Στης γης τον εφιάλτη πέρασα
βασίλισσα με κεραυνούς στα χέρια
Ποια κακότροπη μοίρα μ΄ οδήγησε εκεί
που οι σκιές και τα φαντάσματα
ανταμώνουν τα αστέρια ?
Βασίλειο μου το έδωσε με
δέντρα, θάμνους, πέτρες κι αγκάθια...
μου ΄πε
στα σκοτάδια εγώ να περπατώ
πλάσμα να γίνω εκατόχρονο, εφιαλτικό
αν το τολμήσω μέρα από την νύχτα μου να βγω
το φως του ήλιου πυρά να γίνει στο κορμί μου
ανυπεράσπιστη δίχως έλεος να καώ
Με πρόσταξε ότι γνώριζα να το ξεχάσω
για το καλό μου να ... προσαρμοστώ
ολομόναχη εγώ
τρομαγμένη, χαμένη, ζαλισμένη δεν τόλμησα
να αντισταθώ ….δεν αντιμίλησα στην προσταγή
έστησα κρύπτη μυστική από πέτρα στο βουνό
και εγώ μες το σκοτάδι της σπηλιάς μου
ρούχο θανάτου να φορώ,
κάθε βράδυ να στήνω τον χορό
με μάγισσες , με ξωτικά, με όνειρα,
και αναμνήσεις σκισμένες σελίδες
άχρηστα παλιά βιβλία ένα σωρό.
Και σαν νεογέννητο βγήκε το φεγγάρι
Την πρώτη του Χειμώνα μέρα
Ορκίστηκα με όρκο τιμής βαρύ
Της μοίρας μου το στοιχειωμένο δάσος να φυλάξω
Στα χέρια ατσάλι θα κρατώ , σπαθί μου το όνομα σου
Μαύρες καρδιές καρφιτσωμένες στο φουστάνι μου
Στα άδεια σπίτια μου να στάζουνε φαρμάκι
Με το τόξο του Οδυσσέα βέλη θα πετώ
Μακριά να διώχνουνε κάθε περαστικό
Ακόμα και αυτόν που
τάχα
λέει πως ήρθε με αγάπη
LadyDragon