7.6.12

μεσημέρι καλοκαιριού




Καταμεσήμερο καλοκαιριού ήτανε σαν
πήραμε τον δρόμο για την παραλία
στον πίσω κόλπο του νησιού μια ώρα ποδαρόδρομος
απ΄ το χωριό και στα ψηλά τα πεύκα
να σκάνε τα τζιτζίκια μ΄ ένα μονότονο τραγούδι
και να σηκώνουν κουρνιαχτό τα γρήγορα βήματά μας
στον χωματόδρομο καθώς βαδίζαμε γοργά να
ξεφύγουμε από το μαρτύριο της ζέστης.


Με τον  ιδρώτα να μουσκεύει το πυρωμένο δέρμα μας
να τρέχουμε πια σχεδόν απ΄ την λαχτάρα
να φτάσουμε στον λόφο με τις κόκκινες πικροδάφνες
και τα θυμάρια κι από κει να κατηφορίσουμε στην αμμουδιά
και να βυθιστούμε στο ατελείωτο της θάλασσας


Κατάλευκος έμοιαζε   ο ουρανός
 πάνω απ΄ τα κεφάλια μας με έναν ήλιο
σαν πυρωμένο χάλκινο δίσκο που πέταγε  φωτιά
 στα πόδια μας, στα χέρια, στα μαλλιά μας.
Μ΄ ένα λευκό  μαντήλι είχα πιάσει τα μαλλιά μου
 που τα ένοιωθα κι αυτά βαριά στην πλάτη μου
να στάζουν απ΄ τον ιδρώτα και τα πουλιά
λιγωμένα από την κάψα του μεσημεριού
 κούρνιαζαν στις πιο σκιερές μεριές των δέντρων
αφήνοντας μόνο τους τζίτζικες να ξελαρυγγιάζονται .


Έρημη ήταν  η παραλία με την χρυσή την άμμο
και εκεί στην άκρια  τα λιγοστά αλμυρίκια
τίναζαν τα τελευταία ρόδινα λουλούδια τους ,
ένα χρόνο ολόκληρο οι δυνατοί  του πελάγους
αγέρηδες  δεν τ΄ άφηναν κεφάλι να σηκώσουν
 και τώρα είχαν σχήματα παράξενα …
σαν ανθρώπινα κορμιά κουτσουρεμένα,
 σαν ανθρώπινα ρετάλια πεταμένα εκεί
 στην άκρη του πελάγους, αλλού χέρια,
 αλλού πόδια, αλλού ανάκατα μαλλιά
και στόματα ανοιγμένα σε μια έκκληση βοήθειας
 και λίγο παρέκει μια θάλασσα στο χρώμα του αμέθυστου
ν΄ ανασαίνει αργά και στην κάθε της ανάσα
να γεμίζουν τα μάτια μου χρυσαφιές κηλίδες,
 μαβιές  και κόκκινες .


Ένα ζευγάρι μεγάλα μαύρα γυαλιά
πέταξα στην άμμο, τα σανδάλια,
το μαντήλι που κρατούσε τα μαλλιά μου ,
 τα βρεγμένα απ΄ τον ιδρώτα ρούχα ,
 το χέρι σου άρπαξα τρελά και τρέξαμε
να γίνουμε κι εμείς μικροί θεοί
 στ΄ αστραφτερά νερά, εσύ ο Ποσειδώνας μου
κι εγώ μια Νηριήδα να φύγουμε για πάντα
από την πυρωμένη γη ,  να παραδοθούμε
στο διάφανο , στο απέραντο , στην γη, στο νερό,
εγώ σε σένα _


                                                                                                                                                                  Levina






6 σχόλια:

Κική Κωνσταντίνου είπε...

φυσηξε δροσερο αερακι καλοκαιριου εδω λεβινα μου!

anima είπε...

"Είμαι εδώ

Και αφουγκράζομαι τις προσταγές του θέρους
κι όλα όσα αγνόησα
σε προηγούμενους καιρούς

Ένα καυτό απομεσήμερο κάποιου Ιούλη

θυμήθηκα πως όλα αρχίζουν ξανά

και άπλωσα τα χέρια

για να τα αγκαλιάσω

Έπρεπε,βλέπεις,να σπάσουν τα δεσμά

κείνα που όμηρο με κράταγαν στη γη

και μου στερούσαν τις αφές

που μου ΄ταζαν οι ουρανοί

Ακολούθησα την ανάσα σου
Στη φλόγα της αφέθηκα
Ένιωσα το κορμί μου να συσπάται
Μέσα στο βλέμμα σου
Τόσο, που άγγιξα την ψυχή σου
Και τα ονείρατα των ονείρων σου"

από μια παλιά μου ανάρτηση
σαν σχόλιο στην δικιά σου

πολλά πολλά φιλιά

SUPRNOVA bloggspot.com είπε...

Αχ!Με χρώματα κι'αρώματα που λέει και η Χαρούλα...
Γλυκιές καλησπέρες απο Θεσσαλονίκη!

Levina είπε...

φυσηξε κοριτσάκι μου και σύντομα
έγινε λίβας σήμερα και μας έκαψε!!

Levina είπε...

πόσο όμορφοι στίχοι καλή μου anima
γεμάτοι συναισθήματα !!
σε ευχαριστώ πάρα πολύ που τους έγραψες κι εδώ κι ας ατύχησε αυτή η ανάρτηση σήμερα με τόσο θυμό και λύπη που ένοιωσα ώστε την θεώρησα εντελώς εκτός τόπου και χρόνου.

σε φιλώ
να έχεις ένα όμορφο βράδυ!

Levina είπε...

Καλησπέρα από την Αθήνα SUPRNOVA
από το βουνό με τις μάγισσες που είναι γεμάτο ... όπως το λες...
με χρώματα κι αρώματα :))

Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...