21.7.12

τ΄ ονείρου ο ταξιδευτής








Λευκό φτερό σαν χάδι το σκοτάδι
στο γυμνό δέρμα σέρνεται
στ΄ απομεινάρια μιας πυρωμένης μέρας
και του ιδρώτα να στάζουνε οι σταγόνες 
απ΄  τ΄ ακροδάχτυλα κι είναι αλμυρά 
τα χνάρια επάνω  στο ζεστό  τσιμέντο 
όταν  με πόδια γυμνά χορεύει της νύχτας
η μεταξένια πεταλούδα
Αεράκι ανάσας διάφανο το ρούχο  αργοσαλεύει
σε κάθε βήμα σηκώνει μικρούς στρόβιλους
τους νευρώνες του μυαλού ταράζει,
μαργαριτάρι μοιάζει ετούτο το μικρό νύχι
που χαράζει κύκλους  στης πεθυμιάς αγκαλιά
Μια χορδή , διαμάντι που λάμπει στα σκοτάδια
πάλλεται τρυφερά στης παρουσίας την αγκαλιά
σαν κόσμημα που χαράζεται ,  φοριέται ,  φλέγεται
Κάρβουνα τα μάτια και σπίθα είν΄ το βλέμμα
πίσω απ  τα χαμηλωμένα βλέφαρα
αύρα γεύση γλυκιά το άρωμα που έχει ο έρωτας
Μια ραψωδία τα δάχτυλα που αγγίζουν
δρόμους της φωτιάς τα χείλη αφήνουν
Γονατίζει να γευτεί τ΄ αχνάρια δροσιάς
που φύτεψαν τα μικρά πέλματα σαν αναχωρούσαν
μοναχικά υγρά σημάδια  που απέμειναν
σπόροι ζωής που φύτρωσαν  όταν έσπειρε  αγάπη
Σαν  ξημέρωσε μια χούφτα χρυσαφένια στάχυα
αγκάλιασε το φως του ήλιου ' σάλευαν στην ανάσα του
Ξύπνησε
μια θάλασσα άγρια τα ιδρωμένα του σεντόνια κι αυτός
βαρκούλα με λευκό πανί επάνω στο λευκό της κορμί
να ταξιδεύει  , να βυθίζεται στα τσαλακωμένα κύματα
να παίρνει ανάσα και ξανά και πάλι και μετά
απ'  την αρχή ν΄ αρχίζει το ταξίδι ο ταξιδευτής τ΄ ονείρου_


Levina






18.7.12

σταθερές αξίες



Μεγάλωσα σε ένα σπίτι γεμάτο παλιά σκούρα έπιπλα .
Όταν ήμουν μικρή σχεδόν με φόβιζαν, όταν μεγάλωσα
έμαθα πως τα έλεγαν αντίκες!!
Τεράστιες ντουλάπες από καρυδιά με οβάλ
ταγιαρισμένους καθρέφτες που έσπαγαν το φως
σε όλο το χρωματικό φάσμα ...



Μπουφέδες με γυάλινες βιτρίνες επάνω σε
καλογυαλισμένα μάρμαρα,
ο ένας με λευκό , ό άλλος με ροζ, ο τρίτος
με γκρίζο, κατάφορτοι  με διάφανες πορσελάνες και
πολύχρωμα κρυστάλλινα ποτήρια τόσο λεπτά που
δεν έβγαιναν ποτέ από τις προθήκες τους για να
μην σπάσουν!! Ήταν τα καλά μας σερβίτσια!!
Ακόμα και τώρα που τα έχω στα χέρια μου φοβάμαι
να τα χρησιμοποιήσω και ας σκέφτομαι καμιά φορά
πως εγώ θα ΄΄φύγω΄΄ όπως ΄΄ έφυγε΄΄ και η μητέρα μου
και δεν θα έχω χαρεί λίγο νερό σε αυτά τα ποτήρια!
Νόμιζα όταν ήμουν παιδί πως αν τα ακουμπούσα
στα χείλη μου θα με έκοβαν, τόσο λεπτά ήταν και
ακόμα και τώρα νομίζω το ίδιο πιστεύω.


                                                                                                                      

Αυτό που θυμάμαι έντονα από το πατρικό μου σπίτι
είναι το ΄΄πλυσταριό΄΄  ,όπως το έλεγε η μητέρα μου,
στην ταράτσα.
Αν και ποτέ δεν νομίζω να ήταν πλυσταριό γιατί δεν
είχα δει να έχει βρύση, υποδοχές για πλυντήρια
ή τσιμεντένια σκάφη όπως υπήρχε στο υπόγειο .
Αυτό ήταν ένα μικρό δωμάτιο γύρω στα 10 τμ ,
στην μια γωνία είχε έναν τσιμεντένιο πηγάδι γύρω
στο 1Χ1 , μισό μέτρο ψηλό και από εκεί εξείχαν
τα ράουλα του ασανσέρ ... ένας τεράστιος κύλινδρος
που κρατούσε δυο συρματόσχοινα πιο χοντρά
κι από το μπράτσο μου και όταν έπαιρνε μπροστά
έκανε έναν ρυθμικό νανουριστικό θόρυβο κι αν ήσουν
πολύ κοντά σου πέταγε σταγόνες από πηχτό γράσο.
Αυτό το δωμάτιο ήταν και αποθήκη του σπιτιού, εκτός από
τα δυο πατάρια που ήταν μέσα στο σπίτι και εκεί έβαζε
συνήθως η μητέρα μου ότι ... ήθελε να ξεχάσει!

                                                                       

Στην αποθήκη της ταράτσας όμως ήταν ο δικός μου
θησαυρός.


Οι πίνακες της προ προ γιαγιάς προερχόμενης εξ Αιγύπτου
που οι απόγονοί της ήρθαν γύρω στα 1958 στην Ελλάδα
και έφεραν ένα βαπόρι πράγματα μαζί τους και ανάμεσα σ αυτά
υπήρχαν και μερικοί πίνακές της. Μόνο που εδώ που ήρθαν
δεν βρήκαν τα τεράστια σπίτια που νόμιζαν πως θα βρουν ,
ούτε τους υπηρέτες να βοηθούν την καθημερινότητά τους
και συμβιβαζόμενοι με τις νέες προοπτικές της ζωής τους
διασκόρπισαν αυτά που έφεραν και κράτησαν δικά τους
μόνο τα απαραίτητα που θα χωρούσε το άνετο τεσσάρι
μιας καινούργιας τότε πολυκατοικίας.

Κάπως έτσι βρέθηκα κι εγώ μέσα από τους πίνακες σε
μια χώρα που φάνταζε εξωπραγματική για τα παιδικά μου μάτια

Είχε πολλά τοπία από την Αίγυπτο, δρόμους με φοίνικες και
βεδουίνες με πιθάρια στο κεφάλι να περπατάνε ανέμελα γελώντας,
φελούκες να διασχίζουν τα ήρεμα νερά του Νείλου, εικόνες από
κάποιο χωριό την ώρα που έπεφτε ο ήλιος και μια παρέα γυναικών
έβγαζε νερό από ένα χωμάτινο πηγάδι.
Η μητέρα μου όμως θεωρούσε πως το καλύτερο δώρο για έναν
γάμο ή για κάτι πολύ σοβαρό θα ήταν ένας πίνακας κι έτσι η
όμορφη συλλογή άρχισε σιγά σιγά να κάνει φτερά !!!
Δεν ξέρω τι απέγιναν όλοι αυτοί οι πίνακες, αν τους εκτίμησαν
αυτοί που τους πήραν για δώρο από τα χέρια της μητέρας μου,
όμως όσα κομμάτια απέμειναν για εμένα έγιναν ιερά κειμήλια
και δεν τα αποχωρίστηκα ποτέ μέχρι και σήμερα.

Έχω προσθέσει πολλά από τότε σε αυτά που αγαπώ να έχω
γύρω μου, όμως πάντα σταθερή αξία παραμένουν οι λίγοι
πίνακες που κατάφερα να περισώσω από την  μανία της μητέρας μου
να δωρίζει τα πραγματά της (και που προς το τέλος της ζωής της
χειροτέρεψε και όποιος ερχόταν να την δει έφευγε με κάποιο
αναμνηστικό)  και οι μπουφέδες που για τον καθένα έχω βρει
διαφορετική χρηστική αξία.
Μαζί με αυτά μου έμεινε η ανάμνηση των χρόνων που οι
άνθρωποι μοίραζαν απλόχερα κομμάτια της ζωής τους !
Κάποια στιγμή θα τους φωτογραφίσω γιατί πιστεύω πως αξίζει
τον κόπο να τους δείξω.
Προς το παρόν  αφήνω τους πίνακες να μιλήσουν όσο μπορούν
μέσα από τις φωτογραφίες .

Levina






16.7.12

ένα βαρετό ρολόι





Κάθομαι στο μπαλκόνι δίπλα στην γλάστρα που κρέμεται  με το  μικρό κεράκι
μοναδικό φως κοντά μου, γιατί μακριά βλέπω τα φώτα του αγροτικού δρόμου
και το μάτι μου πέφτει μέσα στο σπίτι στον τοίχο
και θυμάμαι τι με ενοχλεί τόσο καιρό!
Να βλέπω αυτό το ρολόι που εκτός από τον εκνευριστικά δυνατό του ήχο
έχει και μια εκνευριστικά αδιάφορη πρόσοψη.
Πριν το μετανιώσω το έχω λύσει, έχουν πάει αλλού ο μηχανισμός
αλλού η κορνίζα του και εγώ
έχω απομείνει με το στρογγυλό κομμάτι να σκέφτομαι
πως θα το κάνω να ...
μου αρέσει!
Τόσο απλό, θέλω να μου αρέσει!

κι έτσι αυτό ....




έγινε τώρα πια αυτό...
σε καμβά ζωγραφισμένο με ακρυλικά για να
στεγνώσει γρήγορα....
αν και το πρόβλημα ήταν πως δεν είχα τα σωστά πινέλα
για τόσο λεπτή δουλειά




έγιναν διορθώσεις,
και μέσα σε δυο μέρες μονταρίστηκε
κι έγινε αυτό....







τώρα μου αρέσει κι αν το βαρεθώ...
και πάλι αλλαγή αφού έμαθα τον τρόπο!!!

Καλή Εβδομάδα




Levina











13.7.12

εφιάλτης μεσημβρινής ώρας




Λευκός γίνεται ο ουρανός στην άχλη του μεσημεριού
κάθομαι πίσω απ' τις κλειστές κόκκινες κουρτίνες
που κρατάνε έξω την κάψα, τις ανθρώπινες παρουσίες,
την σκόνη του δρόμου, τα κρωξίματα των πουλιών

Κοιτάω κρυφά ανάμεσα στις χαραμάδες
και γεμίζω λευκό από τον ουρανό,
αυτό το λαμπερό λευκό που έχει η φωτιά
όταν την πλησιάζεις τόσο πολύ
που πριν το σκεφτείς έχεις εξαϋλωθεί
δίχως πόνο, δίχως σκέψεις, ένα κενό
Μια ουλή απομένει για την απουσία
στο πλάι της καρδιάς εκείνου που κάποτε
σ΄ αγάπησε μα τώρα δεν θυμάται
ούτε όνομα ούτε  μορφή

Τριγυρίζω στα μισοσκότεινα δωμάτια
κι ο ήλιος ανελέητα στριμώχνει τις αχτίδες του
ανάμεσα στις τρύπες που έχουν οι σκισμένες κουρτίνες
ρίχνει ριπές από φως και σκόνη επάνω στα φαντάσματα,
επάνω στα λασπωμένα αποτυπώματα
που μείναν στα πλακάκια στις σκοτεινές κάμαρες
και αυτά τα κρωξίματα των πουλιών με ξεκουφαίνουν, 
δεν μπορώ να ξεφύγω απ΄  αυτά
μόνο αν τα σκοτώσω 
ή σκοτωθώ


Levina





3.7.12

η συλλογή


Το πιο εντυπωσιακό στο σπίτι της ήταν αυτά
τα γυάλινα διακοσμητικά, τα δώρα του, που μάζευε
εκείνη και τα αράδιαζε σαν στρατιωτάκια επάνω στην
καλογυαλισμένη επιφάνεια από μαόνι του παλιού μπουφέ.
Σαν φέρετρο ήταν αυτός ο μπουφές με πόδια ψηλά
και άχαρα και μεταλλικά χερούλια στις πόρτες
των ντουλαπιών του , αστραφτερά σαν ασήμι από
το πολύ τρίψιμο, λες κι όλη της την ένταση την έβγαζε
τρίβοντας κάθε Σάββατο πρωί αυτά τα χερούλια
και ξεσκονίζοντας ένα προς ένα τα κομμάτια της
γυάλινης συλλογής της.
Μια πεταλούδα με εύθραυστα φτερά, ένα αλογάκι από λευκό
γαλακτώδες γυαλί με καφετιά μάτια και λεπτά πόδια,
μια σειρά από κουνελάκια σε όλες τις διαστάσεις, ένα
κοπάδι από ελέφαντες παρέα με δυο λευκά ποντίκια,
ένα περιστέρι με ανοιγμένα φτερά, ένα κίτρινο φίδι με
κόκκινα μάτια, δυο καμηλοπαρδάλεις, μια χελώνα
με τεράστιο λαιμό , μια βενετσιάνικη μάσκα δίχως μάτια
και παραδίπλα ένα σκάκι μαυρόασπρο από μουράνο με
τους στρατιώτες και τους πύργους στην σειρά κάτω από
το χοντρό κακοφτιαγμένο κρυστάλλινο βάζο με το
ασορτί τασάκι.
Σε κάθε ταξίδι του εκείνος της έφερνε κι από ένα γυάλινο
διακοσμητικό κι αν συνέχιζε να υπάρχει ακόμα στην ζωή της
θα χρειαζόταν ακόμα έναν μπουφέ για ν΄ αραδιάσει την συλλογή της.
Ποτέ δεν κατάλαβα σε τι χρησίμευαν όλα αυτά, γιατί
δυσκόλευε τόσο την ζωή της να τα καθαρίζει με το βελούδινο
πανί μέχρι να λάμψουν κάτω από το φως ενός πολυέλαιου
με χιλιάδες κρύσταλλα που κρεμόταν στο κέντρο του ταβανιού
και σκορπούσε ένα γύρω το ουράνιο τόξο όταν τον άναβε τα βράδια.
Έτσι ήταν κι η ζωή της, κλεισμένη μέσα στην γυάλινη πεταλούδα,
στην καρδιά της χελώνας, στον λαιμό της καμηλοπάρδαλης,
έλαμπε κι αυτή σαν τα κρυσταλλάκια του πολυέλαιου, έφερνε
γύρες αθόρυβα μέσα στο σπίτι , ανύπαρκτη, φορώντας τις
μαλακές τσόχινες παντόφλες της χειμώνα καλοκαίρι για να
μη γρατσουνίσει το ξύλινο πάτωμα με τα τακούνια των παπουτσιών.
Όλα έλαμπαν γύρω της, έτσι νόμιζε πως έλαμπε κι ο κόσμος
έξω από το μικρό της διαμέρισμα.
Τι την έπιασε άραγε εκείνο το Σάββατο και στάθηκε ακίνητη
εμπρός στον μπουφέ χαζεύοντας τα ζωάκια της που περίμεναν
το στοργικό της χέρι να τα απαλλάξει από την σκόνη
της εβδομάδας?
Με μια απότομη κίνηση σάρωσε όλη την επιφάνεια και έβαλε
τα γέλια όταν άκουσε τον ήχο των σπασμένων γυαλιών
στο πάτωμα.
Πήρε την κατσαρόλα με τα κοκκινιστά μακαρόνια από το ψυγείο
και την άδειασε στην μέση της σάλας επάνω στο πολύτιμο
πάτωμα από αφρικανική δρυ !
Άρπαξε το κοντάρι της σκούπας και έδειρε τον πολυέλαιο μέχρι
που ούτε πέντε κρυσταλλάκια δεν του απέμειναν κι αυτά πάλι
κρέμονταν σαν άντερα από πάνω του.
Πήγε στην ντουλάπα της, έβαλε ένα λευκό φουστάνι , φόρεσε
τα ψηλά της τακούνια και φρόντισε να τα κάνει να βροντάνε
στο ξύλο όσο περπατούσε, άνοιξε την πόρτα και με ένα
αινιγματικό χαμόγελο βγήκε έξω… στον δρόμο να πάρει αέρα !!!

Levina_














1.7.12

Καλοκαίρι




Καλοκαίρι
στην λευκή αμμουδιά με τα γκρίζα βότσαλα
εκεί που περπατούσα τον χειμώνα κι άφριζαν τα κύματα
που τα ΄σπρωχναν αντάρτες άνεμοι  με φόρα να σκάνε
να παλεύουν με την άμμο, να σβήνουν τα λιγοστά τα χνάρια
και εγώ να ξαναπερνώ στα ίδια σημεία να χαζεύω
τις μικρές λιμνούλες που δημιούργησε η θάλασσα
με τ΄ αλμυρό  νερό και να μαζεύω θολά γυαλιά
να τα κρατάω σφιχτά στην χούφτα μου να μου μυρίζουν
Καλοκαίρι
και τώρα όλα χρυσαφένια, μια αστραπή στα μάτια ,
σαν να ξυπνάς απ΄ τον λήθαργο σ΄  ένα άλλο κόσμο
οι γλάροι που όλο τον χειμώνα τριγυρνούσαν στα πεδινά
ψάχνοντας να βρουν τροφή μέσα στα χωράφια
τώρα  ζυγιάζονται κάτω απ΄ το γαλάζιο τ΄ ουρανού
σα να ΄χουνε χαρά μεγάλη κάτω από τον ήλιο
που πυρώνει τα βότσαλα  στην ακροθαλασσιά.


Καλοκαίρι
κι ένας έρωτας μικρός αρμενίζει στα βαθιά νερά
επάνω σε λευκή γαλέρα με κόκκινα πανιά ,
σαν παιδί γελά και σαϊτιές πετάει  εδώ κι εκεί
με βέλη φλογισμένα κι  ένας άνεμος ζεστός
που φτάνει από τον Νότο μοιράζει υποσχέσεις
κι έτσι ξεχασμένος φεύγει ο χρόνος , τελειώνει η μέρα
κι ανάβουν οι φωτιές στην αμμουδιά με ξύλα
απ΄ της θάλασσας τα σπλάχνα που σκορπίζουν σπίθες
και φλόγες γαλάζιες  ψιθυρίζοντας τα μηνύματα
που στέλνουν τα κοχύλια κι οι μέδουσες
και μια κιθάρα  να σπάει της νύχτας τις σιωπές 
μια μελωδία σιγανή γεμίζει το κορμί μου
να τρέξω θέλω, να γελάσω δυνατά, να φωνάξω
κι ας είναι όλα γύρω μου στο κόντρα


Καλοκαίρι  κι εγκαταλείπομαι 
σε μέρες
που με λιωμένο χρυσάφι μοιάζουν και 
σε νύχτες
που όνειρα στο φεγγαρόφωτο μοιράζουν _



Levina








29.6.12

παράξενη μέρα





Δεν είναι αρκετά χρυσός ο ήλιος σήμερα
κι ο ορίζοντας  μοιάζει να πλέει αδέξια στην θάλασσα
Τα πουλιά αυτή την μέρα απρόθυμα πετάνε
ανακατώνοντας έναν γκρίζο ουρανό
Δυο γλάροι τινάζουν τις φτερούγες τους
αφήνουν σημάδια απ΄ το πέταγμα τους
ανάμεσα στα άγρια γκρίζα σύννεφα
σαν σαΐτες διαγράφουν τόξα ‘  βουτάνε
στα κύματα να πιάσουν ασημόχρυσα
ψάρια που σπαρταράνε καταπίνοντας
τον πηχτό σαν πολτό αέρα


Διαμαρτύρεται η σκέψη μου , το φτωχό μυαλό μου
δεν θέλει τίποτα απ΄ όλα αυτά, ανικανοποίητο
ζητά παραπάνω απ΄ ότι υπάρχει σε μια
παράλληλη διάσταση ζητά να ζήσει !
Έναν ήλιο ολόχρυσο ζητά σε έναν γαλάζιο ουρανό
πουλιά να κελαηδάνε στα κλαριά των δέντρων
μια θάλασσα ακυμάτιστη κι ένα φεγγάρι ασημένιο
να καθρεφτίζεται στου πελάγου τον βυθό
Μιαν αγάπη ασυννέφιαστη ζητά απ΄ αυτές που
μόνο στα παραμύθια  υπάρχουν κι ένα σπίτι
σ΄ ένα λιβάδι από λεβάντες κι αιωνόβια πεύκα
και μυρωδιές να ζαλίζουν την καρδιά από ρετσίνια
και χώμα κι αγριολούλουδα και τριαντάφυλλα εκατόφυλλα
να σκορπίζουν ρόδινα πέταλα στα τραπέζια
στα σεντόνια, στα χέρια σου, στην ζωή μας

Ανικανοποίητη  η σκέψη
καημένο μυαλό
πόσο άδικο γίνεσαι 
πόσο μάταια όλα
να ξεφύγεις δεν μπορείς!


Levina