7.9.12

αναχώρηση


Ερήμωσε η παραλία, γκρίζα η αμμουδιά

μοναχικά τα δίδυμα σημάδια των ποδιών μου

κάτω από το πρώτο του ήλιου φως

ξεκάθαρα ξεψυχούν μάταια αναμένοντας  

έναν άνεμο πλανητευτή να τα σαρώσει


μονότονος ο ήχος των νερών τα ήσυχα του Φθινοπώρου

πρωινά κι εγώ περιδιαβαίνοντας πλάθω την φωνή σου

ψίθυρος  για  τις μέρες , τις σκέψεις, τα όνειρα σου

γέρνω το κεφάλι κι ακουμπώ ανάσα στον ώμο σου


άγραφος ο νόμος της σιωπής στα σύννεφα επάνω

εκείνα ν’ αλαργεύουν κι εμένα το μαχαίρι να με σφάζει

να υποφέρουν τα  σγουρόμαλλα τα κύματα

την ώρα που το αίμα  κατακόκκινο μαζί τους σμίγει


καταιγίδα από μετάξι το τελευταίο ρούχο μου πετώ

παγίδα που στην στεριά μαζί σου με κρατούσε

τώρα με γαλήνη τυλίγω τα νερά, τις βουνοκορφές ,

τον άνεμο, στην τρελαμένη μου καρδιά βάζω φωτιά


κι ένα αστέρι ξεπεσμένο απ  την ουρά  τ΄ αρπάζω

μαρμαρωμένο ξεμένει το φεγγάρι να κοιτά την ώρα

που αφήνω τον οδηγό μου να με πάρει έξω από τον

κύκλο που σχημάτισαν τα σημάδια των χεριών σου


Levina