7.11.13

Μονόλογος Προμελετημένης Ζωής





Ένας απ΄ τους ανέμους σου είμαι
με βιάση καταπίνω τον χρόνο
ξηλώνω τα κλαριά απ΄ τα δέντρα
μεταμορφώνομαι
ποταμός ξεχειλισμένος κι ομίχλη
τις αδιάβατες στράτες να στοιχειώνω
Δεν ωφελεί πια να μιλώ – είμαι νεκρή
Πέθανα λένε
Πεθαίνω λεν

Ασάλευτη σε μια βουβή μονοτονία
καταπίνω τους κόκκους της άμμου
σε πάλλευκη παραλία κείτομαι
με γυάλινο βλέμμα ασάλευτο παρατηρώ

Μέσα στην νύχτα ταξιδεύω απάνω
των κυμάτων τους κούφιους παφλασμούς
Βίαια τραυματίζουν τις άκριες των πλευρών μου
με λάγνες κινήσεις τα νερά το αίμα μου  γλύφουν

Θωρώ το γαλάζιο τ΄ ουρανού με βλέμμα γυάλινο αναμένω
την ανυπαρξία της αβύσσου να μ΄ αρπάξει
Ένα κοπάδι  πεινασμένων γλάρων κρώζοντας
έρχεται στην σκιά μου να σταθεί
τα κρόσσια της σάρκας μου τσιμπολογά


Μα τόσο που πονάω λέω πως νεκρή δεν είμαι
Ελαχιστοποίησα τις ανάγκες των χεριών μου
π΄  αγκαλιά τον κόσμο να κρατούνε θένε
Δυο σύννεφα κι έναν ήλιο αγόρασα για μένα
σε τιμή ευκαιρίας από έναν έμπορο περαστικό
κι ύστερα κάθισα σχέδια για τα μελλούμενα να κάνω

Μα σκέψεις πικρές όλο σε παρελθόντα χρόνο με γυρνάνε
σα γελαστό παιδί να υπήρξα τάχα
μα εγώ το ξέρω πως παιδί δεν ήμουνα ποτέ
και γέλιο δεν έφτασε στις άκριες των χειλιών μου

Μεγάλη μπορεί να γεννήθηκα μα
την σοφία των χρόνων μου δεν είχα ‘
ξεφύτρωναν στον κήπο της ψυχής τα λάθη
απανωτά με βιάση δίχως ανάσα
να μπορώ να πάρω ‘ έτσι δα να πνίγομαι

Και τώρα που αρχαία νοιώθω σαν γέρικη βελανιδιά
ρίζωσα σε τούτης της γης την άκρια
Τις ρίζες μου έμπλεξα βαθιά στους βράχους
και τα κλαριά μου ύψωσα προς κάθε του ορίζοντα σημείο
φωλιές να πλέξουν μέσα μου
οι αθώες της ζωής μου οι ψυχές
σπουργίτες και κοκκινολαίμηδες,
γλυκόλαλα αηδόνια ‘  έτσι να ζω,
φύλλα να βγάζω, να γελώ

Τους ήλιους συλλέγω  στην καρδιά μου
κι αυτοί να παίζουν σαν παιδιά κρυφτό ανάμεσά μου
να καθρεφτίζονται στο ρυάκι που ποτίζει τα σωθικά μου
Μέρες και νύχτες και χρόνους ατέλευτους
με τα φεγγάρια στίχους νυχτερινούς να λέμε
για έρωτες ανεκπλήρωτους γι΄ αγάπες ξεχασμένες
κι η σελήνη καταμεσής στον ουρανό να μένει αρόδο
μαγεμένη απ΄ την  γλυκόλαλη φωνή που για ζωή μιλάει

Ριζώνω στην άκρια των γκρεμνών
στο μετερίζι μου οι ανέμοι με χτυπάνε
Εούτος εδώ ο ουρανός  ειν΄  ο ουρανός μου
τους χρόνους της θλίψης μου θα προσμετρά
ασάλευτη σκέπη της ψυχής
μαζί μου θα δακρύζει

Levina






4.11.13

Mεγαλώνοντας








Μεγαλώνω κι αυτή η βροχή δεν λέει να κοπάσει
κυλά στα ρείθρα ο χρόνος ‘ επιστήθιος φίλος
στην αλλαγή της κάθε μέρας με παρασέρνει
κάθε μέρα ο χρόνος επιστήθιος φίλος με παρασέρνει
και τα ζιζάνια μεγαλώνουν ανάμεσα στα γυμνά μου δάχτυλα
Συρρικνώνω το Εγώ μου κάθε μέρα όλο και περισσότερο
Φεύγω γνωρίζοντας πως δεν έμαθες  τ΄ όνομά μου
βάζω την απόσταση ανάμεσα στο ‘Εμείς’
και γίνομαι ‘Εγώ’ κι ΄Εσύ΄ και ξεχνάω μετά
πως ήταν το σώμα σου κάτω από το δικό μου
τις αναμνήσεις θολώνουν οι άνεμοι που σταλάζουν κόκκινο
οι θύλακες της γλώσσας μου χάνουν το άρωμά σου
Καταστολή της σκέψης κι η ανάσα τρελαμένη αρνείται
την καρδιά σε απάνεμα ταξίδια ν ακολουθήσει
Σε μια γωνιά του κόσμου σου θα παραμείνω κι ας
με πνίγει ετούτη η βροχή ‘  ξέρω πως χρόνια μετά
μια αόριστη κηλίδα θα έχω απομείνει στην γη
Αγαπημένε μου την απουσία δεν  θα την έχεις καταλάβει.

                                                                            Levina


photography

INDRA KURNIAWAN 



31.10.13

Όπως Μυρίζει Η Μοναξιά



Δωμάτια σκοτεινά ανακαλύπτω ‘  εκεί
που το συκώτι  ή το νεφρό  ή η καρδιά
θα τους έπρεπε να είναι
με  ξεφτισμένους τοίχους κρατάνε
τον ήχο της βροχής ‘  σ΄ αυτό το άρωμα της μοναξιάς
καταφεύγουν να προφυλαχτούν συντροφιές μου
χρόνων περασμένων

Τα γέλια ‘ τις φωνές και τα καλέσματα
στις γωνιές των βράχων  αγωνίζομαι
πίσω από υδάτινη κουρτίνα να καλύψω
Νοερά απέδρασα  σε κήπο ολάνθιστο
σε μέρα  ζεστή   του Καλοκαιριού
Μειδιώ  στων ήχων την βοή
σε θάλασσα γαλάζια παρασύρομαι
στην παραλία με τ΄ αρμυρίκια
 χνάρια   μετράω
από παρουσίες ανύπαρκτες’
Πλαγιές απόκρημνες διαβαίνω
το κέρας της αμάλθειας κρατώντας
αναμένοντας να ξεχυθούν
δροσεροί  της γης μου  οι  χυμοί
καρποί ζωής στάχυα ‘ σταφύλια μελωμένα

Άραγε αμαρτία είναι να επωφεληθώ
στων αναμνήσεων τις γλυκές εποχές
πίσω τα ρολόγια του σαρκίου να επιστρέψω
απαλλασσόμενη   από κάθε τι θνητό
συστρεφόμενη  τον εαυτό μου ν΄ αντικρίσω
στην ζωή επαναφέροντας  χαμόγελα οργασμών
ανάμεσα σε χοροεσπερίδες χαμένων ερώτων
καθώς ρέουσα κι εγώ με την βροχή θα αφανίζομαι
ώρες νυχτερινές  στων δρόμων τα χαράγματα_


          Levina
                          "μονόλογοι ενός ολογράμματος"




27.10.13

Το ΟΧΙ μέσα μας

Αυτό το ΟΧΙ που ειπώθηκε την 28η Οκτωμβρίου του '40 από έναν
άνθρωπο που είχε καταλύσει κάθε έννοια δημοκρατίας στην Ελλάδα,
πόσο αυθόρμητο ήταν;



Το αυθόρμητο Όχι δεν ήταν καθόλου αυθόρμητο όπως  αφελώς πίστεψαν πολλοί μέσα 
στις δεκαετίες που πέρασαν από εκείνες τις ιστορικές ημέρες της επίσημης πια κήρυξης 
του πολέμου.
Πως  άλλαξε τόσο πολύ  ένας δικτάτορας σαν τον Μεταξά, υπέρμαχος του φασισμού   
και ιδεολογικά ομόφρων του ναζισμού; Ο ίδιος στο προσωπικό του ημερολόγιο είχε 
γράψει πως  « αν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι αγωνίζονται πραγματικά  για την ιδεολογία 
του ναζισμού θα πρέπει να υποστηρίζουν την Ελλάδα με όλες τους τις δυνάμεις…..»
Εκείνο που δεν περίμενε ούτε ο ίδιος ήταν τα δυσοίωνα μαντάτα που ήρθαν από τις 
βολιδοσκοπήσεις που έκανε προς την κατεύθυνση του Άξονα και η στοργή του Χίτλερ 
προς την Ελλάδα προέβλεπε την ένταξή της στην Νέα Τάξη πραγμάτων… με μερικές 
παραχωρήσεις από μέρους της.
Η Ιταλία θα έμενε ικανοποιημένη με τα δυτικά εδάφη μέχρι την Πρέβεζα και η Βουλγαρία 
από την άλλη πλευρά μέχρι το Δεδεαγάτς.
Φυσικά μετά οι Άγγλοι θα ακρωτηρίαζαν παντελώς ετούτη την έρημη χώρα, κυριαρχούσαν 
ήδη στην θάλασσα και δεν θα δίσταζαν να καταλάβουν τα νησιά μας  για αντίσταση απέναντι 
στον επεκτατισμό του Άξονα.
Μονόδρομος ήταν το ΟΧΙ που ειπώθηκε από έναν αμετανόητο δικτάτορα που ήξερε πως 
ούτε αυτός δεν είχε την δύναμη να διαλύσει την ίδια του την χώρα διαμοιράζοντάς την  και 
να  καταρρακώσει παντελώς κάθε αξιοπρέπεια που είχε  αυτός ο λαός .



Δεν ζήσαμε τον πόλεμο εμείς οι νεότερες γενιές, ούτε τα παρατράγουδά του... λιμός, 
εκτελέσεις,φόβος, βασανιστήρια, παιχνίδι με τον θάνατο, θάνατος....
Χύθηκε πολύ αίμα σε αυτή την χώρα, πέρασαν δεκάδες χρόνια για να ορθοποδήσει, 
να σηκώσει το ανάστημά της και να που βρίσκεται και πάλι να πέφτει σε ένα άλλο είδος
γκρεμού ολότελα διαφορετικό μα σχεδόν το ίδιο καταστρεπτικό ...
λιμός είναι όταν δεν φτάνει η σύνταξη να αγοράσεις τα απαραίτητα για να φας
εκτέλεση είναι όταν δεν έχεις πρόσβαση στο σύστημα υγείας
βασανιστήριο είναι η κάθε μέρα σου όταν πεινά το παιδί σου
παιχνίδι με τον θάνατο είναι να ζεις με τα απομεινάρια των κάδων σκουπιδιών
θάνατος είναι να έχεις χάσει ζωντανός την ζωή σου

Δεν μιλάμε πια για τους πεινασμένους μας, για τους άστεγους, ξεχάστηκαν κι αυτοί
μέσα στην χρυσοαυγήτικη σαπουνόπερα και τα ξανθά αγγελούδια που κι αυτά
μας απογοήτευσαν.... τι κρίμα που τελικά δεν ήταν κάποιο  αρπαγμένο παιδάκι
με βόρειους γονείς και μας βγήκε τσιγγανάκι.... τι να πουλήσεις τώρα από αυτό
το άρθρο και πως να τα μπαλώσεις μετά τα τέρατα που ειπώθηκαν; Μα κι αυτοί
οι γύφτοι  τώρα βρήκαν να λένε αλήθειες και να μη τους πιστεύει και κανείς;
Να υποθέσω πως στις παρελάσεις θα μαζευτεί ο κόσμος να θαυμάσει τον άψογο 
σχηματισμό, τις καλοσιδερωμένες στολές ... να γεμίσει περηφάνια 
αναλογιζόμενος και πάλι το παρελθόν.... τι μερικές χιλιάδες χρόνια πριν, 
τι κοντά εκατό χρόνια πριν.... πολύ πριν, πάρα πολύ πριν....
Μήπως να κάνουμε κάτι και για το μετά ;
Δεν έχουμε τίποτα να διεκδικήσουμε για το αύριο;

Και του χρόνου  εύχομαι .... κάτι αλλιώτικο να έχουμε να μιλάμε
μια σπίθα φωτιάς να κρατάμε στα χέρια...
κι όχι ....
να λέμε πάλι τα ίδια
να ευχόμαστε τα ίδια
να ζούμε τα ίδια
και να αναρωτιόμαστε γιατί καταντήσαμε έτσι....

Levina


Περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ

(Ο πίνακας με την σημαία είναι ελαιογραφία  2006)


22.10.13

Πόνος

Στραποβολάνε οι γυάλινες λάμπες, τις γέμισα πετρέλαιο

και τις άπλωσα στο περβάζι του τζακιού να συζητήσουμε

σαν παλιές φιλενάδες… μα εκείνες φρενιασμένες

αρχίσαν να πετάνε φλόγες στο σερβάν, στους τοίχους,

στα παλιά κάδρα, στις κουρτίνες από βαρύ βελούδο

που τσιτσίριζε καθώς καιγόταν κι έβγαζε

μια μπόχα από θλίψη και μούχλα.

Εγώ χαμογελούσα ευτυχισμένη

ακόμα κι όταν ένα φλογερό καμίνι

τύλιξε τις πατούσες μου που αιμορραγούσαν

επάνω στα σπασμένα γυαλιά.

Έπρεπε να τις έχω ξεφορτωθεί νωρίτερα

αυτές τις δύστροπες λάμπες.

Τώρα είναι αργά….

 

Levina (  αδέσποτα λόγια )

















16.10.13

Ανώνυμα






Ταυτότητα δεν έχω 
Δεν γίνεται μια συνείδηση να έχει κληρονομιά έναν αριθμό
Οφείλω να υπηρετήσω την βιβλιοθήκη του σαρκίου μου
τα ράφια να γεμίσω με αρχαίους πάπυρους ελπίζοντας
πως θα έχω την ευκαιρία να αποδείξω την παρουσία μου
καθώς  ξέρω πως μέχρι τον θάνατο μου μόνο η ανυπαρξία μου
θα έχει σημασία για  εκείνους που πιστά υπηρετώ

Όνομα μου έδωσαν
Μικρό και ευτελές απόλυτα εύηχο για να καταπίνεται αδιάφορα
Ένας άχρηστος στίχος παραμένω που τον αγοράζεις
στα καπνοπωλεία ανάμεσα σε καραμέλες και φθηνά περιοδικά'
εκδίδομαι  κρεμασμένη σε κάγκελα σκουριασμένα φορώντας
ρούχα φτιαγμένα από ωμά  φρεσκοσφαγμένα λόγια

Παραδίνω την ζωή 
Σε άξια χέρια κληρονομιά αφήνω τα κλειδωμένα χαμογελά μου
Είμαι πολύ εγωίστρια τελικά γιατί ότι αγάπησα θα το πάρω μαζί μου
να γεμίσω με αυτά τον βαρετό κόσμο του ανύπαρκτου.

                                                                              Levina  (αδέσποτα λόγια)



Jenny Woods Photography