Πολύχρωμα
λαμπιόνια ανάψανε
σαν
έδυσε η μέρα
τραπεζάκια
στοιχήθηκαν πλάι στο κύμα,
γέλια,
φωνές, τραγούδια
κι
είναι πειρασμός ετούτη η άναστρη νυχτιά,
σαν
προσταγή να δίνει στην ψυχή
να
ξεχυθεί κι αυτή στους δρόμους .
Μα
ειν ο αγέρας πνιγηρός …
κάθε
γουλιά του πίκρα θανατερή
κόμπος
στον λαιμό
σε
μια θάλασσα από μελάσα κι ιδρώτα
χάνεται
το κορμί
βυθίζεται
στο χάος
και
μια μεθυσμένη νύχτα
την
απουσία του γιορτάζει αγκαλιά
με
ένα αποχαυνωμένο μισοφέγγαρο
π
αργοκυλά στην άκρια του ορίζοντα .
Τρέμει
και χάνεται η φλόγα του κεριού
σε
κάθε ανασαιμιά,
θάμπωσε
της λάμπας το γυαλί
και
μια φυσιογνωμία γνώριμη κατακερματίζεται
για
να δηλώσει πως αυτό το βράδυ
και
το επόμενο
στου
χρόνου τις ώρες μόνο η μοναξιά
έχει
γιορτή στα δωμάτια της καρδιάς …
Τα
θέλω σου υφαίνεις με του ήλιου τις
χρυσοκλωστές
στα
υπόγεια δωμάτια κλείνεις τον αόρατο
αργαλειό σου
κομποθιάζεις
τους μήνες που περνούν,
τους
σταθμούς της παρουσίας του μετράς και
μετά
σε
πνίγει πάλι η σιωπή.
Λαμπιόνια
και φωνές και γέλια, τραγούδια’
Σπάσε
καρδιά μου τις πόρτες του σπιτιού,
φόρα
στα μαλλιά της Βασίλισσας το στέμμα
και
πέτα για μια αγκαλιά, για έναν μάταιο
χορό
με
πόδια γυμνά
της
αμμουδιάς το χρυσό χαλί ν΄ ανακατώσεις
.
Είναι
πειρασμός ετούτης της νύχτας το γιορτάσι
Levina
Vincent Van Gogh painting