31.5.11

Χρώμα....



Δεν θα μπορούσα να σκεφτώ χωρίς χρώματα την ζωή μου,
ακόμα και τα όνειρα μου έχουν χρώμα μέσα , έκρηξη χρωμάτων για την ακρίβεια,
 όπως και όλος ο κόσμος γύρω μου , όπως όλα αυτά που με περιβάλλουν
και τώρα ειδικά που η Άνοιξη έφτασε στο τέλος της και μπαίνει το Καλοκαίρι
η φύση γύρω οργιάζει, το ένα λουλούδι συναγωνίζεται το άλλο σε ομορφιά,
σε χρώμα, σε τελειότητα.
Γιατί εκεί στην φύση μόνο ,μπορείς να αναγνωρίσεις την τελειότητα
και όχι στα ‘’ των ανθρώπων έργα ‘’.


Κόκκινο & Πράσινο



Μωβ


Λευκό




Ροζ & Κόκκινο



Κόκκινο



Κίτρινο



Λιλά




Μωβ & Πράσινο & Κόκκινο




Προσπάθησα να μεταφέρω μια σταγόνα χρώμα από τον κήπο σε τρία απλά γυάλινα βάζα,
να τα μεταμορφώσω σε κάτι ιδιαίτερο, να στολίσω με αυτά τον χώρο μου
και σίγουρα να αποδείξω πως η λέξη μινιμαλισμός δεν έχει καμία σημασία σε οτιδήποτε υπάρχει γύρω μου!!
 Είναι φτιαγμένα με μια απλή τεχνική, με παιδικά χρώματα
 που όταν στεγνώνουν δημιουργούν διαφάνειες και τα σχεδίασα πρώτα σε ένα χαρτί .
Πεταλούδες , πράσινα φυλλαράκια και μεγάλοι ναυτίλοι βρήκαν την θέση τους επάνω στα μικρά βάζα που το ένα φιλοξενεί μια χούφτα στάχια .
Δεν ξέρω πως φύτρωσαν μέσα στο οικόπεδο, μάλλον είναι στάρι που
μου έπεσε όταν τάιζα τις κοτούλες μου ( τα κορίτσια μου!)


Το καλό με αυτή την περίεργη τεχνική είναι πως όταν τα βαρεθείς
κι αν δεν είσαι καταστροφικός τύπος όπως εγώ και τα σπάσεις
στο μεταξύ , μπορείς εύκολα να τους αλλάξεις την διακόσμηση!

Δεν θα σας κουράσω άλλο με τα  Πολύπλοκα-Απλά μου

Εύχομαι

Καληνύχτα



                                                                                                                            Levina

15.5.11

Το Παγκάκι




ΤΟ ΠΑΓΚΑΚΙ


Ένα παγκάκι ήταν στημένο στον απέναντι τοίχο
και παραδίπλα μια μεγάλη αυλόπορτα που σπάνια άνοιγε.
Για εμάς τα παιδιά, που η περιέργειά μας είχε χτυπήσει κόκκινο
εκεί μέσα ήταν η αυλή των θαυμάτων αφού δεν μπορούσαμε
να μπούμε και να δούμε τι κρύβει .
Είχαμε εξερευνήσει όλους τους κήπους της γειτονιάς,
κουρσεύαμε τα λουλούδια που έβγαιναν από τους φράκτες
και μπαίναμε πηδώντας πάνω από τα κάγκελα για να
σκαρφαλώσουμε στις κερασιές να φάμε από τα κλαδιά
τους ώριμους καρπούς που λέρωναν τα ρούχα μας και μετά
στο σπίτι μας καταχέριζαν οι μανάδες μας γιατί …
'' Πότε επιτέλους θα γίνεις άνθρωπος;''
'' Χίλιες φορές δεν στο ‘πα πως το κεράσι δεν βγαίνει. ''
'' Γιατί κλέβεις της κυρά- Βγένας τα κεράσια, εμείς δεν έχουμε να φας; ''
Και τι να απαντήσεις; Πως πρώτα θέλεις να φας τα ξένα και να
κρατήσεις τα δικά σου για καβάντζα όταν τελειώσουν εκείνα;
Αλλά στον μυστικό κήπο δεν μπορούσαμε να μπούμε και
ας ερχόταν μυρωδιές από το αγιόκλημα που μας λίγωναν
τα Καλοκαίρια, ας βλέπαμε από μακριά τους χρυσούς καρπούς
της Κυδωνιάς τον Σεπτέμβρη, την τεράστια ακλάδευτη Βυσσινιά
που γέμιζε σκουροκόκκινες μπίλιες εκεί προς το τέλος της Άνοιξης
και εμείς δεν μπορούσαμε να τα ακουμπήσουμε.
Μόνο σαν έπιανε το Καλοκαιράκι η πόρτα άνοιγε τόσο δα λιγουλάκι
και έβγαινε από μέσα ο Βενιζέλος που δεν ήταν Βενιζέλος αλλά
έτσι τον έλεγαν οι μανάδες μας γιατί ήταν αδύνατος πολύ και
φορούσε στρογγυλά γυαλάκια και είχε και ένα μυτερό μουσάκι
και από την στιγμή που του κόλλησαν το παρατσούκλι ξεχάστηκε
το όνομά του. Πάντα με τα ίδια ρούχα ήτανε, καφέ σκούρο παντελόνι,
καφέ σακάκι με κάτι τεράστια μπαλώματα κάτω από τους αγκώνες
σαν τους γραφιάδες και πουκάμισο που όσο και να το βάζαμε
στοίχημα δεν βρίσκαμε το χρώμα του, άσπρο δεν ήταν, ούτε γκρι,
ούτε μπεζ, ούτε ζαχαρί, μέχρι που ο Αποστόλης της κυρά Τούλας
το είπε Λιγδί και καθαρίσαμε και με αυτόν τον μπελά να ψάχνουμε
άδικα το χρωματολόγιο.
Ο Βενιζέλος καθόταν ήσυχα στο παγκάκι του, αμίλητος, σχεδόν
αόρατος και μας παρακολουθούσε με τα μικρά ματάκια του
κρυμμένα πίσω από τα γυαλιά του με το ίδιο ενδιαφέρον που
τον παρακολουθούσαμε και εμείς, αλλά δεν τον πλησιάζαμε
γιατί μια φορά που το κάναμε και πετάξαμε προς το μέρος του
την μπάλα για να τον δούμε από πιο κοντά μας είδε η μάνα της
Τασούλας και μας τράβηξε τα αυτιά, όχι σε όλους, σε όσους
πρόλαβε πριν το σκάσουμε πηδώντας τους φράκτες, αλλά
οι φωνές της ξεσήκωσαν και τις δικές μας μανάδες και τελικά
δεν γλιτώσαμε την τιμωρία.
Το δικό μας σπίτι που ήταν φάτσα στο παγκάκι του Βενιζέλου
ήταν το πιο ζηλευτό, γιατί εγώ μπορούσα να τον παρακολουθώ
μέσα από το τζάμι της μεγάλης κάμαρας χωρίς να διακινδυνεύω
γιατί ακούστηκε πως ο Βενιζέλος είχε εξαφανίσει κάποτε παλιά,
τότε που ακόμα ήταν πολύ νέος την γυναίκα του και τα δυο του
παιδιά και πως τον είχαν φυλακή πολλά χρόνια γι αυτό αλλά
το έσκασε και ήρθε πάλι πίσω στο σπίτι του και περίμενε ποιο
παιδί θα έκανε το λάθος να μπει από την μεγάλη αυλόπορτα να το τσακώσει ... γιατί από την ψηλή πέτρινη μάντρα δεν μπορούσαμε
να σκαρφαλώσουμε και το ήξερε ο πονηρός, γι αυτό την έστηνε
στο παγκάκι και παραφύλαγε….
Κι εμείς όταν τα πρωινά ήταν κλεισμένος μέσα παίζαμε τα κότσια
και όποιος έχανε στηνόταν στο παγκάκι και έκανε τον Βενιζέλο
και δως του να του πετάμε πάσες να πιάσει την μπάλα με όλη μας
την δύναμη, μα καμιά φορά μας έφευγε καμιά ψηλοκρεμαστή
και η μπάλα μας χάνονταν πίσω από την ψηλή μάντρα.
Ποτέ δεν μας έδωσε καμία από τις μπάλες μας πίσω και ας
φωνάζαμε εμείς απέξω μέχρι που πονούσαν τα λαιμό μας από
τις φωνές, μας άκουγαν κι οι μανάδες μας ξελαρυγγιαζόμαστε
και μας έστρωναν στο κυνήγι που ενοχλούσαμε τον Βενιζέλο
κι από πάνω μας τράβαγαν τα αυτιά που χάναμε τις μπάλες μας
και ζητούσαμε χρήματα να πάρουμε άλλες , λες και το θέλαμε
να το κάνουμε επί τούτου.
Μια Παρασκευή μεσημέρι , Καλοκαίρι ήτανε, έσκαγε ο τζίτζικας
άρχισε να βαράει πένθιμα η καμπάνα της εκκλησιάς στο κάτω στενό .
Εμείς είχαμε αράξει κάτω από την μουριά στην δική μας την αυλή
που είχαμε την πιο μεγάλη μουριά κι έκανε ‘’ παχύ ‘’ ίσκιο όπως
έλεγε ο πατέρας που άμα τον έπιαναν τα διαόλια του όταν κάναμε
φασαρία τα μεσημέρια έβρισκε έτοιμες τις βίτσες απ τα κλαριά της
και μας κοκκίνιζε τα πόδια και μετά έλεγε ...
'' Σατανάδες, θα με κάνετε να την μαδήσω την μουριά μέχρι
τον Σεπτέμβρη, πανάθεμα τα σχολεία σας, βγάλτε τον σκασμό πιαα ''
Γι αυτό καθόμασταν ήσυχοι εκείνο το μεσημέρι, γιατί κοιμόταν μέσα
στο δροσό αλλά κι έκανε και μια ζέστη που είχαμε μπαφιάσει .
Όλοι πετάχτηκαν στις πόρτες με τον ήχο της καμπάνας.
'' Κάποιος ταξίδεψε '' είπε η μάνα ενώ ο πατέρας προσπαθούσε
να φορέσει το παντελόνι του, να βγει να μάθει.
'' Καλέ ο κυρ Διομήδης, τον βρήκε το πρωί ο Πέτρος που
του πήγε το γάλα '' φώναξε η κυρά Βέτα από το διπλανό μας σπίτι
'' Ο Βενιζέλος! '' Μονολόγισε ψιθυριστά η μάνα μας
Εκείνη την ημέρα μπήκαμε για πρώτη φορά στην αυλή του
Βενιζέλου, δρασκελήσαμε διστακτικά το κατώφλι της αυλόπορτας
και μπήκαμε στον παράδεισο.
Πόσα δέντρα έκρυβε αυτός ο μαντρότοιχος, πόσα παρτέρια
με λουλούδια, όλα πεντακάθαρα, ξεβοτανισμένα, φροντισμένα,
τριανταφυλλιές στοιχισμένες σαν στρατιωτάκια , κόκκινες, κίτρινες,
λευκές, τεράστιες Ντάλιες , Υάκινθοι, Βιγώνιες, γλαδιόλες και κρίνοι, κατάλευκοι κρίνοι που αρωμάτιζαν όλη την αυλή που την σκίαζαν
τα ψηλά δέντρα και εκεί σε μια ακρούλα του κήπου ήταν μαζεμένος
ένας σωρός από πολυκαιρισμένες πολύχρωμες μπάλες.
Οι μπάλες μας που τις φύλαγε ο Βενιζέλος και δεν μας τις έδωσε ποτέ.
'' Ο Κακός άνθρωπος '' ψιθύρισα και μ άκουσε η μάνα που γύρισε
ένα βλέμμα όλο φωτιά επάνω μου.
'' Τι είπες; '' Καλύτερα θα ήταν να μην απαντούσα, μα ήταν μπροστά
και οι άλλοι και δεν ήθελα να δείξω πως φοβούμαι την μάνα μου.
'' Κακός ήταν, μας έκρυβε τις μπάλες μας και είχε σκοτώσει και
την γυναίκα του και είχε σκοτώσει και τα παιδιά του και ήθελε
να μας σκοτώσει και εμάς και μας παραμόνευε….. ''
Ήταν η πρώτη φορά που η μάνα μου με χτύπησε μπροστά σε άλλους,
μα αυτό το χαστούκι που μου σβούριξε πόνεσε όσο ποτέ κανένα άλλο.
'' Αυτά σκαρώνετε με τους άλλους τους αγύρτες που αλητεύετε,
Άγιος άνθρωπος ήταν ο κυρ Διομήδης, η γυναίκα και τα παιδιά του
πνιγήκανε στην Φαλκονέρα και κλείστηκε ο άνθρωπος μέσα για
να μην ξαναδεί θεού πρόσωπο από την λύπη του κι εσείς
του βγάζατε την ψυχή, παλιόπαιδα, άντε να χαθείτε από εδώ .''
Δεν ξέραμε τι είναι η Φαλκονέρα, το μάθαμε όταν μεγαλώσαμε,
ούτε και ξαναπλησιάσαμε το παγκάκι που καθόταν ο Βενιζέλος
πλάι στην ερμητικά κλειστή αυλόπορτα που δεν ξανάνοιξε ποτέ
μετά που εκείνος έφυγε για πάντα.
Δεν είχε γούστο πια .
Κάποια στιγμή που γύρισα από τις σπουδές μου βρήκα μια
πολυκατοικία να ορθώνεται απέναντι από το πατρικό μου εκεί
που κάποτε ήταν ο παράδεισος του κυρ Διομήδη.
Είχε χαθεί ο ψηλός μαντρότοιχος, τα δέντρα, τα μυρωδάτα λουλούδια,
η βαριά αυλόπορτα που μας κρατούσε έξω από τον παράδεισο, είχε
χαθεί και το παγκάκι.

Levina
























8.5.11

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

Σε όλες τις μανούλες αφιερωμένη μία μωβ ίριδα .....


και ένα τραγούδι που τα λόγια του είναι μάθημα.....


Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, παιδική χορωδία Σ. Λάμπρου και στο βιολί ο Angelo Branduardi.

5.5.11

οι μικροί πολύτιμοι φίλοι μας

Υπάρχουν δυο blog που έχω βρει και ασχολούνται με τους μικρούς πολύτιμους φίλους μας, τα ζωάκια μας.
Σε αυτά θα βρήτε χρήσιμες συμβουλές, άρθρα για τα ζωάκια αλλά και αγγελίες για αυτά που χάνονται και ψάχνουν οι ιδιοκτήτες τους να τα βρούν.
Θα γίνει καλύτερη δουλειά σε αυτόν ειδικά τον τομέα της εύρεσης αν γίνουν και περισσότερα τα μέλη αυτών των blog.
Είναι καθαρά προσωπική μου γνώμη , τα βρήκα πολύ χρήσιμα σαν σελίδες και σας τις δίνω ώστε όποιος έχει ζωάκια ή ασχολείται με αυτά ή τον ενδιαφέρουν απλά να γίνει φίλος και ίσως κάποια στιγμή μπορέσει να βοηθείσει να βρεθεί κάποιο σκυλάκι που κατά λάθος ξεστράτησε και έχασε το σπιτάκι του.


το ένα είναι αυτό και προς το παρόν έχει πολύ λίγους φίλους.


http://hathike.blogspot.com/2011/05/blog-post_9664.html




και το δεύτερο είναι αυτό.....


http://mpets.blogspot.com/


Ας τα βοηθήσουμε αυτά τα blog , το αξίζουν και αν το θέλετε διαδώστε τα και εσείς
που σας ενδιαφέρουν μέσα και απο τις δικές σας σελίδες.

1.5.11

Καλή Πρωτομαγιά

Μετά απο μια πραγματικά επεισοδειακή ημέρα κατάφερα επιτέλους
να τελειώσω το Μαγιάτικο στεφάνι μου, απλά λουλουδάκια
απο το διπλανό χωράφι και λίγος κισσός μια και οι τριανταφυλλιές μου
 εδώ στους λόφους δεν έχουν ανθίσει ακόμα λόγω κρύου.
Με το καλό και του χρόνου με Υγεία σε όλους.

Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...