9.11.14

Η Ζ.


η Ζ. δεν μένει πια εδώ
άλλαξε επάγγελμα
άλλαξε διεύθυνση
άλλαξε κι αριθμό…

η Ζ.  βαρέθηκε στίχους στις επιθυμίες να πετά
να καίει τα σωθικά της κι ένας πεισματάρης άνεμος
τ’ αποκαΐδια στα νοτισμένα βλέφαρα ν’ απιθώνει

η Ζ.  βαρέθηκε να εξηγεί, να μονολογεί ,
να φωνάζει να σιωπά  όρια να βάζει
τα όρια να αναιρεί ‘ να κλαίει να γελά
ν’ αγκαλιάζει τα συντρίμμια ν’ αγαπά

η Ζ. κουράστηκε από την ματαιοδοξία του
τίποτα'  που πηγάζει από το τίποτα' που
έγινε κάτι γιατί του είπαν πως είναι κάτι

η Ζ. βαρέθηκε την αγαθοεργία του γραφικού
που τις πληγές του κόσμου αντανακλά
Και σαν ανταποδοτική της ζωής του πράξη
την βοήθεια του σταγονόμετρου μετρά

η Ζ. βαρέθηκε στην επόμενη δανεική μέρα να ζει
χορηγούς ν’ αναζητά τ’ άδεια κάδρα να γεμίσει
Πάσχει σοβαρά από του χρόνου την φθορά
πολύ αργά για των κανόνων την υποταγή

η Ζ.
Για όλα φταίει αυτή η πνιγμένη σιωπή
που σ' ένα παρατεταμένο ίλιγγο επιμένει
Της μετανάστευσης τα ναύλα στο χέρι κρατά
αναχωρήτρια για ανέμους που φιλονικούν
ποιος τα εναπομείναντα όνειρα θα περιθάλψει

                                                        

                                                          Levina                        
                                               








17.10.14

Λίγο πριν το Τέλος






Και να που πρέπει
για πολύκλαυστους έρωτες  να μιλήσω’
Εκείνους που λαίμαργα
των ματιών το βλέμμα καταπίνουν
κείνους  που κράτησαν  τα σκήπτρα της ζωής
Φοβήθηκα σαν ένοιωσα 
χάδι  απαλό στα χείλη μου επάνω
το άγγιγμα της Άνοιξης
στην ώρα  του μεσημεριού
σαν τ΄ αεράκι μοσχοβολιστό
λεύτερο  περιδιάβαινε
στων σωθικών  μου το γαλάζιο
Σάρωσε ο λίβας στην φωτιά
κάθε της λογικής μου έννοια
κι  ήρθε ένας ποιητής υάκινθος
με το παρθενικό του λευκό του ντύμα
Μας έκρυψε τις ώρες τις νυχτερινές
σιωπές ψίθυροι κραυγές ανάσες
κι εκείνος στίχους χάραζε
σε σάρκα φλογισμένη.

Κάτι  πιο πάνω  ας μην γυρέψω
ασάλευτος ας μένει  ο ουρανός
μην κι η στιγμή το άγγιγμά της χάσει
Ας  φτερουγίσουν  τα πουλιά
στα σύννεφα πιο πάνω
τ’ αγρίμια να σκορπίσουνε
 στης ώρας την φωτιά
Όλα όσα με σάρωσαν
ζωγράφισα στ  ακρογιάλι
κάτω από την αιώνια σκιά 
που έριχνε της ζήσης μου ο βράχος.

Σβήστηκαν πια στα κύματα
Τίποτα δεν κράτησα
 γραμμένο σε πολύτιμο χαρτί
στο κάποτε για να το βρω
μες σε βιβλία σκονισμένα’
αποδημητικά πουλιά οι έρωτες ‘
χάθηκαν
κι είναι αναπότρεπτη η μοίρα καθώς
με την παραδοχή του τέλους μου
με βάζει να παλέψω_



                                  Levina





Victor Bauer...
 Oil on canvas



Το Συμπόσιο Ποίησης, αυτό το δρώμενο που εμπνεύστηκε και υλοποίησε η Αριστέα , 
έφτασε κι αυτή την φορά στο τέλος του.
Το κέρδος που μπορούμε να αποκομίσουμε από όλο αυτό;
Δεν είναι η βαθμολογίες, ούτε τα όμορφα λόγια που παραμένουν λόγια… 
είναι κάτι βαθύτερο που φτάνει μέχρι την ψυχή.
Μέσα από τον στίχο, ακόμα και τον πιο σατυρικό (και υπάρχουν πολλοί σε κάθε 
συμπόσιο σατυρικοί στίχοι) μπορείς να δεις τις ανησυχίες, τις ελπίδες, τους φόβους, 
ακόμα και το ‘εγώ’ , όσων παίρνουν μέρος και παλεύουν άλλοτε με ευκολία, άλλοτε 
με πραγματική πάλη να βάλουν στην σειρά τις σκέψεις τους, δοσμένες με έναν 
διαφορετικό τρόπο από την καθημερινή ομιλία.
Για όσους δεν έχουν καταπιαστεί ποτέ με αυτό, δεν είναι καθόλου εύκολο να 
αποδομήσεις τον τρόπο έκφρασής σου και να χτίσεις ένα στίχο και όταν το καταφέρουν 
είναι κάτι θαυμάσιο.
Αυτό λοιπόν χαρίζει σε όλους το Συμπόσιο Ποίησης… 
τον θαυμαστό κόσμο της έκφρασης μέσα από ένα στίχο και 
την ευκαιρία να διαβάσουμε... να βάλουμε κι άλλους κόσμους
μέσα στους προσωπικούς μας ορίζοντες. 
Καλό Σαββατοκύριακο σε όλους _