περπάτησε
Με πόδια γυμνά,
Κορμί ντυμένο στο φως του ήλιου
Με μάτια κλειστά,
Χέρια απλωμένα
Να αγγίζουν το τίποτα
Να γυρεύουν το κάτι
Με κρατημένη την ανάσα
Με κλειδωμένη την καρδιά στα λόγια
Που αρώματα σκορπούσαν
Eυτυχισμένη
Από το λίγο
Από το τίποτα
Από το κάτι
Θάλασσα γαλάζια τύλιξε το γυμνό κορμί
Κύματα γλύψανε τα γυμνά τα πόδια
Απλώθηκαν τα χέρια του βυθού
 την έδεσαν
Την τράβηξαν κοντά τους
Στο πέλαγο καταμεσής στον μαύρο βράχο
Την άφησαν ναυάγιο
Με μάτια που στάζανε αίματα να βλέπει
Άλλη ήταν που χόρευε στο δικό της μονοπάτι
Άλλη έτρεχε με μάτια κλειστά
Άλλη με χέρια απλωμένα
Άλλη  τυλίχτηκε στα αρώματα
Άλλη πιάστηκε
Από το λίγο
Από το τίποτα
Από το κάτι
Κι η θάλασσα την περίμενε
Να την τυλίξει στον βυθό της
Να την δέσει , να την τραβήξει
Σειρήνα να την εγκαταλείψει
Καταμεσής του Πέλαγους
Σε μαύρο βράχο μοναχή
Να την αφήσει

Levina
 




.

12.8.11

breath in the moon




___ βρήκε μια κόκκινη μεταξωτή κορδέλα  στο συρτάρι
Λόγια σκόρπια , αγάπες άνισες
Σπαρμένες στην αμμουδιά σαν
Πράσινα θολά γυαλιά λειασμένα στο κύμα
___έδεσε μ΄ αυτή τα σκούρα μακριά μαλλιά
Πρόσωπο άυλο, κορμί διάφανο,
___γαλάζιο  φουστάνι φορά και με πόδια γυμνά
Βήματα ανάλαφρα, διστακτικά
___ ταξίδι κάνει μέσα σε νερά σκοτεινά
Ανταριασμένα κάτω απ το φεγγάρι
Παιχνιδιάρικο αυτό άτακτο μικρό παιδί
παίζει κρυφτό στην συννεφιά
___Αυγουστιάτικη νύχτα της πανσέληνου
Την μια σκορπίζει λευκασήμια
δάκρυα  χορεύουν στους λευκούς αφρούς
___ χορεύει κάτω απ τ ολόγιομο φεγγάρι
Την άλλη κρύβεται αυτό, πετάει σκοτάδι
___ ζηλεύει ο αγέρας, την κορδέλα της  αρπάζει
και το βήμα χάνεται, σκοντάφτει
Γονατίζει το κορμί
___ ανοιχτό το στόμα να φωνάξει δεν μπορεί
Απλωμένα τα χέρια
Στο τίποτα να στηριχτούν γυρεύουν
___ δεν ρωτάει πια το γιατί, το νοιώθει
Χέρι με χέρι
Ανάσα με ανάσα
___ μπερδεύει ο άνεμος τα μακριά μαλλιά
Και εκείνη μικρό κοχύλι
τυλίγεται στα φύκια
Γεμίζει ήχους θαλασσινούς

___ καράβι με ορθάνοιχτα πανιά που φεύγει
Ταξιδεύει στο πέλαγο η ψυχή
___ και στο κατάρτι του δεμένη κόκκινη κορδέλα που ανεμίζει


 



Αφήνεται στα κύματα
Πρόσωπο άυλο, κορμί διάφανο, άσαρκο
Ξαναγεννιέται, γελά, παίρνει ανάσα ξανά
___ ο ήχος της αστραπή και βροντή ταράζει τα νερά
Τραγούδι γίνεται, σειρήνα μάγισσα πετά μακριά

 



 
 

Θεριό της θάλασσας τρέχει να κρυφτεί
Λόγια κούφια θολά σαν κύματα σε βράχο να χτυπάνε
Η θάλασσα που την αγκάλιασε
Στην θάλασσα βυθίζεται
Τρομάζει τα ξάστερα  μάτια της να δει
Χάνεται σε σκοτεινές σπηλιές
Λάφυρο πολύτιμο στο μπράτσο του δεμένο
Κόκκινη μεταξωτή κορδέλα που πάνω της
Το δικό της όνομα έχει κεντημένο.

 

 


Αφιερωμένο  σε όλους τους blogοφίλους μου με την ελπίδα ότι το Αυγουστιάτικο Φεγγάρι θα τους φέρει αυτό που επιθυμούν.
Να είστε όλοι καλά.


9.8.11

Χωρίς τίτλο σήμερα, φτάνει  μόνο ένα τραγούδι.



Απ΄  τα  ακριβά μου στα πιο φθηνά
Κι απ΄ την φωλιά μου στο πουθενά...

 


5.8.11

Gitana





Ποτέ δεν φόρεσα μάσκα
Περαστική  μέσα από αυτόν τον φευγαλέο κόσμο
Δεν σκέφτομαι να σταματήσω
Πες μου ποιος περπατάει
Όταν μπορεί να πετάξει?

Το πεπρωμένο μου είναι να περπατώ
Οι αναμνήσεις μου είναι ένα μονοπάτι στην θάλασσα
Αυτό έχω να δώσω
Λέω αυτό που σκέφτομαι
Πάρε με όπως είμαι

Το φως είναι η τσιγγάνα καρδιά μου
Αυτή μόνο ξέρει πως θα κερδίσει ενάντια σε όλα
Μη προσπαθήσεις να με σταματήσεις
Ούτε να κυριαρχήσεις επάνω μου
Εγώ επιλέγω πώς να κάνω τα λάθη μου
Αγκάλιασε με αν έφτασα εχθές
μπορεί να σε αφήσω αύριο
Γιατί είμαι τσιγγάνα
Que soy gitana

Ακόμα μαθαίνω
Με κάθε φιλί, με κάθε ουλή
Αυτό που μπορώ να καταλάβω
Για  τόσες φορές που σκόνταψα
Είναι πώς να πέσω


Το φως είναι η τσιγγάνα καρδιά μου
Αυτή μόνο ξέρει πως θα κερδίσει ενάντια σε όλα
Μη προσπαθήσεις να με σταματήσεις
Ούτε να κυριαρχήσεις επάνω μου
Εγώ επιλέγω πώς να κάνω τα λάθη μου
Αγκάλιασε με αν έφτασα εχθές
 μπορεί να σε αφήσω αύριο
Γιατί είμαι τσιγγάνα
Que soy gitana

Πάμε και θα δεις
Πως η ζωή είναι χαρά
Είναι φυσικό να φοβάσαι
Αυτό που δεν γνωρίζεις

Πάρε με και πάμε
Η ζωή είναι χαρά
Είναι φυσικό να φοβάσαι
Αυτό που δεν γνωρίζεις

Θέλω να σε δω να πετάς
Quiero verte volar







Nunca usé un antifaz
Voy de paso por este mundo fugaz
No pretendo parar
Dime quien camina cuando se puede volar

Mi destino es andar
Mis recuerdos son una estela en el mar
Lo que tengo lo doy
Digo lo que pienso
Tómame como soy

Y va liviano
Mi corazón gitano
Que sólo entiende de latir a contramano
No intentes a amarrarme
Ni dominarme
Yo soy quien elige cómo equivocarme
Aprovéchame que si llegué ayer me puedo ir mañana
Que soy gitana
Que soy gitana

Sigo siendo aprendiz
En cada beso y con cada cicatriz
Algo pude entender
De tanto que tropiezo
Ya sé como caer

Y va liviano
Mi corazón gitano
Que sólo entiende de latir a contramano
No intentes a amarrarme
Ni dominarme
Yo soy quien elige cómo equivocarme
Aprovéchame que si llegué ayer me puedo ir mañana
Que soy gitana
Que soy gitana

Vamos y vemos
Que la vida es un goce
Es normal que le temas
A lo que no conoces

Tómame y vamos
Que la vida es un goce
Es normal que le temas
A lo que no conoces

Quiero verte volar
Quiero verte volar

Y va liviano
Mi corazón gitano
Que sólo entiende de latir a contramano
No intentes a amarrarme
Ni dominarme
Yo soy quien elige cómo equivocarme
Si vine ayer aprovecha hoy que me voy mañana
Que soy gitana